Ο «Αράπικος»
χορός στον παλιό Βαρνάβα
|
Καλυμνιώτικος χορός |
Έτυχε να δω πριν από αρκετό καιρό σε μία τηλεοπτική
εκ-πομπή τον γνωστό χορό των Σφουγγαράδων.Ο
χορός αυ-τός,που απαντάται και με άλλα ονόματα (Ο μηχανικός, Καλυμνιώτικος),προέρχεται από την
Κάλυμνο,το κατ΄ ε-ξοχήν νησί των σφουγγαράδων.
Είναι ένας μιμητικός χορός,όπου ο πρώτος χορευτής
πα-ριστάνει στο μεγαλύτερο μέρος του ναυτικό που έχει προσ-βληθεί από τη νόσο των δυτών.Έτσι,παραπατάει,τρεκλί-ζει,πέφτει,υποδυόμενος
το θύμα από τη νόσο των δυτών. Στο τέλος όμως,στέκεται κανονικά στα πόδια του
και μαζί με τους άλλους χορευτές στριφογυρίζουν λεβέντικα και α-γέρωχα σε
όμορφους νησιώτικους σκοπούς.
Η σύλληψη και το μήνυμα αυτής της επινόησης είναι απόλυτα
αισιόδοξα: Παρ΄ όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι σφουγγαράδες και
γενικότερα οι ναυτικοί,η ανθρώπινη θέληση τελικά επιβάλλεται.Οι δυσχέρειες
ξεπερνιούνται,η δημιουργία,η εργα-σία,η προκοπή και η χαρά της ζωής έχουν το
καθοριστικό λόγο εν κατακλείδι!
Διαβάζουμε στην Βικιπαίδεια:
Καλυμνιώτικος
(Χορός του μηχανικού)
Ο Καλυμνιώτικος ή Χορός του Μηχανικού είναι ο
δημοφιλέστερος χορός της Καλύμνου.Ο χορός χο-ρεύεται σε διάφορες εκδηλώσεις όπως
γάμοι,γλέντια και πανηγύρια και είναι πολύ αγαπητός.Είναι κα-θαρά αντρικός
χορός.Αποτελεί αναπαράσταση του «πιασμένου» μηχανικού,δηλαδή του δύτη που
βουτού-σε με σκάφανδρο κι έχει πιαστεί,έχοντας πάθει τη νόσο των δυτών που ήταν
η ημιπαράλυση.
Αυτός ο χορός ξεκίνησε σχεδόν πριν από 50 χρόνια,αλλά οι
ρίζες του πραγματικού χορού με έναν ήρωα αληθινά πιασμένο μηχανικό,ανάγονται
στα τέλη του περασμένου αιώνα.Τότε είχαμε τους πρώτους μη-χανικούς και τους
πρώτους «πιασμένους».Η παντελής άγνοια των κανόνων κατάδυσης ήταν η αιτία που
υπήρχαν πολλά άτυχα θύματα αυτού του τύπου,δηλαδή «σκασμένοι» και «πιασμένοι».Σύμφωνα με την ιστορία,ο μηχανικός τρεμουλιάζει,πέφτει κάτω και ξανά σηκώνεται
για να χορέψει με συνοδεία την ει-δική μελωδία του μηχανικού,εμπνευσμένη από τη
σφουγγαράδικη αντρειοσύνη και γενναιότητα.
Όμοια χορογραφία υπήρχε και σ΄ έναν λαϊκό χορό στον παλιό
Βαρνάβα,που τα τελευταία σαράντα χρό-νια,δυστυχώς,δεν υπάρχει καμία αναπαράσταση
και αναβίωσή του.Τον είχα παρακολουθήσει δυο φορές στα χρόνια της δεκαετίας του
1970 στην πλατεία του χωριού μου,του Βαρνάβα.Λεγόταν αράπικος χορός και η κινησιολογία του έμοιαζε αρκετά με τον χορό
των σφουγγαράδων,οδηγώντας την σκέψη μου σε συνειρμούς συσχέτισης.Ο μιμητικός
αράπικος χορός του Βαρνάβα αποτελούσε προνόμιο
του Αλέξαν-δρου Αδάμη (Κακάτσης).Αυτός ξεδίπλωνε τις
μιμητικές φιγούρες του στην πλατεία του χωριού και αυ-τός επέλεγε αν θα έχει
έναν ή περισσότερους συμπράττοντες στο δρώμενο.Έκαναν διάφορους
αστεϊ-σμούς,μπορεί να έλεγαν και καλαμπούρια,σατίριζαν χορευτικά ανθρώπους και
καταστάσεις προσφέ-ροντας γέλιο και άνοιγμα καρδιάς στους συγχωριανούς θεατές
τους.
Απ΄ ό,τι θυμάμαι ο αράπικος χορός πραγματωνόταν αρχές της
Άνοιξης και έτσι πρέπει να είχε μια συ-νάφεια με τις Απόκριες.Σε άλλα μέρη της
Ελλάδας συναντάμε το αποκριάτικο (της πρώτης Απο-κριάς,στο τέλος του
Δωδεκαήμερου) έθιμο του Αράπη.
Οι κάτοικοι των περιοχών της ανατολικής Μακεδονίας,και
ιδιαίτερα της Δράμας,τις ημέρες των Θεο-φανίων αναβιώνουν όσο πουθενά αλλού
έθιμα και παραδόσεις που άφησαν ως κληρονομιά οι πρόγονοί τους,τιμώντας με
αυτό τον τρόπο τη μνήμη τους.
