Σελίδες

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ Β. ΗΠΕΙΡΟΥ

ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ Β. ΗΠΕΙΡΟΥ *

Αναφορά στο βιβλίο του Γιώργου Δ. Παναγιώτου
«Δεν είμαστε κι εμείς Ρωμιοί;!…» με Ελληνικά αφηγηματικά τραγούδια από τη Β. Ήπειρο

  Ο λαογραφικός χώρος,όπως προκύπτει απ’ τη λαογραφική έρευνα,τη δυναμική μελέτη του λαϊκού πολιτισμού,την προσέγγιση των παραδοσιακών μορφών της εθνικής και βιωματικής ζωής του λαού καθώς και την εναργή αλληλοδιαδοχή παραγωγής και αναπαραγωγής αξιών,δεν ταυτίζεται πάντα με την κρατική επικράτεια.Η εθνική ψυχή (και ιδιαίτερα για την ελλη- νική πατρίδα μας) τρανεμένη με το έθος και το όπλο δεν αγκαλιάστηκε πάντα από ζεστά και τα πρέποντα εθνικά όρια.
  Οι γνωστές ιστορικο-πολιτικές και κοινωνικο-γεωγραφικές συνθήκες κάτω από τις οποίες έζησαν οι Έλληνες της Β. Ηπεί- ρου δεν τους απόκοψαν απ’ την ιστορία τους και τους κληρονομημένους τρόπους ζωής,αλλά αντίθετα όξυναν την ευαι- σθησία τους για το λαϊκό πολιτισμό και ενέτειναν την προσοχή και επιμονή τους για την διαφύλαξή του.
  Το σημαντικότερο κομμάτι αυτού του λαϊκού πολιτισμού αποτελεί η δημοτική ποίηση.Σε αυτήν υπάρχει ένας ολόκληρος θησαυρός πληροφοριών με ιστορικές,εθνολογικές,γλωσσολο- γικές,καλλιτεχνικές αξίες.Το δημοτικό τραγούδι των Ελλήνων της Β. Ηπείρου βρέθηκε όμως μπροστά σε μεγάλες δυσκολίες και δοκιμασίες.Η αποκοπή αυτού του Ηπειρώτικου χώρου απ’ τον εθνικό κορμό μετά το 1913,οι καταπιέσεις μέχρι τον πόλεμο,αλλά και η δημαγωγική, κομμουνιστο-κομματική σκοπιμότητα του Χοτζισμού στη συνέχεια πλήγωσαν και τραυμάτισαν το δημοτικό τραγούδι της περιοχής.
  Η λαϊκή μούσα πέρασε απ’ τη «σίτα» της κομμουνιστικής ιδεολογίας.Ολόκληρα δημιουρ- γήματά της,λέξεις,στίχοι,τραγούδια ολάκερα,πετάχτηκαν ως «αντιδραστικά».Αλλά πάλι παρα- ποιήθηκαν,«μπαλώθηκαν»,«χρωματίστηκαν» ώστε να ταιριάζουν με την «ευτυχισμένη σοσιαλι- στική ζωή» που υποτίθεται ότι έπλαθε και υλοποιούσε ο σύντροφος Ενβέρ.Ενώ φαινομενικά διατυμπανιζόταν πως «οι μειονοτικοί πρέπει να διαφυλάξουν τη γλώσσα και τον πολιτισμό τους»,πρακτικά περιθωριοποιήθηκαν σε πολίτες β΄ ή γ΄ κατηγορίας.Σύμφωνα με τη «γραμμή του κόμματος» και τον «προλεταριακό διεθνισμό»,οι Έλληνες της Β. Ηπείρου θα διέπρατταν αξιόποινο έγκλημα,αν τραγουδούσαν κάτι που αναφέρει Ελλάδα,Έλληνα ή ελληνικό έθνος.
  Αυτή η φίμωση σταδιακά πέρασε και στα ΜΜΕ,στις εκδόσεις,στα φεστιβάλ και τις άλλες επίσημες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις,όπου η εκπροσώπηση του Ελληνικού πληθυσμού ασημαντο- ποιήθηκε.Σ’ αυτήν την συρρίκνωση αποφασιστικά και αρνητικά συνέβαλε η γενική οικονομική εξαθλίωση και οι ατελείωτες ταλαιπωρίες.
  Παρ’ όλα αυτά όμως ο λαός διαφύλαξε με φανατισμό την ποίησή του,όχι μόνο χρησιμο- ποιώντας την σε γάμους και στιγμές ψυχαγωγίας (όσο λίγες και αν ήταν αυτές),αλλά και κρατώντας την στη μνήμη και στην καρδιά του (σαν παθητικό φόντο,όπως λένε συνήθως οι λαογράφοι).Έως σήμερα συναντάμε στην Ελληνική Βορειοηπειρωτική δημοτική ποίηση όλα τα διακριτά είδη:τραγούδια ακριτικά,ιστορικά,κλέφτικα,παραλογές,νυφιάτικα,του τραπεζιού, της ξενιτιάς,θρησκευτικά,εποχικά,γνωμικά,παιδικά,μοιρολόγια.Ιδιαίτερα άτυχα όμως στάθη- καν τα θρησκευτικά και τελετουργικά τραγούδια.η αναλγησία του καθεστώτος οδήγησε στη μερική εξαφάνισή τους.
  Η πιο παλιά γνωστή έκδοση δημοτικών τραγουδιών που περιλαμβάνει και δημοτική ποίηση των Ελλήνων της Β. Ηπείρου είναι του πασίγνωστου Γάλλου λόγιου Κλ. Φωριέλ (Chans popu- laires de la Grèce moderne,Paris,t. 1-2,1824-1825).Σημαντική η συμβολή των «Ηπειρωτικών Χρονικών» στην καταγραφή των εν λόγω τραγουδιών.Το 1978 ο Μεν. Ζώτος εκδίδει στα Γιάν- νενα «Το δημοτικό τραγούδι της Β. Ηπείρου» και ο Βασ. Νίκας «Τα Δημοτικά Τραγούδια της ελληνικής μειονότητας» στα Τίρανα το 1988.