Σελίδες

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

Το αλώνισμα στους Αρβανίτες του παλιού Ασπρόπυργου

 

Το αλώνισμα στους Αρβανίτες του παλιού Ασπρόπυργου

 


 ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ  ΥΛΙΚΟΣ ΒΙΟΣ

7. Το αλώνισμα.

 Από την αρχή του μεσοπολέμου μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες -μισό και πλέον αιώνα- το αλώνισμα στον Ασπρόπυργο γινόταν με αλωνιστικές μηχανές.Στην περίοδο αυτή η καλλιέργεια άρχιζε από τα ριζά των βουνών που περικλείουν τον κάμπο και έφτανε στη θάλασσα.Πριν το σαράντα υπήρχαν δύο αλωνιστικές,του συνεταιρισμού και η ιδιωτική του Καούτσκι.Μετά τον πόλεμο και η ιδιωτική του Καματερού.Σε άλλο κεφά-λαιο αυτής της μελέτης θα γραφούν λεπτομέρειες για τη μορφή και τη λειτουργία των αλωνιστικών μηχανών.
 Όλο τον χρόνο,όπως ήταν επόμενο,ήσαν σε στάθ­μευση σε ειδικά κτήρια,αλλά την ά-νοιξη άρχιζε η συ­ντήρηση και επισκευή που διαρκούσε μια και ο μηχα­νικός είχε κοντά του έναν το πολύ δύο βοηθούς.Έπρεπε να επισκευάσουν και να συντηρήσουν ό,τι χρει-αζόταν στο σύνολο των μερών που τις απαρτίζανε και που η κάθε μια αποτελούσε ο-λόκληρο συρμό.  
   Ο κάμπος είναι επίπεδος.Δεν υπήρχε καμιά δυ­σκολία να μετακινηθούν σε διάφορες τοποθεσίες.Ωστόσο οι μετακινήσεις δεν ήσαν αρκετές.Μια,δυο βία τρεις όλες κι όλες. Οι θέσεις δεν ήσαν πάντα σταθερές. Δεν ήταν απαραίτητο στις ίδιες τοποθεσίες να μετακινηθούν και την επόμενη χρονιά.Πάντως,κάποιες συνεννοήσεις θα έπρεπε να γίνονται ώστε να γνωρίζουν οι καλλιεργητές πού θα αλωνίσει η κάθε μηχανή και να τοποθετήσουν ανάλογα με την επιλογή τους την θημωνιά τους.
  Η έξοδος της μηχανής αποτελούσε γεγονός.Σήμερα ή την τάδε ημέρα ή τότε «βγαί-νει» η αλωνίστρα του Συλλόγου ή ανάλογα του «Γερμανού».Την αλωνιστική μηχανή έλεγαν αλωνίστρα.Ήταν ένα θέαμα κυρίως για τα παιδιά να βλέπουν αυτό τον συρμό να διασχίζει τους δρόμους του χωριού και να κατευθύνεται στον κά­μπο σφυρίζοντας κα-τά διαστήματα για να γίνει αντιληπτό το πέρασμά του.
Επέλεγαν ένα σημείο,ανάμεσα στις συγκεντρω­μένες θημωνιές των οποίων ο αριθ-μός ήταν αρκετά μεγάλος,ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντινή η απόσταση κατά τη μεταφορά των δεματιών από τη θημωνιά στην αλωνίστρα την ώρα του αλωνισμού.
Θα προσπαθήσω να αποδώσω,όσο μπορέσω,την εικόνα στον χώρο του αλωνισμού. Ο αναγνώστης ας φανταστεί για λίγο τον εαυτό του επισκέπτη.Θα δια­πίστωνε από κάποια απόσταση,καθώς θα κατευθυνόταν εκεί,ότι σ΄ ένα χώρο που τον περικλείανε θημωνιές ανέβαινε σύννεφο από μπουχό με σκόνη και με πολύ μικρά κομμάτια άχυρο και καθώς ανέβαινε διαφο­ροποιούσε σε διαύγεια την ατμόσφαιρα σε αρκετό ύψος. Πλησιάζοντας,δυνάμωνε η οχλοβοή και ο θό­ρυβος από τη λειτουργία της αλωνιστικής. Το πλήθος που βρισκόταν εκεί συμμετείχε με διαφορετικούς ρό­λους.Πρώτα οι εργάτες της αλωνίστρας.Ο μηχανικός στο πόστο του,την κυλινδρομηχανή.Τεράστια.Αυτή για την έλξη,τη μεταφορά του συρμού.Αυτή για τη μετάδοση της κίνησης.Χωρίς αυτήν η αλωνίστρα ήταν άχρηστη.Για να γίνει πιο αντιληπτή στον αναγνώστη,ήταν ίδια με εκείνες που χρησιμοποιόντουσαν για την επίστρωση δρόμων.Ίσως η ονομασία να είχε προέλθει από τους τρεις τεράστιους σιδερένιους κυλινδρικούς τροχούς.  
Η μπατόζα (το πιθανότερο να είναι ιταλική λέξη,πάντως στα γαλλικά μπατάζ είναι ο αλωνισμός) ήταν το πρώτο το μεγαλύτερο σε όγκο και ύψος μέρος της αλωνιστικής και το σημαντικότερο.Άλλοι ανεβασμένοι πάνω στη σκεπή της δεχόντουσαν τα δε-μάτια που τους πετούσαν οι άλλοι από κάτω και τα τοποθετούσαν εκεί που τα έπαιρνε μέσα η μπατόζα για τη συνέχεια.Κάτω άλλοι κουβαλούσαν κι άλλοι πετούσαν τα δε-μάτια στη σκεπή.Μπροστά από μία χοάνη έβγαινε το στάρι διαχωρισμένο από το πε-ρίβλημά του.Ήταν τοποθε­τημένο ένα ξύλινο αμπάρι,που συγκρατούσε ότι περίσσευε από το γέμισμα του πινακίου.Ήταν το πι­νάκιο σκεύος σχήματος κυλινδρικού.Η μια του επίπεδη επιφάνεια ανοιχτή με λαβή σε θέση διαμέτρου.Ο εργάτης που στεκόταν μπροστά άφηνε για λίγο να χυθεί από το γεμάτο πινάκιο στο αμπάρι και με ένα σανίδι σάρωνε την επιφάνεια,έτσι ώστε το πινάκιο να είναι πλήρες.Συνεχιζόταν η διαδικασία για συσκευασία και μεταφορά του σταριού,ενώ παράλληλα ο αριθμός των πινακίων μετρούσε και το μέγεθος του αλωνίσματος.Π.χ. ο τάδε έκανε 300 πινάκια,ο δείνα 420 κ.λπ.
Σε ελληνικό λεξικό δεν βρήκα λέξη πινάκι ως μο­νάδα μέτρησης.Όμως και στο σχή-μα και στο μέγεθος ταιριάζει το τούρκικο κοιλό που αντιστοιχεί σε 24 πε­ρίπου οκάδες. Αν δεν αντιστοιχούσε σ΄ αυτό,ήταν κάτι παρεμφερές.
Στην πίσω πλευρά της μπατόζας προσκολλημένο δεύτερο μέρος που συνέχιζε την επεξεργασία του ά­χυρου και αυτό ακολουθείτο από ένα τρίτο,όπου τε­λείωνε και η διαδικασία με το άχυρο.Συσκευασμένο σε μπάλες ραμμένες με σύρμα μεταφέρονταν και τοποθετούνταν σε ντάνες ξέχωρα για κάθε γεωργό.Ένας αριθμός εργατών συμμε-τείχε σε όλη αυτή τη δια­δικασία.
Αλλά δεν ήσαν μόνοι οι εργάτες της αλωνίστρας.Όταν αλώνιζε ο γεωργός,συνοδευ-όταν από ολόκληρη κουστωδία,την οικογένεια του σχεδόν όλη και τυχόν συγγενείς ή εργάτες.Να μεταφέρουν από τη θημωνιά κοντά στην αλωνίστρα δεμάτια,να συσκευά-ζουν για μεταφορά το αλώνισμα.Σούστες,άλογα,μεταφορές.Να φορτώσουν τις μπά-λες άχυρο για την αποθήκη.Και δεν ήταν μόνο όσοι αλώνιζαν τη συγκεκριμένη στιγμή.Ήσαν κι όσοι συνέχιζαν εργασίες που δεν είχαν ολοκληρωθεί και άλλοι προ-ετοιμάζονταν,γιατί θα ακο­λουθούσε η δική τους σειρά.Μετά την μεταφορά του στα-ριού στο σπίτι και πριν το τοποθετήσουν σε αμπάρια,έστρωναν στις αυλές στρωσίδια και το άπλωναν αφή­νοντάς το μια δυο μέρος στον ήλιο να στεγνώσει.