Πρόκειται για πανάρχαια έθιμα με παγανιστικές διαστάσεις
που κυρίως αναβιώνουν τις τελευταίες η-μέρες του Δωδεκαημέρου και πιο
συγκεκριμένα το διήμερο (παραμονή και ανήμερα) των Θεοφανίων και της εορτής του
Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Οι Αράπηδες,τα Μπαμπούγερα,οι Μωμόγεροι,η Καμήλα είναι μερικά μόνο από τα έθιμα που αναβι-ώνουν μέχρι τις
μέρες μας διατηρώντας έτσι αναλλοίωτες παραδόσεις αιώνων και κρατώντας
ζωντανούς συμβολισμούς που σχετίζονται με την απομάκρυνση των κακών πνευμάτων,τη
γονιμότητα του αν-θρώπου και την ευφορία της γης.
Το
έθιμο των Αράπηδων
|
"Αράπηδες" |
Ανήμερα των Θεοφανείων στη Δημοτική Κοι-νότητα Νικήσιανης
του δήμου Παγγαίου,στο Μο-ναστηράκι,στον Ξηροπόταμο και στο Βώλακα της Δράμας,τελείται με διάφορες παραλλαγές έ-να δρώμενο γνωστό ως Αράπηδες,επειδή στην
μεταμφίεση των πρωταγωνιστών κυριαρχεί το μαύρο χρώμα: μαύρες φλοκωτές κάπες
και ε-ντυπωσιακές υψικόρυφες προσωπίδες,κεφαλο-στολές από γιδοπροβιές.
Όλες οι ομάδες των «Αράπηδων» κάνουν κοινή παρέλαση στους
δρόμους,κάτω από τους εκκω-φαντικούς ήχους των κουδουνιών τους.Δύο αρ-χηγοί
ομάδων παλεύουν μέχρι την τελική πτώ-ση του ενός.Ακολούθως,γύρω από τον
πεσμένο αρχηγό,μαζεύονται όλοι,σε μια μυσταγωγία,που τε-λειώνει με την
ανάσταση του νεκρού και τον ιδιόρρυθμο ξέφρενο χορό όλων,που ακολουθεί.
Σύμφωνα με την παράδοση,η παράσταση αυτή συμβολίζει το
θάνατο του Διονύσου από τους Τιτάνες και την ανάστασή του από τον Δία και
παράλληλα την χειμερία νάρκη της φύσης που είναι ο Χειμώνας και στη συνέχεια
την ανάσταση της φύσης με τον ερχομό της Άνοιξης.
Αυτό που εντυπωσιάζει τον επισκέπτη είναι η εμφάνιση των
Αράπηδων,με την οποία ντύνονται μόνο ά-ντρες.Το ντύσιμο των Αράπηδων περιλαμβάνει τα τσερβούλια (παπούτσια)
που κατασκευάζονται από ακατέργαστο χοιρινό δέρμα και συγκρατούνται από τις
λαπάρες που είναι δερμάτινα σχοινιά και τα καλτσούνια (κνήμες με υφαντό πανί
από τρίχωμα προβατίνας) που φορούν στα γόνατα.Στο κάτω μέρος του σώματος
φορούν μπινιβρέκι (μάλλινο παντελόνι)
και στο πάνω μέρος χοντρή τσομπάνικη κάπα.Στη μέση τους φορούν τέσσερα
ποιμενικά κουδούνια (τσάνια) διαφόρων μεγεθών.Το πρόσωπο είναι κα-λυμμένο με
την μπαρμπότα (προσωπίδα) που είναι το τομάρι μιας γίδας,το οποίο είναι ραμμένο
και στερεώνεται στις άκρες του στα σχοινιά των κουδουνιών.Η μπαρμπότα στολίζεται
με ένα λευκό μαντήλι το οποίο έχει πάνω του χρωματιστά σχέδια,φλουριά και
λουλούδια.
Τα
Μπαμπούγερα της Καλής Βρύσης
Τραγόμορφες φιγούρες των «Μπαμπούγερων»,μορφές που
ξεπηδούν από τη λατρεία της Μητέρας Γης και του θεού Διονύσου.Άνθρωποι μεταμφιεσμένοι
με κατσικοδέρματα και με πρόσωπα μαυρισμένα με αι-θάλη,τραγουδούν και χορεύουν,ξορκίζοντας τα κακά πνεύματα.Ανήμερα των Θεοφανείων λαμβάνουν χώρα τα
«Μπαμπούγερα» στην Καλή Βρύση με πλήθος κόσμου να παρακολουθεί το δρώμενο.
Οι
Μωμόγεροι
Πρόκειται για ένα λαϊκό σατυρικό δρώμενο με προθεατρική
μορφή.Τελείται από τους Πόντιους με παραλλαγές σε διάφορες περιοχές της
Δράμας.Αναπαρίσταται στις αυλές των σπιτιών και στις πλατείες τις ημέρες του
Δωδεκαημέρου.Κύριο πρόσωπο ο Μωμόγερος ή Κιτί Γοτσάς με θίασο συντελεστών,όπως
η νύφη και ο γαμπρός,ο Αλής (έφιππος),ο πατέρας,ο γιατρός,ο οργανοπαίχτης,ο κουμπάρος,ο χωρο-φύλακας,δυο μικροί διάβολοι,η έγκυος γυναίκα και η
συνοδεία.