Κακοποιημένα,παραλλαγμένα «επί το σοσιαλιστι- κότερον» δημοτικά τραγούδια δημοσιεύτηκαν και στην εφημερίδα «Λαϊκό Βήμα»,αλλά και εκ- δόθηκαν σε ειδικά βιβλιαράκια για την «προώθηση του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα» (για παράδειγμα να αναφέρουμε εκείνο του Βασ. Κώτσια:«Με το ακριβό μας κόμμα»,Τίρανα 1984). Τραγούδια της Ηπείρου έχει δημοσιεύσει και ο Παν. Αραβαντινός («Συλλογή των δημωδών α- σμάτων της Ηπείρου»,Αθήνα 1880),ο Αθαν. Γιάγκας («Ηπειρώτικα δημοτικά τραγούδια»,Αθήνα 1959),οι Σπ. Μάνος,Κων. Ραπτοπούλου («Δημοτικά τραγούδια της Ηπείρου,Αθήνα 1972) και ο Χ. Ρεμπέλης («Κονιτσιώτικα»,Αθήνα 1953).Πρέπει ν’ αναφέρουμε μιαν έκδοση στην Αλβανική (J. Panagioti,Këngë popullore të rrethit të Korçës“ (Δημοτικά τραγούδια από την επαρ- χία Κορυτσάς),Tiranë 1982) καθώς και δημοσιεύσεις σε περιοδικά (Σπ. Περιστέ- ρης,«Δημοτικά τραγούδια Δροπόλεως Βορείου Ηπείρου»,επετηρίς Λαογραφικού Αρχείου Ακαδη- μίας Αθηνών,9-10/1955-1957 και Αντ. Λάβδας,«Πεντάφθογγοι κλίμακες εν τη δημώδη μουσική της Ηπείρου»,Ηπειρωτική Εστία 7/1958).Σκόπιμο είναι να αναφέρουμε ότι εδώ και λίγο και- ρό κυκλοφορεί η θαυμάσια και ουσιαστική δημιουργία της Ελένης Δήμου σε συνεργασία με Η- πειρώτες μουσικούς και ερευνητές «Η Ήπειρος της Πεντατονίας».
  Ακάματος μελετητής και θησαυριστής του λαογραφικού πλούτου της Β. Ηπείρου είναι ο Γιώργος Δ. Παναγιώτου.Γεννημένος το 1936 στη Μάλτσανη (Θεολόγος) των Αγ. Σαράντα είναι σήμερα επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Λαϊκού Πολιτισμού (Ακαδημία Επιστημών) και απ΄ το 1963 καθηγητής Λαογραφίας στη Φιλολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Τιρά- νων,όπου και ζει μόνιμα*(* Ο Γιώργος Δ. Παναγιώτου πέθανε το 2002 στον Βύρωνα της Αθή- νας,όπου και έζησε τα τελευταία χρόνια του).Κατά το διάστημα 1951-1956 υπηρέτησε ως δά- σκαλος σε ελληνικά σχολεία της Αλβανίας.Συμμετείχε σε αρκετά διεθνή επιστημονικά συνέ- δρια και έχει γράψει πλήθος βιβλίων,διατριβών,μονογραφιών,άρθρων κ.λπ.Να αναφέρουμε κά- ποιες εκδόσεις του:
-        Η Αλβανική λαογραφία 1978
-        Δημοτικά τραγούδια από την επαρχία Κορυτσάς 1981
-        Παροιμίες του Αλβανικού λαού 1983
-        Η ποιητική των παροιμιών 1990
-        Το τραγούδι του νεκρού αδελφού στην Αλβανία και τα βαλκάνια 1965
-        Η Ιστορία και η Λαογραφία 1982
-        Το εθνικό και παγκόσμιο στοιχείο στις παροιμίες 1983
-        Η δημοτική ελληνική μειονοτική ποίηση και οι τάσεις εξέλιξής της.
 Έχει συμμετάσχει επίσης σε 29 λαογραφικές αποστολές στην ύπαιθρο,απ΄ όπου έχει συλλέ- ξει άφθονο υλικό απ’ τα ελληνόφωνα χωριά: λαϊκή ποίηση,μύθοι,παραδόσεις,ανέκδοτα,ήθη και έθιμα,τοπωνύμια,γλώσσα,φορεσιές,παροιμίες,μνημεία,ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα κ.ά.
  Ένας καρπός αυτής της πολύχρονης εργασίας του είναι το βιβλίο «Δεν είμαστε κι εμείς Ρωμιοί;!...» που εκδόθηκε απ’ τις εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου το 1994 στην Αθήνα.Ο ε- ρευνητής συμπεριέλαβε στην έκδοση του μόνον αφηγηματικά τραγούδια (ηρωικά θρυλικά,πα- ραλογές,ιστορικά,κλέφτικα) μια που «η έκταση της δημοτικής ποίησης είναι απαγορευτική σε μία συνολική της παρουσίαση»,όπως λέει ο ίδιος στην εισαγωγή (σελ. 18),αλλά και ξε- χωρίζοντάς τα για το δυναμικό χαρακτήρα τους.Μας διευκρινίζει ότι τα αφηγηματικά τρα- γούδια «διηγούνται κάποιο γεγονός ή συμβάν,κάποια “ιστορία” αληθινή ή πλαστή,ρεαλιστική ή δραματοποιημένη» (σελ. 18).
  Η εργασία του κ. Παναγιώτου είναι καταπληκτική,τόσο για τον πάλλοντα πατριωτισμό της όσο και για την επιστημοσύνη του δημιουργού.Τα σχόλια του,οι κατά τραγούδι εισαγωγές του και οι ερμηνευτικές σημειώσεις του θυμίζουν τον τρόπο εργασίας των πρωτοπόρων δα- σκάλων Νικ. Γ. Πολίτη και Δημ. Πετρόπουλου.Η βαθιά και σφαιρική επιστημονική του συγκρότηση είναι πασιφανέστατη και αξιοσέβαστη.Η βιβλιογραφική εδραίωση των θέσεων και απόψεων του ισχυρή και ακαταμάχητη.Οι φωτεινές πηγές έρχονται να συμπληρώσουν και να διασταυρώσουν την επιτόπια καταγραφή.Πληροφορίες για τον τρόπο τραγουδίσματος,αλλά και χορογραφικές συνοδεύουν τα τραγούδια όπου χρειάζεται.
  Ας δούμε πώς παρουσιάζει ο ερευνητής ένα τραγούδι για τον καβαλάρη Αι-Γιώργη καταγραμμένο το 1991 στην Τσερκοβίτσα (σελ. 56 του βιβλίου):