 Η περίοδος των αλωνιστικών μηχανών είναι ως προς τη χρονική της δι-άρκεια ασήμαντη,αν τη συγκρίνουμε με ό,τι προηγήθηκε και ίσχυσε σχε-δόν πανομοιόμορφα από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα σε πολλές πε­ριοχές.Στον Ασπρόπυργο,σε αγροτόσπιτα που δεν τα έχουν υποκαταστή-σει ακόμα με νέες οικοδομές,θα υπάρχουν κάποια αγροτικά εργαλεία που θυμίζουν το παραδοσιακό αλώνισμα.Στη θέση Ομπόρες μέχρι πριν λίγα χρόνια,όσο οι διατεταγμένες μπουλντόζες δεν είχαν σαρώσει με σκοπό να τα εξαφανίσουν και τα τελευταία ίχνη αυτού του ιστορικού οικισμού,είχε διατηρηθεί σε άριστη κατάσταση το αλώνι.Αλλά και διάφοροι χώροι κοι-νόχρηστοι στον κάμπο κι ακόμα στα τότε όρια του χωριού -με την αλλαγή χρήσης της γης δεν υπάρχουν- είχαν χρησιμοποιηθεί για το αλώνισμα.  
  Αν λάβουμε υπόψη τη σύσταση και το επίπεδο του εδάφους,δεν πρέπει να απαιτείτο ειδική φροντίδα για το φτιάξιμο του αλωνιού.Ο Δημήτρης Λουκόπουλος (δες Γεωργι-κά της Ρούμελης) διακρίνει τ΄ αλώνια σε χωματάλωνα που τα στρώνανε με λάσπη α-νακατεμένη με κοπριά βοδιού,γελαδοσβουνιά,ώστε καθώς αυτή θα είχε ξεραθεί,δεν θα επέτρεπε να βγαίνουν τα χώμα­τα με τις πατημασιές των αλόγων.Και σε πετράλω-να,που για να τα κάνουν επίπεδα οι μαστόροι έκτιζαν στο χαμηλότερο μέρος τοίχο,τη σφεντόνα,για να βαστάει τα χώματα και ολόγυρα στο αλώνι έφτιαναν τα χείλη με πλακωτές πέτρες που έμπηζαν τη μια κοντά στην άλλη.Ο Φαίδων Κουκουλές (Βυζα-ντινών βίος και πολιτισμός,Τόμος Ε,σελ. 263) γράφει για το αλώνι παραπέμποντας σε βυζαντινή βιβλιογραφία.Ότι κατασκευαζόταν σε τόπο υψηλό για να δέχεται τον άνε-μο,ήταν κυκλικό με φυτεμένες πλάκες στην περιφέρεια,το έδαφος ήταν στρωμένο με πλάκες ή ήταν χωμάτινο που το κατάβρεχαν και το πατούσαν με κύλινδρο για να μην υπάρχουν ρωγμές και παίρνουν τα μυρμήγκια τον καρπό.Ο Ησίοδος (Έργα και ημέ-ραι,στ. 598,599) γράφει στον αδελφό του Πέρση: Ευθύς μόλις πρωτοφανεί ο γίγαντας Ωρίωνας (εννοεί τον αστερισμό) τ΄ άγιο της Δήμητρας το στάρι να λιχνίζουνε,μέσα σ΄ ένα τόπο καλοπνεούμενο και πάνω σ΄ ένα αλώνι καλοϊσιασμένο.Στην Τήνο (Γ. Αμοι-ράλης,Αγροτικά έθιμα της Τηνου,Λαογραφία ΚΗ σ. 378) γράφει: Το αλώνι έχει σχήμα κύκλου,περίπου ένα μέτρο πιο βαθύ στη γη με κάθετες πλάκες στην περιφέρεια,τους «αζούρους» να κρατάνε το χώμα.Στο χωριό Πελεκάνο της επαρχίας Σιάτιστας τα αλώ-νια τα καθαρίζουν από τα αγριόχορτα και τα αλείφουν με σβουνιά για να μη βγαίνει το χώμα.Στη μέση στερεώνουν το «στέντζερο»,γύρω από το οποίο γυρίζουν τα βόδια ή τα άλογα.
  Βόδια,άλογα,μουλάρια ήσαν τα ζώα που χρησι­μοποιούσαν γενικά στο αλώνισμα.Τα ίδια ζώα και στην Αρχαία Ελλάδα,όπως αναφέρει ο Ξενοφών (Οικονο­μικός XVIII,5) και τονίζει ότι την όλη φροντίδα για το αλώνι και τα ζώα είχαν οι επαλωσταί.Επαλώστης,ο (επί+αλοάω),ο αλωνίζων,ο ελαύνων βους κατά το αλώνισμα.(Ι. Δρ. Σταματάκου: Λε-ξικόν αρχαίας ελ­ληνικής γλώσσης).
 Τη λέξη βαλμάς χρησιμοποιεί ο Ε. Μώρος,μετα­φραστής του «Οικονομικού» για να ερμηνεύσει τον επαλώστη.Ο Δ. Λουκόπουλος γράφει ότι οι Ρουμελιώ­τες αλωνίζουν μόνο με άλογα και στην ανάγκη με μου­λάρια ή γαϊδούρια.Τα άλογα του αλωνισμού τα τρέ­φουν κυρίως τσοπαναραίοι που τους λένε βαλμάδες.Πριν από τον αλωνισμό τα έ-χουν απολυμένα στα βοσκοτόπια και βόσκουν λεύτερα.Όταν φτάνει ο και­ρός τα πιά-νουν,τα καλιγώνουν και συνεταιρίζονται με άλλους βαλμάδες που τα άλογά τους,ται-ριάζουν.Κατά τον Ν. Π. Ανδριώτη βαλμάς -λέξη άγνωστου έτυμου- είναι ο βοσκός μεγάλων ζώων.Ο Δ. Δημητράτος ερμηνεύει τον βαλμά ως εκείνον που τρέφει άλογα ή μουλάρια για εμπορία ή μίσθωση.Οι λαογράφοι που ερευνούν τον υλικό βίο θεωρούν τον βαλμά εξει­δικευμένο να χρησιμοποιεί άλογα στον αλωνισμό.
  Στον Ασπρόπυργο δεν ήταν δυνατό να υπάρχουν βαλμάδες και να τρέφουν άλογα με σκοπό να τα χρη­σιμοποιήσουν στο αλώνισμα.Κι ούτε θα έπρεπε να τους ήταν γνωστή η λέξη και η ερμηνεία της.Το αλώ­νισμα περιλαμβανόταν στον κύκλο των γεωργικών εργασιών.Η γνώση και η εμπειρία περνούσε από τη μια γενιά στην άλλη και χρησι-μοποιούσαν στο αλώνισμα τα ζώα που είχαν και για τις άλλες αγροτικές δουλειές. Πολλές οικογένειες χρησιμοποιούσαν ιδιόκτητα κτήματα στα όρια του χωριού.Θέμα όμως προ­τεραιότητας δεν έπρεπε να υπήρχε ούτε στους κοι­νόχρηστους χώρους -δεν είναι γνωστές παρόμοιες διαφωνίες- γιατί,όπως γράφτηκε πάρα πάνω,το επίπεδο του εδάφους και η σύστασή του δεν απαιτούσαν ιδιαί­τερη φροντίδα για να δημιουργηθεί ένα αλώνι και κατά συνέπεια δεν δημιουργείτο στενότητα χώρου.
  Ο Λ. Λουκόπουλος γράφει ότι η σειρά εξασφαλι­ζόταν ανάλογα με το ποιος έμπηζε γρηγορότερα ένα χερόβολο στάρι στη κορφή του στρίγερου.Ήταν ο στύλος που έμπη-ζαν στο κέντρο του αλωνιού.Ο Λουκάτος το γράφει στοιχερό,στην Οφιονεία της Ναυπακτίας στρίαρο,στον Πελεκάνο της Σιάτιστας στέντζερο και στιγερό στην Τσα-κωνιά.Στην Οφιονεία της Ναυπα­κτίας,επειδή τα αλώνια είναι λίγα,και σ΄ αυτά πρέπει να αλωνίσουν όλοι οι γεωργοί,για να πάρουν σειρά την καπαρώνουν τοποθετώντας μεσ΄ στ΄ αλώνι όρθιο ένα δεμάτι.