Όλοι οι συντελεστές φορούν κουδούνια,όπως και προβιές και
δέρματα τράγων.Κεντρικό πρόσωπο του θιάσου των τελεστών ο Μωμόγερος ή Κιτί
γοτσάς ή Πορδαλάς (Θρυλόριο),ο οποίος με τη δύση του ήλιου εισβάλλει με την
ακολουθία του στα σπίτια του χωριού και εμπλέκει τους σπιτονοικοκύρηδες σε
πε-ριπέτειες «εξαπατώντας» τους. Η απαγωγή της νύφης παίζει κι εδώ καθοριστικό
ρόλο,καθώς μετά από αλλεπάλληλες εικονικές συμπλοκές μεταξύ των τελεστών,το νέο
ζευγάρι,η νύφη και ο γαμπρός κα-τορθώνουν να σμίξουν,στεφανώνονται μάλιστα από
τον παπά που εισέρχεται στο τέλος στο θίασο επι-βάλλοντας την τάξη.Με τη
συνοδεία ποντιακής λύρας και νταουλιού,χορεύοντας και διασκεδάζοντας,τα
μωμογέρια εγκαταλείπουν το σπίτι για να επισκεφθούν το επόμενο,όπου θα προβούν
σε ανάλογους,νέ-ους αυτοσχεδιασμούς και μιμικές πράξεις.
Το
έθιμο της καμήλας
Το έθιμο τελείται στις 7 και 8 Γενάρη στην Πετρούσα της
Περιφερειακής Ενότητας Δράμας.Η εικονική καμήλα με τη συνοδεία ομάδας τελεστών
τελεί το δρώμενο με κορύφωση την εικονική σπορά και το θερισμό,καθώς και τη
σατυρική αναπαράσταση του τοπικού γάμου.
Ο συμβολισμός αυτού του καρτερικού ζώου,με την απαράμιλλη
αντοχή στην πείνα και τη δίψα κάτω από αντίξοες συνθήκες,δείχνει τις περιπέτειες
του ανθρώπου μέσα στη ζωή,τον χρόνο και την απο-φασιστικότητά του να συνεχίσει
να παλεύει κόντρα στις ελλείψεις και τις στερήσεις.
Για το έθιμο των «Αράπηδων»
στη Νικήσιανη έγραφε ο Δημήτρης
Μπουντάς στον ιστότοπο Χρο-νόμετρο (καθημερινή
εφημερίδα της Καβάλας) στις 5 Ιανουαρίου 2017:
|
"Αράπηδες" στην Νικήσιανη |
Ανήμερα των Θεοφανείων,στη Νικήσιανη του Δήμου Παγ-γαίου,
αναβιώνει το έθιμο των «Αράπηδων»,ένα έθιμο που κρατάει από την αρχαιότητα και
συνδέεται με τις λατρείες του θεού Διονύσου,αποδεικνύοντας τη μακραίωνη
ιστορία του χωριού,αλλά και των κατοίκων της.
Το όνομα «Αράπηδες» αποδόθηκε στους πρωταγωνιστές, επειδή
στη ζωόμορφη μεταμφίεση τους κυριαρχεί το μαύ-ρο χρώμα,με μαύρες φλοκωτές κάπες
και εντυπωσιακές υψικόρυφες προσωπίδες, κεφαλοστολές από γιδοπροβιές.
Όλες οι ομάδες των «Αράπηδων» κάνουν κοινή παρέλαση στους
δρόμους,υπό τους εκκωφαντικούς ήχους των κου-δουνιών τους,ώστε με τον ήχο τους
να διώξουν τα κακά πνεύματα.
Δύο αρχηγοί ομάδων παλεύουν μέχρι την τελική πτώση του
ενός.Ακολούθως,γύρω από τον πεσμένο αρχηγό,μαζεύονται όλοι,σε μια μυσταγωγία,που
τελειώνει με την ανάσταση του νεκρού και τον ιδι-όρρυθμο ξέφρενο χορό όλων,που
ακολουθεί.Από το παγανιστικό έθιμο των «Αράπηδων» γίνεται ξανά γνωστή η
λατρεία των τοπικών θεοτήτων της Γονιμότητας (του Διονύσου και της Βενδίδας),ενώ η μάχη συμβολίζει το θάνατο του Διονύσου από τους Τιτάνες και την ανάστασή
του από το Δία,όπως και μεταξύ των στοιχείων της Φύσης,στον Χειμώνα και στην
Άνοιξη,αλλά και κατ’ επέκταση ανάμεσα στο Κακό και στο Καλό,το οποίο
θριαμβεύει με την ανάσταση της φύσης, προαναγγέλλοντας τον ερχομό της άνοιξης.
Το
Μαντείο, οι Σάιοι και ο Μέγας Αλέξανδρος
Στις ψηλότερες κορυφές του Παγγαίου,που αγκαλιάζουν τη
σημερινή Νικήσιανη,υπήρχε το μαντείο του Διονύσου.Ήταν τόσο ξακουστό,που οι
θρύλοι αναφέρουν ότι μεταξύ αυτών που το συμβουλεύτηκαν ήταν ο Μέγας Αλέξανδρος
και ο Ρωμαίος Οκτάβιος.
Η αναβίωση του εθίμου των «Αράπηδων» (σ.σ. αναφέρονται
και ως Αραπ’δις) σε αυτή την περίοδο του χρόνου ήταν κατάλοιπο των
καλενταριών,δηλαδή των εκδηλώσεων που στην αρχαιότητα τελούνταν στην αρχή μιας
περιόδου.Ο «Αράπ’ς» με την επιβλητική του εμφάνιση προκαλούσε δέος και φόβο.
Άλλοι θρύλοι που συνοδεύουν το έθιμο,αναφέρουν ότι οι
κουδουνοφόροι του Παγγαίου είχαν καθο-ριστικό ρόλο στη διάρκεια της εκστρατείας
του Μεγάλου Αλεξάνδρου και στη νικηφόρα μάχη ενάντια στον βασιλιά των Ινδών,Πώρρο,το 327 π.Χ..