6.ΑΓΙΩΡΗ ΚΑΒΑΛΑΡΗ ΜΟΥ

  Παραλλαγές του παρακάτω τραγουδιού με υπόθεση το φόνο του θεριού της βρύσης (πηγαδιού) από τον Αϊ-Γιώργη,συνα- ντούμε και σε άλλα σημεία του ελληνικού λαογραφικού χώρου.
  Συνήθως τα έχουν κατατάξει στις παραλογές.Αν όμως λάβουμε υπόψη τις ομοιότητες με το προηγούμενο τραγούδι,όπως και με άλλα του ακριτικού κύκλου,ομοιότητες οι οποίες έχουν τονιστεί προ πολλού,καθώς και την όλη πνοή τους,την ποιητική τε- χνική,τα βασικά γνωρίσματα (και όχι το όνομα) των προσώπων,ίσως θα ήταν πιο ορθό να παραδεχτούμε τον ηρωικό θρυλικό χαρακτήρα των τραγουδιών αυτών,ανεξάρτητα από το χριστιανικό επίστρωμά τους.
  Σε βαλκανικό επίπεδο,τα τραγούδια του τύπου αυτού τα έχουν πλησιάσει με το γνωστό σε άλλους λαούς τύπο για το θρυλικό ήρωα (Ντόιτσιν,Γκέργκι Ελέζ Αλία κ.ά.) που,αν και άρρωστος (πληγωμένος από χρόνια),σηκώνεται,παλεύει και νικάει θεριό- μορφο ξένο.
  Στα τραγούδια των άλλων βαλκανικών λαών έχουν μπει αρκετά ιστορικά και ημι-ιστορικά στοιχεία,γι’ αυτό ο ελληνικός τύπος δείχνει να είναι πιο κοντά στη θρυλική,παραμυθιακή μορφή του διηγήματος.
  Το τραγούδι δεν είναι από τα πιο διαδομένα.Περισσότερο σώζεται στη μνήμη του λαού.Αρκετά χρόνια πριν,είχα παρατηρήσει πως σε ορισμένα χωριά των Ριζών οι γυναίκες το τραγουδούσαν και το χόρευαν «στα τρία»,πιο σπάνια και «στα δυο».