Κατά την προετοιμασία του αλωνίσματος,μετά το σκούπισμα άπλωναν τα δεμάτια στο αλώνι -η εμπειρία ήταν κι εδώ απαραίτητη για το πώς θα τα απλώσουν- και φρόντιζαν,πριν να αρχίσουν,να προστατεύσουν τα ζώα ώστε να μη περνάει η άχνη από το άχυρο στα ρουθούνια.Πολύ παλιά τακτική.Οι Βυζαντινοί τα προστάτευαν δένοντας στο στόμα τους ένα καλάθι συνήθως φτιαγμένο από βούρλα,τον φιμό ή κημό.
Πώς γινόταν όμως το αλώνισμα; Ποια ήταν η διαδικασία; Δύο ήσαν βασικά οι τεχνι-κές.Η μια μόνο με τη χρήση των ζώων,η άλλη με τη χρήση της δοκάνης.Στην πρώτη διαδικασία περνούσαν μια θηλιά στο λαιμό κάθε ζώου και τις ένωναν μεταξύ τους.Μια ζυγή με δυο ή περισσότερα,διζευγία με τέσσερα ή περισσότερα σε δύο σειρές. Έδεναν μια τριχιά στη θηλιά του μέσα προς το κέντρο αλόγου και την άλλη στο στοιχερό.Τα ζώα άρχιζαν να περιστρέφονται,η τριχιά όλο και τυλιγόταν στο στοιχερό και τα άλογα σίμωναν όλο και περισσότερο προς το κέντρο κι όταν ήταν πια δύσκολο να γυρίζουν,τα σταματούσαν, άλλαζαν τη φορά τους προς την αντίθετη κατεύθυνση δένοντας την τριχιά στη θηλιά του ζώου που πριν ήταν στην έξω θέση και τώρα έ-παιρνε την εσωτερική.Έτσι τα στάχυα τσακίζονταν,ο καρπός βαρύτερος πήγαινε κάτω και από πάνω τα άχυρα.Κάποια στιγμή σταματούσαν τα ζώα να τα ξε­κουράσουν και με τα δικούλια αναποδογύριζαν το αλωνισμένο,αλλού το λένε λειώμα,αλλού μάλα-μα,ώστε τα στάχυα που θα είχαν μείνει κάτω ατσάκιστα να έρθουν στην επιφάνεια.Η διαδικασία συνεχιζόταν μέχρι που να διαπιστωνόταν ότι το αποτέλεσμα είχε επέλθει. Τότε το συγκέντρωναν σε ημικυκλικό σωρό,που σε ορισμένες περιοχές το ονομάζουν λαμνί (από το λάμνω που σημαίνει ελαύνω,θέτω σε κίνηση,οδηγώ).  
Από τις δοκάνες που υπάρχουν ακόμα σε ορισμένα αγροτόσπιτα στον Ασπρόπυργο βγαίνει το συμπέρασμα ότι ακολουθούσαν τη δεύτερη τεχνική.Αλλά και υπερήλικες που έχουν βιώματα από τα νεανικά τους χρόνια βεβαιώνουν ότι γνώρισαν το αλώνι-σμα με το ντουγένι.Η λέξη δοκάνη έχει πολλές σημασίες,μεταξύ των οποίων μία είναι και η ακόλουθη.«Αλωνιστική συσκευή εξ επιμήκους σανίδος μετά πυριτολίθων».Αυτό είναι και το ντουγένι.Μακρόστενη σανίδα που στη μια της πλευρά έχουν τοποθετηθεί πυριτόλιθοι που μοιάζουν με μαχαίρια.Αυτή η επιφάνεια πατάει πάνω στα δεμάτια.Η μια άκρη της σανίδας κόπτεται ελαφρά αντίθετα από την επιφάνεια των πυριτολί-θων.Εκεί είναι τοποθετημένος χαλκός για να προσδεθεί και να συρθεί από το ζώο.Κα-τά την ώρα του αλωνισμού ευέλικτος νέος πατούσε πάνω στο ντουγένι και πολλές φο-ρές ισορροπούσε κρατώντας την ουρά του αλόγου,όπως μου διηγήθηκαν.
Ο Φ. Κουκουλές αναφερόμενος στα κείμενα των βυζαντινών γράφει ότι εκτός από τα βόδια που πατού­σαν τα στάχυα υπήρχαν και όργανα για να τα θρύβουν (θρυμμα-τίζουν).Και είναι οι τρίβολοι,κοινώς η τυκάνη ή δουκάνη,η οποία ήταν σανίδα που είχε μήκος μέχρι δύο μέτρα και είχε από κάτω περασμένους σκληρούς και οξείς πυρόλι-θους,που κατέκοπταν τα άχυρα.
Ο Θ. Π. Κωστάκης (Γεωργικά της Τσακωνιάς,Λαογραφία,Τομ. ΛΑ΄, σελ. 14 επ.) την αναφέρει σβάρνα.Γράφει ότι δεν δένει ο γεωργός τη σβάρνα από την αρχή στα ζώα,αλ-λά τα γυρίζει χωρίς αυτήν για να κατακαθήσουν πρώτα τα δεμάτια κατευθύνοντας τα ζώα με το καπιστρόσκοινο.Όταν δένουν τη σβάρνα,βάζουν κάποτε πάνω ένα μικρό παιδί,όχι μεγαλύτερο,από φόβο να μη κοπούν τα λουριά.Κάθε τόσο σταμα­τούν τα ζώ-α,αναποδογυρίζουν τη σβάρνα και την καθαρίζουν από τα άχυρα που χώνονται ανά-μεσα στις σβαρνόπετρες και τα πριόνια και εμποδίζουν το κό­ψιμο.Άρα δοκάνη,ντουγέ-νι και σβάρνα της Τσακωνιάς,αν τυχόν κατασκευαστικά δεν είναι ακριβώς το ίδιο εργαλείο,εξυπηρετεί την ίδια τεχνική σχετικά με το αλώνισμα.
Οι εργασίες στη συνέχεια συμπίπτουν.Το γύρισμα του αλωνιού με τα δικράνια,το μάζεμα,το λίχνισμα,το δρεμόνισμα,η μεταφορά της σοδειάς.Ακόμα και τα εργαλεία του αλωνισμού είναι παρεμφερή.Σε πάπυρο του Φαγιούμ (100 μ.Χ.) ένας γεωργός ζητάει να του σταλούν δύο θρίνακες,δύο λικμητρίδες και ένα πτύον.Είναι εργαλεία που χρησιμοποιούνται στο λίχνισμα.Το δικούλι ή δικριάνι,το τριάχτυλο,το θρινάκι,ο για-μπάς,το καρπολόγι είναι είδη ξύλινου φτυαριού με δόντια κατασκευασμένα με τρόπο παρεμφερή και για την ίδια συγκεκριμένη χρήση.Στο λίχνισμα,ο λιχνιστής πρέπει να είναι έμπειρος ώστε να μην του ξεφύγει το στάρι και να ακολουθήσει το άχυρο.Επί-σης,έχει σημασία η ένταση του ανέμου,η θέση του λιχνιστή.Όταν το πολύ άχυρο έχει ξεχωρίσει από τον καρπό,χρησιμοποιείται το φτυάρι.Ο αέρας παίρνει το άχυρο που έχει ακόμα μείνει στο σιτάρι.  
Ο σωρός του σταριού,το λαμνί,θα περάσει από το δρεμόνι,μεγάλο κόσκινο με δερ-μάτινο πάτο και με­γάλες τρύπες.Το στάρι περνάει από τις τρύπες και το δρεμόνι συγκρατεί πέτρες,κότσαλα,άτριφτα στάχυα και άλλες ξένες ύλες.Ακολουθεί και δεύτε-ρο πέρασμα από συρμάτινο κόσκινο που συγκρατεί το στάρι και αφήνει να περάσει ο μπουχός,το χώμα το οποίο θα έ­χει τυχόν απομείνει.
    Σχετικά με τα αγροτικά εργαλεία ο Θανάσης Κιζλάρης (Αγροτικός βίος των Θρα-κών,Λαογραφία ΙΒ΄,σ. 407) εκτός από τα ήδη γνωστά μας πλέον όργανα ντουκάνη,δι-κιργιάνι,γιαμπά (για το λίχνισμα με 5-6 δόντια),καρπολόγι,δρεμόνι,κόσκινο προσθέτει ακόμα την τσουγγράνα που τραβάει τα κότσαλα στην άκρη,τον σύρτη,τα φρουκά-λια,σκούπα από χόρτο,κυρίως όμως το γιουβαρλάκι.