Ο Πώρρος παρέταξε ελέφαντες για να αναχαιτίσει τους
Μακεδόνες,με τον στρατό να τρομοκρατείται από τον όγκο των ζώων.Τότε,σύμφωνα
με τον θρύλο,στον Μ. Αλέξανδρο παρουσιάστηκαν οι Σάιοι,μια θρα-κική φυλή, που
κατοικούσε στην περιοχή της Νικήσιανης.Με τη μεταμφίεση τους,με προβιές και
τον εκκωφαντικό ήχο των τσανιών (κουδουνιών),ήταν αυτοί που τώρα τρόμαζαν τους
ελέφαντες,αναγκά-ζοντάς τους να τραπούν σε φυγή την παράταξη και τον Μακεδόνα
στρατηλάτη να κερδίζει στη μάχη.
Η
φορεσιά των Αράπηδων
|
Το έθιμο των "Αράπηδων" αναβιώνει κυρίως στην περιοχή της Καβάλας, όπου ομάδες κάνουν παρέλαση κάτω από τους εκκωφαντικούς ήχους κουδουνιών |
Παλαιότερα το έθιμο των «Αράπηδων» λάμβανε χώρα την ημέρα
της Πρωτοχρονιάς ή ανήμερα του Αϊ Γιάννη,ωστόσο εδώ και λίγα χρόνια γίνεται την
ημέρα των Φώτων, με την επιμέλεια και την αγάπη του Πολιτιστικού Μορφωτικού
Συλλόγου Νικήσιανης «Ο Αράπης».
Την ημέρα της αναβίωσης του δρώμενου (6 Ιανουαρίου),οι
πρωταγωνιστές μεταμφιέζονται,φορώντας έναν μάλλινο χι-τώνα που φτάνει ως τα
γόνατα (γνωστή ως κάπα),καλ-τσούνια (λευκές μάλλινες κάλτσες) που δένονται με
τις λαπάρες (δερμάτινοι ιμάντες),στα πόδια φοράνε τα τσαρ-βούλια, που είναι
τσαρούχια από δέρμα χοίρου,ενώ το κεφάλι καλύπτει η μπαρμπότα,που έχει
κωνοειδές σχήμα και τρύπες στη θέση των ματιών.
Παλιότερα,η καμπούρα στην πλάτη του «Αράπη» γεμί-ζονταν με
ξερά χόρτα,ενώ τα νεότερα χρόνια χρησιμοποι-ούνται μαξιλάρια.Το χρώμα της
μεταμφίεσης είναι αυστη-ρά σκούρου χρώματος,μαύρου,γκρι ή σκούρου καφέ και
εί-ναι το στοιχείο που διαφοροποιεί τους «Αράπηδες» της Νικήσιανης από τους
κουδουνοφόρους άλλων περιοχών.
Φυσικά,περίοπτη θέση στη μεταμφίεση του «Αράπη» έχουν τα
βαριά κουδούνια,τα τσανιά και το μπατάλι,που κρέμονται στη μέση του,ώστε
στον διάβα ή στον χορό του να προκαλεί όσο το δυνατόν με-γαλύτερο θόρυβο και στα
χέρια του κρατά ένα ξύλινο σπαθί,τη μαχαίρα!
Το
τελετουργικό του εθίμου
Το έθιμο των «Αράπηδων» κινητοποιεί άπαντες στη Νικήσιανη
και οι νεαροί άνδρες επιθυμούν έστω για μια φορά στη ζωή τους να μεταμφιεστούν
και να ξεσηκώσουν τον τόπο με τα κουδούνια στα σοκάκια του χωριού.Παλαιότερα,η
προετοιμασία για το ντύσιμο των «Αράπηδων» γινόταν σε σπίτια του χωριού,ε-νώ,αργότερα,ξεκινούσαν
από τρία διαφορετικά σημεία και ύστερα από πορεία συναντιούνταν στο ύψος του
Δημοτικού Σχολείου.
Σήμερα,η προετοιμασία τους γίνεται στην Αίθουσα Πολλαπλών
Χρήσεων της Νικήσιανης.Όταν ετοι-μαστούν όλοι,οι «Αράπηδες» ξεκινούν την πορεία
τους στους δρόμους του χωριού και καταλήγουν ξανά στην αυλή του Δημοτικού
Σχολείου Νικήσιανης για το τελετουργικό.
Οι «Αράπηδες» σχηματίζουν έναν κύκλο και με χοροπηδητά
προοικονομούν τη μάχη που θα ακο-λουθήσει.Μέσα σε απόλυτη σιωπή,οι κορυφαίοι
του ομίλου των «Αράπηδων» ξεχωρίζουν και βγαίνουν στη μέση του κύκλου για να
παλέψουν.
Στη
διάρκεια της συμβολικής πάλης,ο ένας «Αράπης» πέφτει νεκρός κι ο αντίπαλός
του,μαζί με τους υ-πόλοιπους «Αράπηδες» σχηματίζουν κύκλο,θρηνώντας πάνω από
τον «νεκρό»,χωρίς τον παραμικρό ήχο. Έπειτα,ο «νεκρός» ανασταίνεται κι
αρχίζει ξέφρενο χορό και δαιμονιώδη κουδουνίσματα μαζί με τους υ-πόλοιπους
συντρόφους του,που πετούν τις μπαρμπότες και αποκαλύπτουν τα πρόσωπά
τους.