  Δημοτικά τραγούδια με θέμα διάφορα στοιχειά και ξωτικά υπάρχουν παντού,φυσικά και στη Β. Ήπειρο.Το 1952 ο κ. Παναγιώτου στο χωριό Καλύβια Πασιά των Αγ. Σαράντα κατέγραψε ένα σχετικό τραγούδι που το παρουσιάζει ως εξής (σελίδες 57-58):


7.ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΟΥ ΠΗΓΑΔΙΟΥ

  Το παρακάτω τραγούδι με υπόθεση την αρπαγή νέου με δόλο από το στοιχειό (φίδι) του πηγαδιού δεν είναι άσχετο με τα προηγούμενα αρ. 5 και 6.Παρόμοια ή και κοινά στοιχεία έχει με ορισμένα τραγούδια του ακριτικού κύ- κλου («Το σκότωμα του θεριού»,«Οι εννιά αδελφοί και το στοιχειό του πηγαδιού»),ιδίως με έναν τύπο του «Κολυμβητή»,που,ίσως όχι ορθά,έχει θεω- ρηθεί σαν απλή παραλογή.
  Τις απαρχές του τραγουδιού ο Ν. Πολίτης τις εντοπίζει σε αρχαιοελληνικό μύθο με θέμα το πέταγμα δαχτυλιδιού στη θάλασ- σα και την εύρεσή του από νέο (Μίνωας και Θησέας,Φόβιος και Κλεόβοια,περιδέραιο της Αρμονίας).Το επεισόδιο αυτό είναι γνωστό σε τραγούδια,παραδόσεις,παραμύθια ευρωπαϊκών λαών.Σαν ποιητικό προϊόν (τραγούδι) στα Βαλκάνια το έχουν συγκρίνει με το Ρουμάνικο «Scorpia» (ο Σκορπιός),υπογραμμίζοντας και τις διαφορές:στον ελληνικό τύπο λείπει το μοτίβο για το σκότωμα του στοιχειού.
  Στην πραγματικότητα παραπλήσιο μοτίβο υπάρχει και στον ελληνικό τύπο (βλ. ΕΔΤ,σ. 334).
  Στον ελληνικό βορειοηπειρωτικό λαογραφικό χώρο σπανίζει πολύ.

  Στο Βουλιαράτι της Δρόπολης κατέγραψε το 1967 ο ερευνητής μας κι ένα τραγούδι με έντονα παγανιστικά στοιχεία.Ας δούμε πώς παρουσιάζει και αυτό (σελ. 70-71):

18. Ο ΗΛΙΟΣ ΕΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

  Είναι η πιο πλατιά από τις ελάχιστες παραλλαγές που έχουμε για το τραγούδι τούτο.Κι εδώ όμως είναι ευδιάκριτη η φθορά του τραγουδιού από τον καιρό:παρουσιάζεται με ασάφειες και,κάπου κάπου,με αντιφάσεις.
  Γίνεται λόγος για τον Ήλιο,ο οποίος,όπως οι θρυλικοί ήρωες,γεννιέται και μεγαλώνει υπερφυσικά,δε φοβάται ήλιο,θεό,βασιλιά και «τρίβει τα λάχανα»,το ασκέρι του τελευταίου.Τι εκπροσωπεί ο Ήλιος;Μήπως έχουμε εδώ κάποια θολή ανάμνηση από τον Ήλιο-θεό της αρχαιότητας;Ίσως.Το τραγούδι όμως αναφέρει προφήτη.Αυτό δηλώνει πως έχουμε να κάνουμε με τον προφήτη Ηλία, που είναι για τους Νεοέλληνες κάτι σαν Ήλιος-θεός,ο Απόλλωνας,ο Φοίβος για τους αρχαίους (ας έχουμε υπόψη,μετα- ξύ άλλων,πως οι εκκλησίες του Αγίου Ηλία χτίζονται συνήθως σε κορυφές λόφων,σε κορυφές που επικοινωνούν πιο γρήγο- ρα με τον ήλιο όταν ανατέλλει).Η εκδοχή αυτή ενισχύεται κάπως και από το παρακάτω δεδομένο:Σε ένα τραγούδι για το θάνατο του Διγενή Ακρίτα συναντούμε στο όνομα Λιος.Ο Ν. Πολίτης παρατηρεί ότι σε πολλά μέρη χρησιμοποιείται σαν υποκοριστικό του Μανόλης-Μανολιός,αλλά «ενταύθα πιθανώς εννοείται ο προφήτης Ηλίας».