   Yuvarlak,λέξη τούρκικη,σημαίνει σφαιρικός.Είναι λέει πέτρα σφαιρική ή ξύλο,σέρνε-ται από μια ουρά αμαξιού με δύο τροχούς και αλωνίζει κριθάρια,βρώ­μες,σίκαλη α-φήνοντας την καλαμιά χονδρή,σάλμα,που μ΄ αυτή σκεπάζουν το άλλο άχυρο και τα μαντριά των προβάτων.
  Ρωτήθηκαν Ασπροπύργιοι μεγαλύτερης ηλικίας,που έζησαν περισσότερο την παρά-δοση,αν γνώριζαν έθιμα για το αλώνισμα και γενικά για τις γεωργικές εργασίες που να σχετίζονται με τη μαγεία.Αν πίστευαν στην αποτελεσματικότητά της,στην ενέργει-α υπερφυ­σικών δυνάμεων που δεν εξηγούνται με φυσικούς νό­μους,ότι θα μπορούσαν να πετύχουν το ποθούμενο με πράγματα,λόγους ή πράξεις που είχαν εξαιρετική δύ­ναμη ή ότι μπορούσαν να εξαναγκάσουν τον θεό με λό­γους ή πράξεις.Η απάντηση ήταν αρνητική.Υπήρχαν μαγικές ενέργειες που σχετίζονταν με τους κύριους σταθμούς της ανθρώπινης ζωής.Πίστευαν επίσης σε κατάδεσμους,καρφώματα,ξεματιάσματα, ξόρκια,φυλακτά,αλλά παρόμοια έθιμα που να σχετίζονται με αγροτικές εργασίες δεν προκύπτει να υπήρχαν.Πε­ριορίζονταν μόνο στην ευλογία της εκκλησίας.
 Ακολουθούν μερικά παραδείγματα,ενδεικτικά,εθίμων που σχετίζονται με το αλώ-νισμα και άλλες γε­ωργικές εργασίες.Στη Ρούμελη,ενώ λιχνίζει ο γεωργός όλη μέρα, μπήζει στο σωρό ένα μαχαίρι,για να σιδερώσει το σιτάρι,να πάρει του σίδερου τη στε-ριάδα.Στον Δρυμό της Μακεδονίας,πριν περάσουν το γέννημα από το δρεμόνι,τοπο-θετούν μια σιδερένια ζεύλα για να γίνει το στάρι γερό σαν το σίδερο,κλαδιά από πα-λιούρα (είδος θάμνου) που χρησιμεύουν να αποτρέ­ψουν τη βασκανία.Θεωρούν επίσης κακό ή αμαρτία να περάσουν πάνω από το μικρό σωρό σταριού που απομένει ενώ λιχνίζουν.Για να περάσουν απέναντι κάνουν κύκλο.Και στην Τσακωνιά πετούν,τελει-ώνοντας το αλώνι,ένα σιδερικό για να σιδερώσουν τον καρπό.Στην Εύβοια,στη Γούβα του δήμου Ιστιαίων,όταν έχουν τελειώσει το αλώνισμα και έχει σχηματιστεί το λαμνί,η οικοδέσποινα κρατώντας λαγήνι προσφέρει νερό στους αλωνιστές να πλυθούν.Και κά-θε ένας που πλένεται ραντίζει κυκλικά το γέννημα.Η συνήθεια να ραντίζει η σύζυγος τον γεωργό που επιστρέφει από τη σπορά είναι έθιμο που παρατηρείται στην Επίδαυ-ρο.    
Τα καταχύσματα απασχόλησαν τη λαογραφία.
Κατάχυσμα (από το καταχέω=ρίχνω σε κάποιον από πάνω).Το ρύζι,τα άνθη,τα ρο-δοπέταλα είναι καταχύσματα.Ξηροί καρποί,σύκα,καρύδια,αμύγδαλα που προσφέρο-νται ή με τα οποία τους ραντίζουν για να εκδηλώσουν ευχές για την ευπορία τους και τη γονιμότητα.Στην περίπτωση του γεωργού της Επιδαύρου έχουμε συμπαθητική μα-γεία,που αποβλέπει στην ευόδωση της σποράς,όπως αποβλέπουν τα καταχύσματα στη γονιμότητα του ανδρόγυνου στους γάμους,στον πολλαπλασιασμό των παιδιών στη γέννηση και βάπτιση. (Ν. Γ. Πολίτης,Λαογραφία,τόμ. Γ΄,σελ. 678).Η μαγεία διακρί-νεται σε άμεση,έμμεση (αναλογική ή συμπαθητική) και έντεχνη.Στη συμπαθητική, πιστεύεται,ότι η μαγική πράξη,αφού αποτελεί απομίμηση ποθούμενου,θα προκαλέσει κατ΄ αναλογία το ποθούμενο.Τα κατασχύματα αποτελούν την έκφραση γονιμότη-τας,άρα θα προκαλέσουν κατ΄ αναλογία γονιμότητα. (Γ. Α. Μέγα: Εισαγωγή στη Λαο-γραφία, 154).
Στην Κω έχει παραμείνει μια συνήθεια που πιστεύεται ότι την πρώτη αρχή έχει στον Τριπτόλεμο,τον οποίο η θεά Δήμητρα επέλεξε για να διδάξει στον κόσμο την καλλιέρ-γεια του σταριού.Όταν ο γεωργός τελειώσει το αλώνισμα και μαζέψει αλωνισμένο και καθαρισμένο τον καρπό,συνηθίζεται να κάνει με το φτυάρι ένα σταυρό και να τον χώ-νει στην κορφή του σωρού ευχόμενος κι από χρόνου καλύτερα ή χίλια μόδια.Ο Θεόκρι-τος (πιθανολογείται ότι γεννήθηκε το 305 π.Χ.) έγραψε πολλά είδη ποίησης μεταξύ των οποίων και ειδύλλια.Το ειδύλλιο -υποκοριστικό του είδους- είναι μικρό αφηγηματικό ποίημα με υπόθεση τις περισσότερες φορές αγροτοποιμενική.Το έβδομο από τα ειδύλ-λια του Θεόκριτου επιγράφεται Θαλύσια και η σκηνή του ειδυλλίου εκτυλίσσεται στην Κω.Τα Θαλύσια ήταν καθαυτό γιορτές του θερισμού προς τιμή της Δήμητρας,αλλά γιορτάζονταν στην Αθήνα και τα Θαργήλια τιμώντας την Άρτεμη και τον Απόλλω-να,γιορτές που προηγούντο του θερισμού.Η υπόθεση του ειδυλλίου Θαλύσια τελειώνει με το τραγούδι του Σιμιχίδου ως εξής (μεταφρασμένο).Είθε το φτυάρι μου ξανά να μπήξω στο σωρό του σιταριού της (εννοεί τη θεά Δήμητρα) πετώντας το απ΄ αλάργα,κι εκείνη να γελά,κρατώντας στάχυα κι ανεμώνες.
Θάργηλος ή θαλύσιος άρτος ήταν το πρώτο ψωμί από τη νέα σοδειά που προσφερό-ταν στον Απόλλωνα.Στα Λακκοβίκια της Μακεδονίας ζυμώνουν το πρώτο ψωμί από τη νέα σοδειά,πάνε στη βρύση και το βρέχουν κι ύστερα το μοιράζουν στους περαστι-κούς.Το φάγωμα του πρώτου ψωμιού συνδέεται με μαγικές τελετές σε πολλούς λα-ούς.Σε πολλά μέρη κρατούν το τελευταίο δεμάτι του θέρους και ζυμώνουν,από το στάρι του,ψωμί με διάφορα σχήματα και το τρώνε.
Πολλά άλλα έθιμα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε που σχετίζονται με τη μαγεία και αποβλέπουν στο πο­θούμενο.