Το
δρώμενο αναπαριστά τον μύθο του Θεού Διόνυσου,που σκοτώνεται στη μάχη του με
τους Τιτάνες κι ανασταίνεται στη συνέχεια από τον πατέρα του,τον Δία,ενώ
συμβολίζει τον θρίαμβο της ζωής έναντι του θανάτου,αλλά και την ανάσταση της
φύσης, με την επιβολή της Άνοιξης πάνω στον Χειμώνα!
Το
έθιμο των «Αράπηδων» αναβιώνει … στη Νικήσιανη,με διοργανωτές τον Πολιτιστικό
Μορφωτικό Σύλλογο Νικήσιανης «Ο ΑΡΑΠΗΣ»,σε συνεργασία με την Κοινωφελή
επιχείρηση του Δήμου Παγγαίου.
Στον ιστότοπο Driver Stories (χωρίς
ημερομηνία ανάρτησης) διαβάζουμε για τους «Αράπηδες» στον Βώλακα Δράμας:
Έθιμα
θεοφανείων, τα Δρώμενα του Βώλακα Δράμας
|
"Αράπηδες" στον Βώλακα |
Τα «Δρώμενα του Βώλακα» είναι ένα έθιμο μεταμφιέσεων του
Δωδεκαήμερου,που πραγματοποιούνται στο Βώλακα Δράμας,κάθε χρόνο στις 6,7 και 8
Ιανουαρίου.Αναλυτικά α-ναφέρουμε ότι διαδραματίζονται το «Έθιμο της Μπάρας»
(6/1),το «Έθιμο των Αράπηδων» (7/1) και το «Έθιμο του Γάμου και των Αρκούδων» (8/1).
Τα έθιμα αυτά,τα «χαντέτια»,όπως τα λένε στη Δράμα,είναι παγανιστικά και σχετίζονται με τη πανάρχαια λατρεία του θεού Διόνυσου.Γίνονται
κατά το Δωδεκαήμερο,την περίοδο που ξεκινάει μετά τα Χριστούγεννα και
τελειώνει την η-μέρα των Θεοφανείων και συμπίπτουν με τις χειμερινές τροπές του
Ήλιου,δηλαδή με μια καμπή του ετήσιου κύ-κλου του Ηλίου.
ΕΘΙΜΟ
ΤΩΝ ΑΡΑΠΗΔΩΝ
Το «Έθιμο των Αράπηδων» πραγματοποιείται στο Βώλακα στις
7 Ιανουαρίου,ανήμερα της γιορτής του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.Θεωρείται το
πιο εντυπωσιακό απ’ όλα τα δρώμενα και αποτελείται από ομάδες 5-6 ατόμων που
είναι μεταμφιεσμένοι σε «Αράπηδες».
Οι «Αράπηδες» είναι στην ουσία καρναβάλια που έχουν το
πρόσωπο και τα χέρια τους μαυρισμένα με καπνιά.Στην πλάτη τους φορούν
καμπούρα,φτιαγμένη από μια βελέντζα γεμάτη άχυρα,στη μέση τους ζώνονται
κουδούνια,στο κεφάλι σκεπάζονται με προβιά και στα χέρια κρατούν ένα χοντρό
ξύλο,πάνω στο οποίο στηρίζουν το σώμα τους.Περιφέρονται κρατώντας το σώμα τους
σκυφτό,υπό το βάρος της κα-μπούρας και με αυτοσχέδιο χορό και πλάγιες κινήσεις,κτυπούν τα κουδούνια με θόρυβο,δίνοντάς τους ρυθμό.
Μαζί με κάθε ομάδα «Αράπηδων» υπάρχει ο «τσαούσης» και η
«νύφη»,οι οποίοι με το δικό τους τρό-πο,συμβάλουν στο χορό και πειράζουν τον
κόσμο.Το έθιμο πραγματοποιείται υπό τους ήχους της πα-ραδοσιακής μουσικής,μέσα
από την γκάιντα,το νταχαρέ και τη λύρα.Το κρασί και το τσίπουρο ρέει ά-φθονο
και τα καζάνια με τη μαγειρευτή γίδα περιμένουν τον επισκέπτη να τη γευτεί.
ΕΘΙΜΟ
ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΚΟΥΔΩΝ
Το «Έθιμο του Γάμου και των Αρκούδων» πραγματοποιείται
στο Βώλακα στις 8 Ιανουαρίου.Αποτελεί
σατυρική αναπαράσταση του τοπικού γάμου,που ξεκινάει από το πρωί και
τελειώνει το απόγευμα,με ο-μαδικό γλέντι.
Την ημέρα του «Γάμου» βγαίνουνε και οι «Αρκούδες» που
είναι ομάδες από μεταμφιεσμένους,που φο-ρούν προβιές.Σε κάθε ομάδα υπάρχει ο
«αρκουδιάρης»,ο οποίος κατευθύνει τις «Αρκούδες» με το ντέφι και τις
προτρέπει για χορό.
Για το 2018,το «Κουμπαριό του Γάμου», θα γίνει από τη
Φιλοπρόοδη Ένωση Ξάνθης, (ΦΕΞ).
…
Ο Βώλακας βρίσκεται στο όρος Φαλακρό και απέχει 12 χλμ.
από το χιονοδρομικό κέντρο του Φαλακρού (2.100 μ),24 χλμ. από το Νευροκόπι και
32 χλμ. από την Δράμα.Το χωριό είναι κτισμένο σε υψόμετρο 830 μ. και έχει
περίπου 1.200 κατοίκους.Αποτελεί γνωστό χειμερινό προορισμό,λόγω του
χιονοδρο-μικού κέντρου,αλλά και των εκδηλώσεων που πραγματοποιούνται κατά τα
«Δρώμενα του Δωδεκαήμε-ρου» και κυρίως στα«Έθιμα των Θεοφανείων».