  Θεωρώ απαραίτητο να δούμε άλλες δύο εισαγωγές που αποδεικνύουν το ερευνητικό βάθος του συγγραφέα,αλλά κυρι- ότερα την πανάρχαια ελληνικότητα των Βορειοηπειρωτών.Η πρώτη ξεκινά το πασίγνωστο τραγούδι για το Κάστρο της Ωριάς,που καταγράφηκε το 1961 στη Δερβιτσιάνη (σελ. 76),και η άλλη το τραγούδι της δολοφόνισσας μάνας,που κατα- γράφηκε στην Τσιάτιστα Πωγωνίου το 1966 (σελ. 100-101).Θα πρέπει να πούμε ότι στο τέλος του βιβλίου περιλαμβά- νεται χάρτης με όλα τα χωριά που επισκέφθηκε κατά την έρευνά του ο συγγραφέας.

22.ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΝ ΩΡΙΑΣ

  Το τραγούδι του Κάστρου της Ωριάς (γνωστό και με πολλά άλλα ονόματα) είναι από τα πιο διαδομένα στον ελληνικό λαογρα- φικό χώρο.Σαν θέμα [κατάληψη κάστρου με προδοσία] είναι γνωστό και σε άλλους λαούς.
  Στο τραγούδι μας η ηρωίδα είναι η Ωριά (ωραία,όμορφη),η «μαυρομάτα βασίλισσα».Ο προδότης είναι χριστιανός εξισλαμι- σμένος,μεταμφιεσμένος σε καλόγερο ή σε έγκυο γυναίκα.Σε ορισμένες παραλλαγές το τραγούδι τελειώνει με την κατάληψη του κάστρου,ενώ σε άλλες (όπως στην παρακάτω) συνεχίζεται με την αυτοκτονία της όμορφης.Κυκλοφορεί και παράδοση σε πεζό λόγο στα αλβανικά για το φρούριο του Αργυροκάστρου και την πριγκίπισσα Αργυρώ (από όπου,κατά την παράδοση,πήρε το όνομα η πόλη).
  Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν πως στο τραγούδι απεικονίζεται ιστορικό γεγονός,η κατάληψη του Αμορίου (Μικρά Ασία) με προδοσία από τους Άραβες (838).
  Άλλοι συμφωνούν ως προς το γεγονός,αλλά υποδεικνύουν διαφορετικό δρόμο σύνθεσης και διάδοσης του τραγουδιού.
  Ορισμένοι διαφωνούν.
  Δεν συζητάω για το ιστορικό υπόστρωμα του τραγουδιού.Νομίζω όμως ότι, στη μορφή με την οποία παρουσιάζεται,είναι καλλιτεχνική γενίκευση.Γι΄ αυτό η λαογραφική ιστορική συνείδηση παίρνει το θάρρος να συνδέσει την υπόθεση με διάφορα κάστρα.Στα Ριζά,π.χ.,κατά μία παράδοση,το τραγούδι εξιστορεί δράμα ενός κάστρου στα ΝΔ του χωριού Μάλτσιανη,πάνω στο λόφο που ονομάζεται Αι-Λιάς.παράδοση του Βούρκου μιλάει για κάστρο που υπήρχε στη Σωρονιά κ.λπ.

38. ΜΑΝΑ ΦΟΝΙΣΣΑ

  Όπως έχει υπογραμμιστεί και αλλού,η δημοτική ποίηση πλάθει στίχους από τους πιο χαριτωμένους,για να εκφράσει τη λα- τρεία,θα λέγαμε,της μάνας.Στην παρακάτω μπαλάντα,όμως,η ποίηση αυτή ξεσπάει με απέραντη οργή κατά μιας γυναίκας,σα να θέλει να της αφαιρέσει τον ιερό ρόλο της μάνας.Είναι, αλήθεια,εξαίρεση μα μια εξαίρεση που η δημοτική ποίηση την κατα- δικάζει σαν αισχρότατη και εγκληματικότατη αλαζονεία:η «μάνα» δολοφονεί το παιδί της,για να καλύψει ανήθικη πράξη.
  Η μπαλάντα είναι γνωστή σ’ όλο τον ελληνισμό.Οι λαογράφοι συνήθως την κατατάσσουν στις μπαλάντες με γενικό τίτλο «Άπιστη σύζυγος» και διακρίνουν τέσσερις τύπους:πολεμιστής που στοιχηματίζει για την «πιστή» γυναίκα του,στρατιώτης που πληροφορείται από πραματευτή για την απιστία της γυναίκας του,γυναίκα που,για ανήθικους σκοπούς,παροτρύνει τον άντρα της να πάει με καράβι,κυνηγός που μαθαίνει την τρομερή αλήθεια γυρίζοντας από το κυνήγι.
  Η μπαλάντα μας ανήκει στον τέταρτο τύπο.
  Το θέμα είναι παμπάλαιο.Τα βασικά του μοτίβα τα βρίσκουμε στην κλασική ελληνική μυθολογία και ποίηση.Ας θυμηθούμε τους μύθους Πρόκνη-Τηρέας,Αηδών-Πολύτεχνος,Αρπαλύκη-Κλύμενας,Ατρέας-Θυέστης,τη «Μήδεια» του Ευριπίδη κ.ά.Εμ- φανείς είναι και οι σχέσεις της με τον ακριτικό κύκλο:το όνομα Κώστας,το κυνήγι,η απιστία γυναίκας κατά την απουσία του άντρα,το θρυλικό στοιχείο κ.λπ.
  Το θέμα (κυρίως με το μοτίβο της προδοσίας προς το αγόρι-πολεμιστή) το συναντούμε και στη λαογραφία άλλων βαλκα- νικών λαών,αλλά και σε άλλους λαούς.
  Για το χρόνο σύνθεσης της μπαλάντας υπάρχουν διάφορες εκδοχές.Ο S. Bode-Bovy,π.χ.,πιστεύει πως η νησιώτικη παραλ- λαγή που εκδίδει είναι προϊόν της εποχής της ενετοκρατίας (15ος–16ος αιώνας).O Ν. Βέης φέρνει σα μαρτυρία χειρόγραφο του 16ου-17ου αιώνα.Τα προαναφερόμενα,όμως,στοιχεία,ίσως μας καλούν να ψάξουμε σε παλαιότερους χρόνους.
  Με την εξαιρετικά συγκλονιστική της υπόθεση,με τα βαρυσήμαντα ηθικά μηνύματα,με την άριστη καλλιτεχνική δομή,η μπαλά- ντα έχει γίνει δημοφιλής: τραγουδιέται και χορεύεται πλατιά και σε αρκετές παραλλαγές.