 Δημήτρης Ν. Καλλιέρης

 · Λαμπηδόνα, Περιοδική έκδοση ποικίλης ύλης Πνευματικού Κέντρου Δήμου Ασπροπύργου,τεύχος 33, 4-6/ 2004, σ. 7-11.

Σχόλιο Γιάννη Βασ. Πέππα: Η εξαιρετική και πλήρης αναφορά του αείμνηστου Δη-μήτρη Ν. Καλλιέρη στο λαογραφικό παρελθόν (από το δίτομο βιβλίο του Το χωριό μου,που κάποια στιγμή θα δημοσιοποιήσω),αν και δεν απέχει αυτό πολύ απ΄ τις μέρες μας,αποτυπώνει τις βαθιές ρίζες του όχι μόνο στους κοντινούς περασμένους αιώνες,μα και στην αρχαιότητα,φωτίζοντας,έτσι,την αδιάλειπτη συνέχεια,την ομοιογένεια και την σφριγηλή διαχρονία του Ελληνικού κόσμου!


Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Συλλογικό, Ο Εφιαλτικός ρόλος του ΚΚΕ στο Μακεδονικό (2018) pdf


Πρόκειται για πολυμορφικό αρχείο (pdf) που εντόπισα στο διαδικτυακό αχανές.Οι Ιωάννης Σκουρλέτος,Χρήστος Σκαλούμπακας και Ελισάβετ Πάσχου συγκέντρωσαν ένα απίστευτο σε όγκο,έκταση και σύνθεση υλικό ντοκουμέντων που όχι μόνο φωτίζει ξεδιαλυτικά τις προθέσεις του ΚΚΕ στα όλα γεγονότα της δεκαετίας του 1940,μα αποκαλύπτει βαθύτερα τον πυρήνα της εξαρχής φυσιογνωμίας αυτού του κομματικού στεγανού,που διαγράφει μια σταθερή τροχιά πια στο κοινωνικοπολιτικό περιθώριο της χώρας μας.
Ο αναγνώστης αυτής της κοπιώδους στη δημιουργία της,μα καθηλωτικής στη μελέτη της,εργασίας ας σκύψει με νηφαλιότητα και αφανάτιστα στο πλήθος των παρουσιαζομένων πειστηρίων.Η στέ-ρεα γνώση του χτες συγκροτεί τον ορθώς σκεπτόμενο και ενεργούντα σημερινό πολίτη.

Κάντε λήψη της εργασίας:

Συλλογικό, Η προδοσία του Μακεδονικού από το ΚΚΕ (2018)

Γ. Β. Πέππας


Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2020

Αρβανίτες στα Άνω Λιόσια,αρχές του 20ού αι.

 


Συνοδευτικό των φωτογραφιών κείμενο:

    Οι τρεις σπουδαίες ασπρόμαυρες φωτογραφίες προέρχονται απ΄ τα Άνω Λιόσια.Α-πεικονίζονται σε αυτές ζευγάρια ντόπιων κατοίκων των Άνω Λιοσίων,αρβανίτικης καταγωγής,φορώντας τις ιδιαίτερες φορεσιές τους.

   Τις φωτογραφίες αυτές μου τις εμπιστεύτηκε ο Σταμάτης Κολιός "για να τις διασώ-σω και να τις αξιοποιήσω".Ο Σταμάτης Κολιός,γέννημα-θρέμμα των Άνω Λιοσίων,ή-ταν μαθητής μου στο Εσπερινό Λύκειο Αχαρνών (Μενιδίου),όπου υπηρετούσα ως Φι-λόλογος.Η ευγενική παράδοση αυτών των φωτογραφικών κειμηλίων πρέπει να έγινε το 1998 ή το 1999,όταν ο Στ. Κολιός ήταν περίπου 20 χρονών.Ο Στ. Κολιός φοίτησε στο Εσπερινό Μενιδίου στο διάστημα 1998-2002 (το Εσπερινό Λύκειο είναι τετραετές).
   Απ΄ ότι μου είχε πει οι φωτογραφίες ήσαν οικογενειακές,σε όλες απεικονίζονταν πρό-γονοί του.Δεν θυμάμαι αν μου ανέφερε χρονολογίες,αλλά οι φωτογραφίες είναι σί-γουρα προπολεμικές και,εκτιμώ,απ΄ τις ενδυμασίες,μεταξύ 1915-1930.Η Αθήνα ήταν κοντά στα Άνω Λιόσια και υπήρχε η δυνατότητα φωτογράφησης,ακόμα και τόσο πα-λιά.
   Δυστυχώς,αυτές οι σπάνιες φωτογραφίες παρέμεναν ξεχασμένες σε ένα ράφι μου ως τον Αύγουστο του 2020,οπότε,σχεδόν τυχαία,τις εντόπισα και αμέσως δρομολόγησα την μεταβίβασή τους στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.   

 Γιάννης Βασ. Πέππας, Φιλόλογος - Συγγραφέας










Λίγα λόγια για την φωτογράφηση

   Η φωτογράφηση των εικόνων έγινε βιαστικά και γρήγορα πάνω σε ένα σεντόνι (διακρίνεται) με ένα καλό κινητό τηλέφωνο (στην πρώτη φωτογραφία αποτυπώ-θηκε το φλας του).Ο λόγος αυτής της σπουδής γεννήθηκε απ΄ την προβληματική κατάστασή τους.
   Πάντως,οι φωτογραφίες ήσαν ακανόνιστου σχήματος,πράγμα που δυσκόλευε το "καδράρισμά" τους.Η τρίτη δε,είχε αρχίσει να αποσυντίθεται...


Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2020

Οι «ωραίες Ελένες» του Βαρνάβα!

 

Οι «ωραίες Ελένες» του Βαρνάβα!

