Καλικάντζαροι – Τσιγγάνοι: μια ετυμολογική
προσέγγιση
Στη σελίδα 234 του βιβλίου του Παντελή
Ιωαν-νίδη Η άγνωστη προϊστορία των
Ελλήνων, 1980 (μπορείτε να το κατεβάσετε πατώντας εδώ) παρουσιάζεται μια απρόσμενη ετυμολόγηση των λέξεων Καλικάντζαροι και Τσιγγάνοι.Σύμφωνα με αυτήν,περί το 3.300 π.Χ.,γηγενείς πληθυσμοί α-πό την Ινδία επιτίθενται/εισβάλουν στις Ελλη-νικές κτήσεις της
Μέσης Ανατολής,της Αιθιοπίας και της Αιγύπτου (στον Ελληνικό κόσμο,δηλαδή),αφού
πρώτα είχαν ανατρέψει τους Ελληνικής καταγωγής κυρίαρχους στα μέρη τους κι
είχαν επεκταθεί δυτικότερα.
Τους εισβολείς/επιδρομείς εκείνους ο Νόνος
τους σημειώνει ως Ερυθραίους,ο Ιέρων
ως Αιθίοπες και τα αρχαία
Ινδικά-Άρεια κείμενα ως Ραξάς μεν
τους αρχηγούς τους,ως Υξώς δε τους
άνδρες τους.
Γράφει,λοιπόν,ο Παντελής Ιωαννίδης στη
σελίδα 234:
ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ
ΤΩΝ ΕΙΣΒΟΛΕΩΝ
Η παράδοση παρουσιάζει τους εισβολείς Αιθίοπες-Βλεμυάνες-Ραξάς-Ερυθραίους ως
άρπαγες,σκλη-ρούς,καταστροφικούς και στο άκρο άσχημους..
Ως θεά τους είχαν την Μαύρη Θεά,Κάλι.Γι΄ αυτό και παρέμειναν
στην ανάμνηση των Ανθρώπων της Μεσογείου ως Καλικάντζαροι,ως άνδρες της Θεάς Κάλι.Η
ανάμνηση της εισβολής των Αιθιόπων στη Μέση Ανατολή και στην Αίγυπτο και ο
τρόμος που είχαν σκορπίσει εκεί στο καταστρεπτικό πέρασμά τους διασώθηκε στη γιορτή των Καλικαντζάρων.
Κατάλοιπα των Αιθιόπων εκείνων,οι οποίοι
διασώθηκαν ελέω νικητών μετά την συντριβή τους,φέρονται
οι Βλεμυάνες,οι οποίοι εγκαταστάθηκαν
μετά την ήττα τους στην περιοχή του Α΄ καταρράκτη του Νείλου και οι περιβόητοι Τσιγγάνοι ή Τσιγκάλοι,οι οποίοι εξακολουθούν την
πλάνητα πρωτόγονη ζωή τους,όπως ακριβώς ζούσαν στα χρόνια της εισβολής τους.Ο
τίτλος Τσιγκάλοι φέρεται ότι
δηλώνει την ιδιότητά τους Τσιγγάνων-Τσιγκάλων,ως υιών της Θεάς Κάλι.
Η λέξη Τσιν δηλώνει
τον γιο κι η λέξη Κάλι δηλώνει την Θεά των Μαύρων
Κάλι.Το Τσιν φέρεται ως παραφθορά της Ελληνικής λέξης Ιν (=υιός).
Η λέξη Καλικάντζαροι έχει γνωρίσει πολλές
ερμηνείες από Λαογράφους και Φι-λολόγους (ένα δείγμα παρατίθεται ανωτέρω με το
σχετικό λήμμα απ΄ το Λεξικό της νέας
Ελληνικής γλώσσας του Μπαμπινιώτη,σελ. 816,έκδ. 2005) ώστε δύναται να
χαρακτηριστεί ως δυσετυμολόγητη.
Αντιθέτως,στη λέξη Τσιγγάνοι οι λεξικογράφοι συγκλίνουν
στην εκδοχή: Τσιγγάνος < μεσν. ατσίγγανος < αθίγγανος < α στερητ. + θιγγάνω (:αγγίζω) =ο μη αγγιζόμενος, άθικτος.Ως προς την καταγωγή
του λαού όμως,καθώς και την αποστροφή των άλλων προς αυτόν τον λαό (ο
χαρακτηρισμός αθίγγανος είναι και απαξιωτικός),τα
δύο κρίσιμα στοιχεία ουσίας δηλαδή,υπάρχει καθολική συμφωνία.