  Η καλλιτεχνική αξία των τραγουδιών και η αισθητική τους αρτιότητα βρίσκεται εν πολλοίς στα ύψη που συναντάμε και στην υπόλοιπη δημοτική ποίηση της πατρίδας μας.Ας δούμε δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα.Στο πρώτο υμνείται η αδερφική αγάπη (σελ. 67),ενώ στο δεύτερο,μια ερωτική μπαλάντα,περιγράφεται ένας «άτυχος έρωτας» (σελ. 153):

Ανάθεμά τον ποιος θα πει τ’ αδέρφια δεν πονούνε!
Τ’ αδέρφια σκίζουν τα βουνά και δέντρα ξεριζώνουν.
Δυο αδέρφια είχαν μι’ αδερφή στον κόσμο ξακουσμένη.
Τη ζήλευε ν-η γειτονιά,τη ζήλευε ν-η χώρα,
τη ζήλεψε κι ο Χάροντας και θέλει να την πάρει.
Πάνει βροντάει στην πόρτα της σαν να ’ταν νοικοκύρης.
-Ποιος είσαι συ όπου βροντάς στην πόρτα τέτοια ν-ώρα,
που λείπουνε τ’ αδέρφια μου,τα λεβεντάδερφά μου;
-Εγώ είμ’ ο γιος της μαύρης γης τσ΄ αραχνιασμένης πέτρας,
εγώ είμ΄ ο πικροχάροντας κι έρθα για να σε πάρω.
        -Άφσε με,Χάροντ’,άφσε με ακόμα και δυο μέρες!
        Πρωί Σαββάτο να λουστώ και Κυριακή ν’ αλλάξω
        και τη Δευτέρα το ταχιό έρχομαι μοναχή μου.
       ‘Πό τα μαλλιά την άρπαξε,στην πλάτη του τη ρίνει.
      Κι η κόρη από τους πόνους της κλαίγεται και γουριάζει,
      αχολογούνε τα βουνά και τα στενά λαγκάδια.
      Την ήκουσαν τ’ αδέρφια της από τα κορφοβούνια,
       το Χάροντα καρτέρεσαν σε μια ψηλή ραχούλα.
      Τρεις μέρες τον επάλαψαν,του πήρανε την κόρη.
                            