Όπως μου έλεγε η μητέρα μου,Ελένη Πέππα,ως νεαρή,ως έφηβη,ήταν πάρα πολύ όμορφη! Μάλι-στα,η κοντινή φίλη της,Ελένη Κατσίκη,ήταν εξίσου εντυπωσιακή! Αποτέλεσμα ήταν οι δυο αυτές Βαρναβιωτοπούλες να ονομαστούν απ΄ τους συγχωριανούς τους ως οι «ωραίες Ελένες» του Βαρ-νάβα!
Η παραπάνω (αρχική) φωτογραφία,τραβηγμένη στην δύσκολη δεκαετία του 1940 (πιθανότατα το 1947),δικαι-ώνει την μητέρα μου!
Αριστερά είναι αυτή,η Ελένη,το τρίτο απ΄ τα επιζήσαντα  πέντε παιδιά (άλλα δύο πέθαναν σε μικρή ηλικία) του Γιάγκου Τουρκαντώνη και της Τασιάς Αδάμη.Το 1957 παντρεύτηκε τον Βασίλη Πέππα και απέκτησαν δυο παι-διά.
Δεξιά,είναι η άλλη Ελένη,ένα απ΄ τα εννιά παιδιά του Γιάννη Κατσίκη (Κρίκης) και της Σταυρούλας Κάκαρη. Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1950 παντρεύτηκε τον Βαγγέλη Τσιμίνη (Μπράιλας) που ήταν κι ο πρώτος κατ΄ επάγγελμα φούρναρης στον Βαρνάβα κι απέκτησαν δυο παιδιά.Ως τότε,απ΄ όσα ξέρω,σχεδόν κάθε σπίτι στο χωριό διέθετε τον οικιακό του φούρνο.Όποια οικογένεια δεν είχε φούρνο,βολευόταν σε κάποιον συγγενικό ή της γειτονιάς.Είχα την τύχη να δω ομαδική λειτουργία/χρήση,γύρω στο 1975,οικιακού φούρνου,κοντά στο πατρικό μου σπίτι.Ήταν του Αλέκου Κάκαρη (Λιέτσης).Θυμάμαι,έψησαν,εκεί και τότε,κάποιες νοικοκυρές απ΄ τα γύρω σπίτια.Υπήρχε ένας εορταστικός τόνος.Λογικά,θα γιορταζόταν κάτι που δεν έχει συγκρατήσει η μνήμη μου.Ενδέχεται,πάντως,αυτή να ήταν η τελευταία φορά που «δούλεψε» οικιακός φούρνος στον Βαρνά-βα.

Στην διπλανή φωτογραφία ξαναβρίσκουμε τις δυο φίλες. Αν θυμάμαι καλά τις πληροφορίες της μητέρας μου,είναι 1947 και οι (γεννημένες το 1929), δεκαοχτάχρονες πια,φίλες φαίνονται γελαστές και ευδιάθετες.
Τα πέδιλα που φορά η μητέρα μου (δεξιά) μας βεβαιώνουν ότι είναι καλο-καίρι,ίσως στις μέρες του πανηγυριού.Στις 29 Ιουνίου (Πέτρου και Παύλου) γιόρταζε η Εκκλησία του χωριού.Τότε το πανηγύρι ήταν τριήμερο και απο-τελούσε πραγματική κοινωνική λαϊκή εκδήλωση.Ως τέτοιο έφτασε σίγουρα μέχρι το 1975 περίπου.Έκτοτε μπήκε σε τροχιά φθοράς.Η τριήμερη διάρ-κεια άντεξε κάπου ως το 1985 περίπου. Μετά,έφθινε με ταχύτητα το έθιμο, χάνοντας ακόμα και την σκέτη αναμνησιακή φολκλορική διάσταση.Σήμε-ρα,δεν υπάρχει πανηγύρι στον Βαρνάβα…
Διακρίνουμε,στα αριστερά της ψωτογραφίας,κόσμο.Είναι μέρα γιορτινή, αναμφίβολα.Η κατασκευή στα δεξιά πρέπει να είναι οικιακός φούρνος.Δεν είναι σαφές, λοιπόν,αν πρόκειται για δημόσιο χώρο ή για κάποιο πλάτωμα γειτονιάς.Πάντως,ο μαχαλάς του παππού μου δεν είναι.Κάπου στον παλιό Βαρνάβα τραβήχτηκε η τρυφερά όμορφη αυτή φωτογραφία…!

Στην Κατοχή

                     
 Στα πέτρινα χρόνια της (Ιταλο)Γερμανικής Κατοχής οι Βαρναβιώτες δυσκολεύτηκαν,όπως κι όλος ο λαός μας.Για να το πούμε σωστά,οι Βαρναβιώτες συνέχισαν να περνούν δύσκολα,γιατί από πριν η ζωή τους ήταν στενά μετρημένη,κοπιώδης,σχεδόν τυραννισμένη.Η διατροφή και η επιβίωση των οι-κογενειών τους εξαρτιόταν αποκλειστικά απ΄ την συντονισμένη δραστηριότητα όλων των μελών του κάθε σπιτιού.Είχαν τα μικροκοπάδια τους,αμπέλια,ελαιώνες και εκτάσεις για σπαρτά και περι-βόλια.Από έξω έπαιρναν μόνο σπίρτα,αλάτι,φωτιστικό πετρέλαιο,στοιχειώδη είδη ραπτικής και κά-να ύφασμα.Λίγα πράγματα.
Ήσαν πνιγηρά υποχρεωμένοι να οργανώνουν την ύπαρξη συνεχούς,ουσιαστικής και θρεπτικής τρο-φής για τους ίδιους και τα ζώα τους.Κι ακόμα,σε μεγάλο βαθμό εξαρτιόνταν απ΄ αυτούς η ένδυσή τους,η υπόδηση,τα κλινοσκεπάσματα,τα προικιά κ.λπ.Έτσι,μέσα στην λιτή,αλλά περήφανη,ζωή τους,είχαν δομήσει μιαν οικιακή οικονομία,σχεδόν κλειστή,αυτάρκη,συνεργατική και περιορισμένη. Χωρίς δυνατότητες ανάπτυξης.
Η πιεστική αυτή κατάσταση προϋπήρχε της Κατοχής.Κατά την διάρκειά της,απλώς,επιβαρύνθηκε. Αποτέλεσμα ήταν (ένα,τουλάχιστον) ομάδες από Βαρναβιώτισσες να μετακινούνται για κάποιες εβδομάδες τον χρόνο στα εύφορα και παραγωγικά Μεσόγεια ως εποχικές εργάτισσες.Δεν έχω πλη-ροφόρηση αν κάτι ανάλογο συνέβαινε και με τους άντρες.Έτσι,στο θέρος,τον τρύγο και το λιομάζω-μα μπουλούκια γυναικών απ΄ το χωριό ανέβαιναν στα φορτηγά που ΄χαν στείλει οι εργοδότες για ένα μικρό ξενιτεμό.Τους παρεχόταν τροφή και διαμονή.Η εργασία τους διαρκούσε σχεδόν όσο το φως της μέρας.Το βράδυ,όταν μαζευόντουσαν στα κονάκια,ανοιγόντουσαν σε κουτσομπολιά ή και σε ομαδικό τραγούδι,αν η κούραση το επέτρεπε.
Τον Ιούνιο του 1944 (όπως και τα δύο επόμενα καλοκαίρια: του 1945 και του 1946) η μητέρα μου,15χρο-νο κοριτσάκι,συμμετείχε σε μιαν τέτοια αποστολή θερισμού.Παραθέτω στην αρχή της ενότητας τις δύο όψεις απ΄ το ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΑΥΤΌΤΗΤΟΣ της μητέρας μου (που ίσως επέβαλε η Γερμανική Διοί-κηση ή ίσως η ταραχώδης εκείνη την εποχή εσωτερική κατάσταση στην πατρίδα μας) που με την επίδειξή του ήταν δυνατή η ίδια η μετακίνηση και ευχερής ο έλεγχος των ταξιδιωτών σε τυχόν μπλό-κα (των κατακτητών ή των όποιων ελληνικών δυνάμεων).Ένα πολύτιμο ιστορικό ντοκουμέντο και κειμήλιο! Είχε εκδοθεί απ΄ την Υποδιεύθυνση Στρατοχωροφυλακής Καπανδριτίου.Φυσικά,η φω-τογραφία είχε ξεκολλήσει.Έχουν μείνει στο χαρτί σημάδια από εκείνη την αρχική άγνωστη κόλλα. Την ξανακόλλησα φροντίζοντας να μην θιχτούν στοιχεία.Ίσως η θέση να μην είναι ακριβής,αλλά αυτό,θαρρώ,μικρή σημασία έχει.
Κάπου μετά το 1990 η μητέρα μου μού ζήτησε να επισκεφθούμε τον τόπο που είχε εργαστεί εκείνο το καλοκαίρι του 1944 (και την επόμενη διετία).Θυμόταν ακόμα το ονοματεπώνυμο του τότε εργοδότη της και πού ήταν η ταβέρνα του! Πράγματι, πήγαμε,αλλά όχι στα Μεσόγεια,μα στην Βάρη! Φαίνε-ται,οι παλιότεροι εννοούσαν ως Μεσόγεια περιοχή ευρύτερη της σημερινής.Βρήκαμε την ταβέρνα και τους απόγόνους του μαγαζάτορα της Κατοχής,που,απορροφημένοι απ΄ τις ασχολίες τους,δεν φάνηκε να συγκινούνται από συμβάντα του πολέμου…  Όμως,η επιθυμία της μητέρας μου ικανοποιήθηκε! 