Βέβαια,στο Λεξικόν της αρχαίας Ελληνικής γλώσσης
του Ιω. Σταματάκου η λέξη αθίγγανος δεν
υπάρχει καν.Υπάρχουν (σελ. 34) τα: αθιγής
και άθικτος ( α στερητ. + θιγγάνω ).Στο Λεξικό των Liddell & Scott (τ. Α΄,σελ. 97) ως Αθίγγανοι
ορίζονται μόνον οι [αιρετικοί της ΧριστιανΟρθοδοξίας] Μελχισεδεκίται ή(;) Παυλικιανοί.Γρά-φεται: «Εν δε τω Μεγ. Ετυμ. φέρονται
τα εξής: ¨αθίγγανος,ο μη θέλων τινί προσεγγίσαι˙ από του θίγω (θιγγάνω),οι γαρ
την αίρεσιν ταύτην έχοντες ουδέν παρ΄ άλλου λαμβά-νουσιν. ¨» Στο Μέγα Λεξικόν όλης της Ελληνικής Γλώσσης του
Δ. Δημητράκου τέλος (τ. 1ος,σελ. 102-103),διαβάζουμε: «αθίγγανοι,μσν. προσωνυμία δοθείσα πιθανώς
από του τέλους του 8ου αιώνος εις χριστιανούς αιρετικούς,τους Μελχισεδεκίτας
… Οι αθίγγανοι (Μελχισεδεκίται) αναφέρονται, ως εν Αμορίω της Φρυγίας όντες το πρώ-τον,μετωκίσθησαν
δε μετά των Παυλικιανών εις Θράκην και
εκείθεν πολλοί διεσπά-ρησαν εις Ευρώπην …Μανιχαίοις και τοις καλουμένοις Αθιγγάννοις
εν χρησμαίς και οιωνίσμασι και τελεταίς απορρήτοις εχρήσατο [Νικηφόρος Α΄]
καντεύθεν εις τας χώρας τας ρωμαϊκάς εισεφθάρησαν˙ ούτω το όνομα ως προσωνυμία των αιρετικών προϋπήρξε προδήλως του της
φυλής των αθιγγάννων,ορθότ. τσιγγάνων βλ. λ. (ο τονισμός δικός μου)
Συμπέρασμα: οι λέξεις αθίγγανοι και τσιγγάνοι
από πουθενά δεν προκύπτει ότι σχετίζονται.Οι πρώτοι αποτελούσαν
χριστιανική αίρεση στο μέσο Βυζάντιο,ενώ οι δεύτεροι παμπάλαιο νομαδικό λαό από
την Ινδία,που προηγείται στην χρονολογική σειρά… Δεν γίνεται οι κατοπινοί να
ονομάτισαν τους πρώτους…
Και σε αυτήν την
περίπτωση φαίνεται ότι έχουμε μια (απ΄ τις πολλές…) περίπτωση
μηχανιστικής,αβασάνιστης αντίληψης των γλωσσολογικών δεδομένων που αν δεν δικαιώνει
τον Παντελή Ιωαννίδη,σίγουρα αποσείει
από πάνω του τον χαρακτηρισμό του αντισυμβατικού.
Ως προς τη θέση
του,τέλος,ότι Ιν (λογικά,δεν μπορεί
παρά να είναι Υιν) =υιός,δεν μπόρεσα να την διασταυρώσω.Εντόπισα,όμως,και χωρίς
να θέλω να επεκταθώ σε γλωσσικές ρίζες της ευρύτερης γλωσσικής οικογένειας,στο Ετυμολογικόν Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής του
J. B. Hofmann (Αθήνα 1974),στη σελ. 457 τη λέξη υιωνός=εγγονός,ανήκουσα στην ομάδα της
λέξης υιός,οπότε,αν αφαιρέσουμε την κατάληξη –ος, απομένει το θέμα υιων-
,όχι μακριά απ΄ το ιν/υιν, που,διασταλτικά ερμηνευόμενη,μας δίνει την έννοια
των απογόνων,των παιδιών,των γιών/«υιών».
Γιάννης Βασ. Πέππας, Φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια να σχετίζονται με την ανάρτηση και να είναι ευπρεπή.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.