Κουλουρίτσα (Αγ. Σαράντα),1955



Μια κόρη ρόδα μάζευε σ’ ωραίο περιβόλι
κι ο γιος του ρήγα πέρασε με τα λαγωνικά του,
δυο ρόδα της εζήτησε και τέσσερα του δίνει
κι αυτός στέκει και την κερνάει διαμάντι δαχτυλίδι.
Κι η μάνα της αγνάντευε από το παραθύρι:
-Έννοια σου,κόρη μ’,έννοια σου κι αν δε σε μαρτυρήσω,
βράδυ να ’ρθούν τ’ αδέρφια σου κι αν δεν τους μολογήσω.
Το βράδυ έρθαν τ’ αδέρφια της κι η μάνα μολογάει:
-Παιδιά μ’,έχετε μια ΄δερφή κι αυτή ΄ναι πλανεμένη.
-Μάνα μ’,το ποιος την πλάνεψε όπου ’ναι πλανεμένη;
-Του ρήγα ο γιος απέρασε με τα λαγωνικά του,
δυο ρόδα της εζήτησε και τέσσερα του δίνει
κι αυτός της πισωγύρισε διαμάντι δαχτυλίδι.
Ένας την πιάνει απ΄ τα μαλλιά κι ο άλλος ΄πό τη μέση
κι ο τρίτος ο μικρότερος τη μαχαιριά της δίνει.
Από το βράδυ ως το πρωί η κόρη ξεψυχάει
κι η μάνα της την έκλαιγε και τη μοιρολογούσε:
-Θέλεις τα ρούχα,κόρη μου,θέλεις τα βελουδένια,
θέλεις τα χρυσοκέντητα που σόχω καμωμένα;
-Ούτε τα ρούχα θέλω ’γώ,ούτε τα βελουδένια,
ούτε τα χρυσοκέντητα που μόχεις καμωμένα,
θέλω για να με θάψετε με τούτα ματωμένα.
Αδίκως με σκοτώσατε για δυο ζευγάρια ρόδα.
                                  Μάλτσιανη,1960


  Το απογειωτικό στοιχείο του βιβλίου όμως είναι η θαλερή Ελληνικότητά του.Ένας λεβέντικος,αγωνιστικός,μαχόμενος πατριωτισμός που πολύ συχνά συνοδεύεται και χρωματίζεται από πίκρα και παράπονο.Η αγωνιστικότητα των συμπα- τριωτών μας φαίνεται σε τραγούδια όπως το παρακάτω,δείγμα της κλέφτικης αντίστασης κατά την Τουρκοκρατία (σελ. 250):

Κλαίνε τα δέντρα,κλαίνε,κλαίνε και τα κλαριά,
κλαίνε και τα λημέρια που λημέριαζα,
κλαίνε τα μονοπάτια που περβάταγα,
κλαίνε και οι βρυσούλες πόπινα νερό,
κλαίνε τα μαναστήρια πόπινα κρασί.
Σαράντα χρόνια κλέφτης βουνόν το βουνό,
όπλο,σπαθί,φουσιέκια,όλον τον καιρό
και τώρα καρτεράω μον’ το θάνατο.
Φαρμάκι το μολύβι κι η λαβωματιά,
τα μάτια μου σβησμένα κι όλο μ’ το κορμί,
στην ερημιά μονάχος,δίχως συντροφιά,
θεριά θαλά με φάνε κι άγρια πουλιά.
                           Τσερκοβίτσα,1983


  Το επόμενο πανέμορφο τραγούδι διακρίνεται πέρα απ’ την εθνική του φλόγα και για την υψηλή ποιότητά του (σελ. 126):

Μάνα,σου λέω δεν μπορώ τους Τούρκους να δουλεύω.
δεν ημπορώ,δε δύνομαι,μου μάλλιασε η καρδιά μου.
Θα πάρω το ντουφέκι μου να πα’ να γένω κλέφτης,
να κατοικήσω στα βουνά και στις ψηλές ραχούλες,
να ’χω τα πλάγια συντροφιά και τα βουνά κουβέντα,
να ’χω με τα κλεφτόπουλα καθημερνό λημέρι.
Και φύτεψε ταντραφυλλιά και μαύρο καριοφύλλι.
όσο θ’ ανθίζουν,μάνα μου,ο γιος σου πολεμάει
κι αν τύχει και θα ξεραθούν,ο γιος σου σκοτωμένος.
Έρθε μέρα φαρμακερή,μέρα φαρμακωμένη,
τα δυο τους εξεράθηκαν κι έπεσαν τα λουλούδια.
Μαζί μ’ αυτά σωριάστηκε κι η δόλια του η μανούλα.
                                     Μετόχι (Βούρκος),1985


  Όλες οι απόπειρες για λευτεριά,όλες οι επαναστάσεις του Β.Ηπειρωτικού Ελληνισμού τραγουδήθηκαν με λαχτάρα μα και πόνο.Να ένα τέτοιο δείγμα απ’ την έκρηξη του 1769 (σελ. 208):

Μάνα,σου λέγω δεν μπορώ,σου λέγω δεν αντέχω.
δεν ημπορώ,δε δύναμαι σκλάβος για να δουλεύω.
Θα πάρω το ντουφέκι μου να πα΄ να πολεμήσω,
να κατοικήσω στα βουνά και στις κοντοραχούλες,
να ’χω τους λόγκους συντροφιά,με τα θεριά κουβέντες,
να ’χω με τα κλεφτόπουλα καθημερνό λημέρι.
                                 Άγ. Ανδρέας,1965


  Οι ποιητικές αναφορές της λαϊκής ψυχής φθάνουν μέχρι το ένδοξο 1940.Η αδημονία για την τύχη του πολέμου και των Ελλήνων πολεμιστών,η αισιοδοξία,η εθνική περηφάνια,το μίσος για τον εχθρό είναι διάχυτα στο παρακάτω τραγούδι και μαρτυρούν τη βαθιά πατριωτική έμπνευση (σελ. 237):