Οι πρωτοξαδερφάδες

Στα δεξιά της επόμενης φωτογραφίας είναι η μητέρα μου Ελένη,κόρη του Γιάγκου Τουρκαντώνη.Στα αριστερά η Φλώρα,κόρη του Πέτρου Τουρκαντώνη (Ντεπιάνος) και στη μέση η επίσης Φλώρα,κόρη του Κώστα Τουρκαντώνη (Κω-τσηφωλιές).Ο Γιάννης,ο Πέτρος και ο Κώστας (καθώς και οι: Χρήστος,Ειρήνη,Νίκος και Κυριάκος) ήσαν αδέρφια,παι-διά του Γιώργου και της Φλώρας Τουρκαντώνη.Δηλαδή,οι τρεις εικονιζόμενες ήσαν πρώτες εξαδέλφες.Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στα χρόνια 1950-1955 κάπου στον καλο-καιρινό Βαρνάβα.Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ο χώρος της συνάντησης να ήταν ένας απ΄ τους δρόμους (χωματόδρο-μοι,βέβαια) που περιέβαλαν την τότε Εκκλησία.Σε αυτό συνηγορεί και η σειρά των λουλουδιών που φαίνονται στο πάνω μέρος,σε μια μορφή και διάταξη ζαρντινιέρας που δεν ταιριάζει ούτε μαρτυρά σπιτικό αυλόγυρο.Λογικά οι τρεις ξαδέρφες συναντήθηκαν στην Εκκλησία (γι΄ αυτό εί-ναι καλοντυμένες και περιποιημένες) και μετά την Λει-τουργία κάποιος τις φωτογράφισε (εκ των πραγμάτων,ένας αδερφός της μάνας μου,γι΄ αυτό και η φωτογραφία διασώθηκε στα συρτάρια της.Εξάλλου,το πατρικό σπίτι της βρισκόταν ακριβώς κάτω απ΄ την Εκκλησία κι ήταν απολύτως εύκολο  να μεταφερθεί η φωτογραφική μηχανή).
Ας πούμε και κάτι άλλο,σχετικό με το όνομα της μάνας μου: οι έξι προαναφερθέντες αδελφοί τίμη-σαν τον πατέρα τους,κατά τα πατροπαράδοτα του λαού μας,βαφτίζοντας έναν γιο τους με το όνομα Γιώργος (η Ειρήνη,αν και παντρεύτηκε,δεν απέκτησε παιδιά και υιοθέτησε μετά από πολλά χρόνια μία ανιψιά της).Αντιθέτως,μόνον οι τρεις (Πέτρος,Κώστας και Κυριάκος) έδωσαν σε κόρη τους το όνομα της μάνας τους: Φλώρα.
Ο Γιάννης (παππούς μου,πήρα το όνομά του),πρωτότοκος απ΄ τα εφτά αδέρφια,γεννημένος το 1895, ήθελε να βαφτίσει την πρώτη κόρη του (την μάνα μου) με το όνομα Φλώρα.Όμως,η γυναίκα του (η γιαγιά μου) αντιδρούσε.Αυτή ήθελε να δώσει όνομα απ΄ το σόι της.Ο καιρός περνούσε,είχαν βρει και νουνό,τον Γιάννη Βούλγαρη,μα το ζευγάρι δεν κατέληγε σε συμφωνία.Έφτασε η μέρα του μυστηρί-ου και το αδιέξοδο παρέμενε.Τότε,λοιπόν,ο νουνός,λίγο πριν την τελετή (ή στο σπίτι ή μέσα στον ναό) αποφάσισε ότι όποια γιαγιά εμφανιστεί μπροστά του με το μωρό στην αγκαλιά της,αυτής το όνομα θα έδινε στην βαφτιστήρα του.Έτυχε να γίνει αυτό με την Ελένη Αδάμη,όχι την Φλώρα Τουρκαντώνη.
Να πούμε κάτι τελευταίο,ολοκληρώνοντας τούτη την ενότητα,για τον νουνό,τον Γιάννη Βούλγαρη (πέθανε στην δεκαετία του 1980): υπήρξε,κατά γενική ομολογία, τρομερός βασκανιστής,είχε κακό μάτι,μάτιαζε άνετα και βαριά.Λέγεται,χαρακτηριστικά,ότι μια φορά μάτιασε τόσο πολύ ένα άλογο που αυτό έπεσε κάτω και ψόφησε…!
Στο νοσοκομείο          


Στις ανωτέρω εικόνες δίνονται οι δύο πλευρές μιας οπισθογραφημένης (ο Γαλλικής προέλευσης όρος χρησιμοποιείται σε οικονομικές συναλλαγές,αλλά ας επιτραπεί και εδώ) φωτογραφίας που σχετίζε-ται με μια ολιγοήμερη ιατρική περιπέτεια (αφαίρεση σκωληκοειδίτιδας,αν θυμάμαι καλά) της μάνας μου στο νοσοκομείο ΝΙΜΤΣ.Ο λόγος που βρέθηκε σ΄ ένα τόσο μακρινό απ΄ τον Βαρνάβα νοσοκομείο είχε να κάνει με τον μεγάλο αδερφό της,τον Γιώργο,που ήταν τότε νεαρός ανθυπολοχαγός.
Διακρίνουμε,λοιπόν,την ημερομηνία που τραβήχτηκε αυτή η φωτογραφία: 17 Αυγούστου 1950.Απει-κονίζονται η μητέρα μου με τους γονείς της σε κάποιον εξωτερικό χώρο του ιδρύματος,που μπορεί να είναι κι ένα ευρύχωρο μπαλκόνι.Για να είναι η μητέρα μου όρθια θα ήταν η ημέρα της εισαγωγής της ή,το πιθανότερο,η μέρα που αποχωρούσε θεραπευμένη.Η διάταξη των ατόμων,το στήσιμό τους, στερεοτυπικό,κλασσικό: ο άντρας στη μέση,κυρίαρχος,ηγετικός,και καθιστός,ως από καθέδρας δια-φεντευτής.Οι γυναίκες όρθιες,ως αποτίουσες τιμή.Η σύζυγος,αριστερά,τοποθετεί το χέρι της στον ώμο του άντρα της σαν να δηλώνει στήριγμα και αποκούμπι.Όλη αυτή η σημειολογική μίνι ανάλυ-ση φανερώνει ενσωματωμένες,μηχανιστικές και σχεδόν αυτοματοποιημένες συμπεριφορές μιας προηγούμενης εποχής που διαρθρωνόταν από άλλους κώδικες έθους,διαφορετικές ισορροπίες και κληροδοτημένες πρακτικές καθημερινότητας,αλλά και μοτίβα αντιλήψεων που είχαν εδραιωθεί υποσυνείδητα χωρίς οι φορείς τους να έχουν αναγκαστικά συναίσθηση του πώς και γιατί λει-τουργούν και φέρονται.Γι΄ αυτούς,τα άτομα εκείνης της εποχής,απλά,έτσι ήταν ή,όπως αποκαλυ-πτικά διατείνονταν: έτσι τα βρήκαμε,έτσι θα τ΄ αφήσουμε!