Εκτός της Μακεδονίας όμως,και στην Ήπειρο συναντάμε κάτι
ανάλογο: είναι ο «αράπικος» παραδο-σιακός μουσικός σκοπός.Ένας
χαρωπός,ασυνήθιστος για τον βαρύ Ηπειρώτικο τόνο σκοπός,που
χορεύ-εται από άντρες και γυναίκες.
Στην Ήπειρο δεν συναντάμε εθιμικά δρώμενα της μορφής των
«Αράπηδων» της Μακεδονίας.Και ο συ-ντηρητικός κυκλικός «αράπικος» χορός της Ηπείρου
δεν έχει καμία σχέση με το άναρχο θορυβώδες ξεφάντωμα των «Αράπηδων».Ωστόσο,ο
κοινός ορισμός (Αράπηδες – αράπικος) δεν μπορεί να είναι τυ-χαίος.Υποκρύπτεται,με
βεβαιότητα θα έλεγα,κοινή πολιτιστική αφετηρία.Σε κάθε περίπτωση,ανιχνεύ-εται ο
συνεκτικός ελληνικός προχριστιανικός παγανισμός.Μια συγκριτική (λαογραφική και
όχι μόνο) έρευνα θα ήταν χρήσιμη και διαφωτιστική.
|
Καμουζέλες στην Κέφαλο της Κω.Καρναβάλι 2017. |
Με ευχάριστο ξάφνιασμα,τον «αράπικο» χορό τον εντοπίζουμε και σε μιαν
άλλη,μακρινή απ΄ τις δύο πρώτες,περιοχή του ελληνικού χώρου/κόσμου: την Λέρο,το
μικρό νησί των Δωδεκα-νήσων! Εδώ,ο «αράπικος» σκοπός/χορός είναι πολύ κοντά με τους
«Αράπηδες» του βορρά: διονυσιακός,ξέφρενος,εκτονωτικός,ακανόνιστος,ελευθεριακός
και ζείδωρος! Οι Λεριοί «Αρά-πηδες» ονομάζονται «καμουζέλες».Καρναβαλι-κές «καμουζέλες» υπάρχουν και στη Ρόδο,την Κω,την Σύμη.Το όνομα είναι λατινογενές (απα-ντάται και στο Ιόνιο) και σημαίνει: μακρύ που-κάμισο,πουκαμίσα,που συνηθιζόταν στις εκεί αποκριάτικες μεταμφιέσεις.
Ας μείνουμε,όμως,στις «καμουζέλες» της Λέρου.Μεταμφιεσμένοι και
τούτοι,χωρίς όμως τις πομπώ-δεις,βροντώδεις,προκαθορισμένης δομής στολές των
«Αράπηδων».Οι «καμουζέλες» (άντρες και γυναίκες) ντύνονται όπως να ΄ναι,σαν
παλιάτσοι,φίρδην-μίγδην,ως ενδυματολογικές καρικατούρες («…μεταμφι-έζονται φορώντας ό,τι
πιο απλό κι ό,τι πιο ανάποδο υπάρχει στο σπίτι.Δεν αγοράζεται τίποτα. Κάποιοι
μουντζουρώνουν και το πρόσωπο,προκειμένου να αποφύγουν την μουτσούνα ή την
μά-σκα,όπως θες την λένε,και ακολουθούν μία ομάδα,η οποία είναι από κάποιους
φίλους ή οικογέ-νειες,οι οποίες επισκέπτονται κάποια σπίτια φιλικά με προσπάθεια
να μην τους αναγνωρίσουν οι άλλοι,είναι αυτό το στοίχημα,τέλος πάντων.Μερικές
φορές,εάν γνωρίζουν και όργανα,έχουν και τα όργανα μαζί τους και αυτό
δημιουργεί πολύ όμορφες εικόνες,αλλά και ακούσματα.Και άλλες φορές
χρησιμοποιούν κουδούνια,άλλες όχι.»).Ο ανατρεπτικός χορός τους
όμως,ταυτίζεται,θα λέγαμε,με αυ-τόν των «Αράπηδων»,όχι μόνον στην
αυτοσχεδιαστική παιχνιδιάρα φόρμα τους,αλλά,κυρίως στην α-πελευθερωτική και τόσο
κοχλάζουσα από ζωή ιδεολογία τους! Οι «Αράπηδες» και οι «καμουζέλες»,στην
ουσία,είναι δύο τελετουργικές εκδοχές της ίδιας πραγματικότητας οντολογικής και
θρησκευτικής α-ντίληψης για την ζωή.
Ο αράπικος χορός των αρβανιτόφωνων του Βαρνάβα αποτελεί
ακριβώς απόηχο παλιού αποκριάτικου γλεντιού ή,καλύτερα,απομεινάρι αρχαϊκής
ελληνικής βιοθεώρησης,που,όμως,αποδυναμώθηκε στον χρό-νο και κατέληξε σε μια
καρικατούρα χορού με έναν (στην ουσία μοναδικό) εκπρόσωπο,για να περάσει μετά
το 1980 αμετάκλητα στο χώρο του παρελθόντος και της λήθης.