Να ήμουν πουλί να πέταγα,να πήγαινα τ’ αψήλου,
ν’ αγνάντευα την Ήπειρο,τη δόλια τη Χειμάρρα
πώς πολεμάν τ’ αδέρφια μας μαζί με τα παιδιά μας.
Πέφτουν ντουφέκια σα βροχή,κανόνια σα χαλάζι,
βουγγάνε τ’ αερόπλανα,τρέμουν βουνά να πέσουν.
Τίποτε τα Ελληνόπουλα,τίποτε δεν τα σκιάζει,
με την πατρίδα στην καρδιά,με το σταυρό στη μπάλα,
ρίχνουνται μέσα στη φωτιά,στους βρωμοχελωνάδες.
                                        Δούβιανη,1961

  Δόλια κι άτιμα συμφέροντα,το ξέρουμε καλά,χώρισαν το κομμάτι αυτό της γης μας απ’ τον απελευθερωμένο κορμό κι όχι μόνο μια φορά.Το 1881 το Συνέδριο του Βερολίνου αποφάσισε την παραχώρηση της Θεσσαλίας και του νομού Άρ- τας στην Ελλάδα,αφήνοντας έξω σχεδόν όλη την Ήπειρο,φυσικά και την Βόρεια.Ο αλύτρωτος Ηπειρωτικός Ελληνισμός έκφρασε το βαθύ πόνο και την οργή του για τη μεγάλη ιστορική αδικία με τραγούδια σαν ετούτο (σελ. 232):

Σ’ όλον τον κόσμο ξαστεριά,σ’ όλον τον κόσμο γήλιος
και στ’ Αϊδονάτου τα βουνά μαυρίλες και σκοτάδι,
τι φέτο ‘κάμαν τη βουλήν οχτώ μέγα βασίλεια
και βάλανε τα σύνορα στης Άρτας το ποτάμι
κι αφήκανε τα Γιάννενα,την ξακουσμένη χώρα,
κι αφήκανε την Πρέβεζα και πήρανε την Άρτα,
κι αφήκανε το Δέλβινο και τους Αγιού Σαράντες
κι αφήκαν Κάστρο ξακουστό με όλα τα χωριά του.
                                         Καρόκι,1952

  Το μεγάλο κακό για την Β.Ηπειρωτική γωνιά της πατρίδας μας έγινε το 1913.Τότε η Συνδιάσκεψη του Λονδίνου καθό- ρισε τα (σχεδόν σημερινά) σύνορα της Ελλάδας.Το χυμένο για αιώνες ελληνικό αίμα δεν πήγε ολότελα χαμένο.Έμειναν όμως εκτός Ελλάδας αρκετά απ΄ τα εδάφη της,όπως η Β. Ήπειρος.Απ΄ την ψυχή των κατοίκων των εδαφών της βγήκε το παρακάτω τραγούδι,μια συγκλονιστική κραυγή πόνου,μια γοερή κραυγή διαμαρτυρίας (σελίδες 235-236):

Τι να του κάμω του Θεού πόχει καρδιά μεγάλη
κι αφήνει ν-ατιμώρητα κρίματα κι αδικίες!
Να ’ριχνε πίσσα και φωτιά σ’ όλους τους μεγαλαίους,
όπου μας εχωρίσανε σαν το παιδί ’π’ τη μάνα.
Και πού σας φταίξαμε,τρανοί,για να μας τυραγνάτε;
Δεν είμαστε κι εμείς Ρωμιοί και λαδοβαφτισμένοι;
Αχ,Θε μου παντοδύναμε,πολύπαθε Χριστέ μου,
απλώστε το χεράκι σας και προς τεμάς τους δόλιους!
                                           Γιαννιτσάτι,1953

Δεν πρέπει να βλέπουμε στα τραγούδια αυτά μόνο τον πόνο.Αλλά και το μήνυμα να κρατηθεί ολοζώντανο κι ακέραιο το Εθνικό Μνημονικό.

Θερμά συγχαρητήρια πρέπουν στον ερευνητή-δάσκαλο Γιώργο Δ. Παναγιώτου για την τεράστια εθνική προσφορά του. Εξετέλεσε το χρέος και το καθήκον του.Χρέος δικό μας να συνεχίσουμε την πορεία μνήμης και δύναμης.Δικό μας και της Πολιτείας,που πολλές φορές το λησμόνησε και παραστράτησε σε λαθεμένους και σκοτεινούς δρόμους με πονηρές «ειρη- νικότητες» και ύπουλες,ιδιοτελείς λυκοφιλίες.
                                                                                   Μάρτης 1999  


* Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΝΔΟΧΩΡΑ,τ. 67 (2/2000),σελ. 65-72 


Γιάννης Βασ. Πέππας,Φιλόλογος-Συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια να σχετίζονται με την ανάρτηση και να είναι ευπρεπή.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.