Με το πρώτο παιδί

Φθινόπωρο 1957.Η Ελένη βρίσκεται στο μπαλκόνι του σπιτιού της.Κρατάει στα χέρια της τον πρώτο γιο της (αδερφός μου) που είχε φέρει στη ζωή λίγους μήνες πριν.Απέναντί της,ο πατέρας της παίζει με το μωρό.
Ο παππούς είναι ντυμένος χωρίς κανένα χαρακτηριστικό ιδιαιτερότητας.Αντιθέτως,η μητέρα μου δεν έχει δυτικά στοιχεία στο ντύσιμό της.Είναι ντυμένη όπως οι αρβανίτισσες εκείνης της εποχής στα μέρη μας.Φοράει φαρδύ μισοφόρι (δεν ήταν αγοραστά.  τα έφτιαχναν οι ίδιες),χοντρό πουκάμισο (αυ-τό ίσως ήταν αγοραστό) και το κλασσικό λευκό λουλουδάτο μαντήλι (οι μεγάλες γυναίκες και οι χή-ρες φορούσαν ένα κιτρινωπό,λαδί μαντήλι,το τσιμινί).Οι γυναίκες του Βαρνάβα ντύνονταν έτσι για λίγα χρόνια ακόμα.Μετά άρχισαν να έρχονται στο χωριό πλανόδιοι έμποροι (υφασματάδες,παπου-τσάδες,έμποροι ρούχων),η επαφή με τα αστικά κέντρα πύκνωσε,ήρθε και η τηλεόραση με τα δυνατά ερεθίσματά της,ε,η παλιά φορεσιά ξεπεράστηκε.Την περιόρισαν αποκλειστικά στις λογής εργασίες, αποκαλύπτοντας έτσι και πώς την αντιλαμβάνονταν: ήταν το παλιό,το ξεπερασμένο,το στραγγα-λιστικά ανεπιθύμητο.Ένας υποτιμητικός αναχρονισμός που έπρεπε ταχέως να εγκαταλειφθεί,να πεταχθεί.Πρέπει να υπογραμμίσουμε,όμως,ότι για το μαντήλι υπήρξε διαφορετική μοίρα.Ακόμα και σήμερα,λίγο ή πολύ κι ανάλογα με την περίσταση,εξακολουθεί να χρησιμοποιείται.
Στην δεκαετία του 1960 διαπράχθηκαν αιματηρά και βάναυσα εγκλήματα κατά του λαϊκού πολιτι-σμού της πατρίδας μας.Συνηθίζουμε να επικεντρωνόμαστε στην τσιμεντοποίηση και την αποψίλω-ση της Αθήνας,παραβλέποντας τον πελώριο όγκο στοιχείων του προηγούμενου υλικού βίου από ό-λες τις περιοχές της χώρας μας,που,ως άχρηστα πια,παραδόθηκαν στις φλόγες,ξεπουλήθηκαν μπιρ παρά στους παλιατζήδες,ξωπετάχθηκαν με ανακούφιση στους γκρεμούς…
Τα θαυμάσια μισοφόρια της μάνας μου (και της αδελφής της) δωρήθηκαν σ΄ έναν κουμπάρο του παππού από την Κηφισιά που είχε μαγευτεί απ΄ την αριστουργηματική εικόνα τους.Θυμάμαι την μάνα μου,όποτε ερχόταν η κουβέντα σ΄ αυτά,να μετανιώνει με πίκρα και να αναθεματίζει την α-συλλόγιστη πράξη της…

Επίλογος

Πριν από καιρό,από τούτον τον ιστότοπο,είχα παρουσιά-σει ένα αφιέρωμα στον πατέρα μου (Ο Βασίλης Κων. Πέππας στο Πολεμικό Ναυτικό
. δείτε το πατώντας εδώ).Ήθελα,έκτοτε,να πραγματοποιήσω κάτι ανάλογο για την μητέρα μου,τον πιο αγνό,άδολο και ευγενικής ψυχής άνθρωπο που γνώρισα.
Φρόντισα,καθώς πρόκειται για δημόσιας έκθεσης εργα-σία,το αφιέρωμα να μην έχει προσωπικό τόνο,μα,εμ-πλουτισμένο με λαογραφικές πληροφορίες και στοιχεία (τοπικής και γενικότερης) ιστορίας,να προκύψει κείμενο ευρύτερου ενδιαφέροντος.
Η Ελένη Πέππα έφυγε απ΄ την ζωή την άνοιξη του 2008, στα 79 της,μετά από μακρά και αξιοπρεπή μάχη με την αρρώστια.Ας είναι ελαφρύ το Βαρναβιώτικο χώμα που σκεπάζει αυτήν την άγια γυναίκα.
Η παιδική φίλη της,η Ελένη (Κατσίκη) Τσιμίνη,91 ετών την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές (16 Οκτωβρίου 2020) εξακολουθεί να δραστηριοποιείται στον φούρνο της που έχει περάσει πια στην δι-καιοδοσία του εγγονού της,Βαγγέλη Βλάχου,ο οποίος,κατά σύμπτωση,ήταν μαθητής μου στο Γυ-μνάσιο Καπανδριτίου !

Δύο βίντεο που η Ελένη Τσιμίνη θυμάται τα παλιά. Τραβηγμένα στις 28.9.2023.



Λίγο μετά,στις 23.10.2023,η κυρά-Ελένη "έφυγε". Ήταν 94 ετών.

 Γιάννης Βασ. Πέππας, Φιλόλογος - Συγγραφέας

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

Αντ. Α. Αντωνίου, Η γαμήλια στρατηγική της απαγωγής γυναικών στους Καραγκούνηδες pdf

 

Πρόκειται για εισήγηση στο 3ο Πανελλήνιο Εθνολογικό Συνέδ-ριο Θεσσαλών Καραγκούνηδων (Φάρσαλα 2014).Η εργασία σαφώς δεν είναι διεισδυτική ούτε απαιτητική.

Στο γενικό μέρος της δεν αποτυπώνεται η δομή της Καραγκούνικης οικογένειας ως και στις αρχές του 20ού αιώνα μόνον,αλλά,εκτιμώ, της Ελληνικής οικογένειας συνολικά ως εκείνα τα χρόνια ασχέτως γεωγραφικού επιμερισμού.

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των Καραγκούνηδων αποτελούσε το αγαρλίκι,μια ιδιότυπη αγορά νύφης.Αντιθέτως,η απαγωγή γυ-ναίκας (με βασικό σκοπό τον γάμο) συναντιόταν παντού,την βρί-σκουμε ακόμα και στον λεγόμενο παλιό ελληνικό κινηματογρά-φο,αυτόν τον άτυπο λαογραφικό καταγραφέα της μεταπολεμικής Ελλάδας.

Κάντε λήψη: 

Αντ. Α. Αντωνίου, Η γαμήλια στρατηγική της απαγωγής γυναικών στους Καραγκούνηδες

Γιάννης Βασ. Πέππας