Ο αράπικος χορός του Βαρνάβα δεν είναι η μόνη
συνάφεια/ταύτιση με όλα όσα πιο πάνω αναφέρ-θηκαν.Υπήρχαν και οι Βαρναβιώτικες
«καμουζέλες»,με το όνομα «μασκαράδες»,και η χρήση εκκωφα-ντικών εξορκιστικών
τενεκέδων (εν είδει/αντί κουδουνιών).Για τους «μασκαράδες» του Βαρνάβα έγραφα
στην μελέτη μου «Μπούα» (διαβάστε
την όλη,πατώντας εδώ):
|
Απ΄ τον παλιό Βαρνάβα |
Στο χωριό μου (Βαρνάβας
Αττικής) εκτυλισ-σόταν στις μέρες της Αποκριάς ένα πολύ ση-μαντικό
δρώμενο,με βαθιές ρίζες στη λαϊκή παράδοση της ελληνικής αρβανιτιάς: μια ομάδα
τριών-πέντε νέων αντρών (μόνο άντρες˙ ποτέ γυναίκες) ντυνόντουσαν
μπούμπες.Φορούσαν παλιά μισοφόρια κι άλλα εξαρτήματα της γυ-ναικείας ένδυσης ή
και υπόδυσης.Τύλιγαν το κεφάλι με τσιμινιά ή τα συνηθισμένα λου-λουδάτα
μαντήλια.Πρόσωπο δεν φαινόταν.Οι αποκριάτικες μπούμπες ήσαν
απρόσωπες,κυ-ριολεκτικά και μεταφορικά.Γι΄ αυτό και παρέ-μεναν βουβές.Αυτοί οι
μασκαρεμένοι άντρες δεν μιλούσαν.Το αλλόκοτο κι ατσούμπαλο ντύσιμό τους σε συνδυασμό
με τη σιωπή τους υποτίθεται ότι έπρεπε να προκαλεί τρόμο,να επιφέρει
συστο-λή.Αυτή ήταν,τουλάχιστον,η επιδίωξη.
Ξανοιγόταν η μασκαρεμένη ομάδα στο χωριό και κτύπαγε
κάποιες πόρτες.Η περιοδεία της δεν ήταν πολύωρη,μάλλον σύντομη θα την
χαρακτήριζα.Τα σπίτια που επισκεπτόντουσαν ήταν ζήτημα αν ξε-περνούσαν τα
πέντε.Σε κάθε περίπτωση ήταν λιγότερα από δέκα.Το αφύσικο ντύσιμο,ο περιορισμός
της αλαλίας και η νύχτα που πλάκωνε δημιουργούσαν μια συνθήκη κοπιώδη,δυσχερή
για την αντροπα-ρέα.Να τονιστεί ότι οι αλλόκοτες μπούμπες έβγαιναν νύχτα,αρκετά
μετά το σούρουπο.
Στα σπίτια που γινόντουσαν δεκτές έβγαιναν
τραταρίσματα,κρασί και μεζεκλίκια.Οι μασκαρεμένοι γι-νόντουσαν στόχος
αστείων,πάντοτε ανώδυνων,πειραγμάτων.Στην ουσία,αποτελούσαν μία ευκαιρία
εκτό-νωσης της οικογένειας που υποδεχόταν την ομάδα.Μια περιφερόμενη εστία
παραγωγής κεφιού και γέλιου ήταν το μικρό μπουλούκι.Οι μπούμπες αυτές κατέληγαν
(ίσως και γι΄ αυτό να επινοήθηκαν) ως καρικατούρες του εαυτού τους.Όχι μόνο
φόβο δεν προκαλούσαν,αλλά στόχευαν στην ίδια την διακω-μώδησή τους!
Όταν πήγαινα δημοτικό (δεκαετία 1960),το δρώμενο ήταν
ακόμα εναργές.Το όνομά του ήταν «μασκα-ράδες»,αλλά
είναι φανερό ότι έχει υποστεί αλλοιώσεις και στρεβλώσεις.Το,ιδεολογικό και
συμβολικό, υπόστρωμά του,καθώς και η αρχική ονομασία,έχουν χαθεί,αλλά τα
βιώματά μου και οι συζεύξεις α-κουσμάτων,διηγήσεων,ενεργούς μνήμης και ζωντανών
εικόνων με οδηγούν με βεβαιότητα στο συμπέ-ρασμα ότι έχουμε να κάνουμε με την
Μπούμπα,την αρβανίτικη εκδοχή της μπάμπως,με τα τόσα κοινά στοιχεία με τα μακεδονίτικα
«ρουγκατσάρια»,απόδειξη της ολότητας και κοινότητας του Ελληνικού κόσμου!
Κάπου στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970 είχα την καλή τύχη να δω με τα
μάτια μου ακμαίο το έθιμο.Η περίσταση το είχε φέρει να βρεθώ για λίγο στο σπίτι
του Σπύρου Μέξη (Τζώνης) κι έτυχε
και ήρθαν οι «μασκαράδες»/μπούμπες.Έζησα όλο το πρόσχαρο κλίμα της επίσκεψης
και το τρα-πέζωμα.Ένα σφύζον απομεινάρι Διονυσιασμού! Στην δεκαετία του 1980 οι
μπούμπες του Βαρνάβα γνώ-ρισαν μια-δυο αναλαμπές πριν περάσουν οριστικά στο χώρο
της λήθης…
Για την αποτρεπτική του κακού
χρήση τενεκέδων στον Βαρνάβα,διαβάστε την εργασία μου: Τα "τετζε-ρέδια" του Φλεβάρη.Λογικά,οι
τενεκέδες,οι οποίοι τραβιόντουσαν,σερνόντουσαν στους δρόμους του χωριού από
παιδιά,δεμένοι ο ένας πίσω από τον άλλο,σε μια μακριά ουρά,αποτελούν την ύστερη
φάση του δρώμενου.Αρχικά,θα υπήρχαν κουδούνια.Όταν,όμως,η αγροτοκτηνοτροφική
φυσιογνωμία του χω-ριού,ειδικά μετά τον πόλεμο (1950 και πέρα),συρρικνώθηκε,μαζί
με τα αιγοπρόβατα εξέλιπαν και τα κου-δούνια! Έτσι,είναι πιθανό να υπήρχαν και
στολές για την εκδήλωση.Αλλά αυτό,μάλλον δεν θα το μάθου-με.Το έθιμο ξετυλιγόταν
θορυβωδώς στις 28 Φεβρουαρίου,τελευταία μέρα του χειμώνα.Η άτσαλη ενοχλη-τική
έως αποκρουστική κακοφωνία από τους
ελκόμενους τενεκέδες αποχαιρετούσε τον στέρφο χειμώ-να,αποδιώχνοντας κάθε κακό
νέκρωσης και καταχνιάς,κι άνοιγε καθαρό τον δρόμο της γεννήτρας Άνοι-ξης,της
καρπερότητας και της ευφορίας!
Συγκεφαλαίωση
|
Χορός "Αράπηδων" στο Μοναστηράκι Δράμας |
Έθιμα και δρώμενα του σήμερα προέρχονται από αρχέ-γονες
ελληνικές ρίζες αποδεικνύοντας την διαχρονία και συνέχεια του λαού μας.Αγαστά
και άρρηκτα εμπλέκονται συμμετοχικά στο όλο γίγνεσθαι οι παλιότερα
αρβανιτόφω-νοι Έλληνες καθορίζοντας την εθνοφυλετική ταυτότητά τους και
σαρώνοντας τους αμφισβητίες της.
Οι αρβανιτόφωνοι του Βαρνάβα εγκαταστάθηκαν σταδιακά στον
ορεινό τόπο τους στα τέλη του 18ου αι. (1780 ως 17-90).Ήρθαν απ΄ την
αντικρινή Εύβοια,την Κορινθία κι άλ-λες μεριές της Αττικής,όπως θολά διασώζουν
οι μνήμες.Η περιοχή ήταν ακατοίκητη,γυμνωμένη από ανθρώπους.Έ-φερε το όνομα του
τελευταίου τοπικού χωροδεσπότη στο ύστερο Βυζάντιο,του Βαρνάβα.Μέσα στους
πρώτους οικιστές ήταν και ο πρόγονός μου,ο Σημάκης (Συμεών) Πέππας.Απ΄ τις πρώτες
ιστορικά καταγεγραμμένες εγκαταστάσεις Αρβανιτών στην Αττική (τέλη 14ου
αι.) είχαν περάσει ήδη 400 χρόνια.Είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε με ασφάλεια
πότε οι αρβανιτόφωνοι του Βαρνάβα,αλλά και των γύρω χωριών,μετακινήθηκαν απ΄
την βόρεια Ήπειρο προς τον νότο,πόσος καιρός μεσολάβησε μέχρι το οριστικό
ρίζωμά τους στην ΒΑ Αττική και ποιες διαδρομές τους προηγήθηκαν.
Αυτή η ασάφεια γεννά και μια προβληματική πολιτιστική
παράμετρο: το πνευματικό (τουλάχιστον) βιος τους προέρχεται απ΄ την Ηπειρώτικη
κοιτίδα τους ή οσμώθηκαν στο αρχικό έθος τους (και τις εκδη-λώσεις του,φυσικά)
ήθη και έθιμα από άλλα σημεία του Ελληνικού χώρου,απ΄ τα οποία διήλθαν κατά τις
πολύκαιρες μετακινήσεις τους; Ο «αράπικος» χορός,εν προκειμένω,του Βαρνάβα,μαζί
με τους «μασκαράδες» και τα «τετζερέδια» του αποτελούν ατόφια αρβανίτικα
(δηλαδή Ηπειρώτικα) έθιμα ή εν-υπάρχουν σ΄ αυτά (και σε ποιο βαθμό;) δάνεια και
επιρροές από άλλες Ελληνικές πατρίδες;
Στην ουσία,βέβαια,πρόκειται για ψευτοδίλημμα: κι αν (και
όσο) συνέβη το δεύτερο,δεν αλλάζει τίποτα. Οι Αρβανίτες απλώθηκαν στην εθνική
μήτρα,μοιράστηκαν με τ΄ αδέλφια τους ευλογίες και μυήσεις, συμπροώθησαν κι αυτοί
σταθερές ελληνικές αξίες,νοήματα και συμπεριφορές.
Θα λέγαμε,τέλος,ότι προβάλλει κι ένα στενάχωρο δεδομένο:
Πολλά στοιχεία από το λαογραφικό πλούτο όχι μόνο του Βαρνάβα,αλλά και των γύρω
αρβανιτοχωριών έφτασαν στις μέρες μας αρκετά αφυδατωμένα και όσα από αυτά δεν
καταγράφηκαν,χάθηκαν,στερώντας μας πολύτιμες πληροφορίες για την ζωή των
προγόνων και τη συνέχεια του ελληνικού κόσμου.Αλλά,όπως έλεγε κι ένας
ξεχωριστός Έλληνας,ο Δημήτρης Λιαντίνης,το ύψιστο φιλοσοφικό μέγεθος είναι ο
θάνατος.Τα πάντα,αφού διαδράμουν την πο-ρεία τους,θνήσκουν.Τα σύμπαντα και οι
κόκκοι του χωρόχρονου είναι παραδομένα στον φυσικό νόμο της αδηφάγας εντροπίας.
Γιάννης
Βασ. Πέππας, Φιλόλογος - Συγγραφέας