Δευτέρα 25 Ιουνίου 2018

Οι αλβανικές στρεβλωτικές οικειοποιήσεις και παραποιήσεις επί του Ελληνισμού (ελάχιστο εμφατικό δείγμα)



ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Αισχύλος και ο μουσακάς
ΑΠΟΨΕΙΣ  24.06.2018 : 20:58  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ  (δείτε το εδώ)

​​Προ ετών, είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά ένα βιβλίο του Ισμαήλ Κανταρέ για τον Αισχύλο. «Αισχύλος, ο μεγάλος αδικημένος», αν θυμάμαι καλά ήταν ο τίτλος του. Ο Κανταρέ είχε δηλώσει τότε πως το βιβλίο το έγραψε όταν διάβασε το έργο του αρχαίου τραγικού που μεταφράστηκε στα αλβανικά. Επειδή αισθανόταν ότι οι σχέσεις των δύο γειτονικών λαών με το κοινό οθωμανικό παρελθόν δεν ήσαν τόσο φιλικές, έγραψε αυτό το κείμενο προσδοκώντας να συμμετάσχει στη γεφύρωση του χάσματος.
Όπως μάλιστα διάβασα σε συνέντευξή του, εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι το βιβλίο πήρε καλές κριτικές στην Ελλάδα και είχε και τη σχετική εμπορική επιτυχία, όπως όλα σχεδόν τα έργα του Κανταρέ. Απόδειξη ότι δεν απέχουμε και τόσο πολύ, και δεν έχουμε και τόσα πολλά να μας χωρίζουν, αφού, λίγο έως πολύ, «οι ρίζες μας είναι κοινές». Το είχα διαβάσει τότε, δεν θυμάμαι και πολλά, θυμάμαι όμως αρκετά καλά, διότι με είχε εντυπωσιάσει, τον τρόπο με τον οποίον είχε επιχειρηματολογήσει για τις «κοινές ρίζες» αναφερόμενος στις «Χοηφόρους». Ή μάλλον στις χοές των «Χοηφόρων», όπου παρατηρούσε ότι και στην Αλβανία όταν θάβουν τους νεκρούς τους ρίχνουν στάρι και κρασί. Ήταν, αυτό που θα λέγαμε, «ισχυρό επιχείρημα».
Remaining Time-0:00
Fullscreen
Mute
Γνωρίζω ελάχιστα από μαγειρική, ξέρω όμως ότι ο μουσακάς, υποθέτω ένα από τα δυσκολότερα φαγητά, χρειάζεται την περίφημη μπεσαμέλ, κιμά βοείου κρέατος, μελιτζάνες, πατάτες, λάδι και τα υπόλοιπα δεν τα γνωρίζω. Όλα αυτά χρειάζονται για την παρασκευή του greek mousaka ανά την οικουμένη, που θυμίζει ασβεστωμένο κιμά με μελιτζάνες, όπως χρειάζονται και για την παρασκευή του υπέροχου μουσακά της γιαγιάς ή των ελάχιστων ελληνικών εστιατορίων που σέβονται την τέχνη τους και αδιαφορούν για τις μεταμοντέρνες γκουρμεδιές. Τη διαφορά ας την ονομάσουμε «τέχνη». Είναι η διαφορά της ανάγνωσης του Αισχύλου βάσει ορισμένων ανθρωπολογικών δεδομένων, τα οποία υπάρχουν, στα οποία όμως δεν περιορίζεται η «τέχνη» του. Κι αν σήμερα εξακολουθεί να μας απασχολεί ο Αισχύλος, αυτό δεν οφείλεται στις πληροφορίες που μας μεταφέρει για τα έθιμα της εποχής του, οι οποίες μπορεί να μας χρησιμεύσουν για να βγάλουμε συμπεράσματα για τη δική μας. Οφείλεται στο γεγονός ότι ο Αισχύλος ήταν ο πρώτος που εξερεύνησε την ήπειρο του ανθρώπινου σύμπαντος, την ήπειρο του τραγικού.
Επιστρέφω στην αρχική υπόθεση, στην υπόθεση Κανταρέ. Αν θυμάμαι καλά το έργο του κυκλοφόρησε στη χώρα μας τη δεκαετία του ογδόντα. Τι γινόταν τότε στα μέρη μας; Ήσαν χρόνια προόδου. Ρουφούσαμε τη γρανίτα της πολυπολιτισμικότητας και της εν γένει αδελφότητας, οι προοδευτικοί φιλόλογοι ζητούσαν να καταργηθεί η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών, με την καθαρεύουσα, τα πνεύματα και την περισπωμένη είχαμε ξεμπερδέψει και τις όποιες τύψεις μας απέναντι στο ένδοξο παρελθόν μας τις φρόντιζε η Μελίνα χύνοντας δάκρυα στο Βρετανικό Μουσείο μπροστά στα Ελγίνεια. Τον Αισχύλο μπορεί να μην το διδάσκαμε στο σχολείο, επιδοτούσαμε όμως παραστάσεις του στην Επίδαυρο.
Ηταν επίσης τα χρόνια που απαξιώθηκε ο μουσακάς. Τα καλά εστιατόρια προσέφεραν στους πελάτες τους σος ταρτάρ ή φιλέ μινιόν –εύκολη δουλειά αφού οι περισσότεροι δεν ήξεραν πώς είναι στην πραγματικότητα– ο δε μουσακάς έμεινε για τους τουρίστες. Δύσκολο να φτιάξεις καλό μουσακά σε όποιον είχε Ελληνίδα γιαγιά ή μάνα τον καιρό εκείνο. Όσο για τους ψαγμένους, ε αυτοί διάβαζαν Κανταρέ για να καταλάβουν την αξία του Αισχύλου και του βαλκανικού σύμπαντός του. Εύκολη δουλειά, κάτι σαν τη σος ταρτάρ, αφού ελάχιστοι είχαν γευτεί την τέχνη του Αισχύλου.
Και τώρα στο προκείμενο. Ο κόσμος μας έχει αλλάξει άρδην από τη δεκαετία του ογδόντα. Η Ελλάδα που αμελούσε τον πολιτισμό της έχει καταρρεύσει με πάταγο. Κι αν αυτή τη στιγμή, 24 Ιουνίου 2018, οι περισσότεροι αισθανόμαστε ότι δεν ξέρουμε «πού πατάμε και πού πηγαίνουμε» είναι γιατί δεν θέλουμε να το παραδεχθούμε. Ο δημόσιος διάλογος, ο θεός να τον κάνει διάλογο, διεξάγεται με τα στερεότυπα του καιρού εκείνου. Προοδευτικός, συντηρητικός, όλοι οι πολιτισμοί είναι ισότιμοι, όλες οι γλώσσες επίσης.
Η αφασία που ζούμε είναι η εκδίκηση του μουσακά και του Αισχύλου. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι, εκτός του ότι ο μουσακάς μπορεί να είναι ένα υπέροχο φαγητό, ο Αισχύλος μας δίδαξε πώς οι Ερινύες μπορούν να μεταμορφωθούν σε Ευμενίδες.

Σχόλιο Γιάννη Βασ. Πέππα: Εκτός από τους Σλαβοσκοπιανούς που αγωνίζονται να πείσουν εαυτούς και άπαντες άλλους ότι είναι Μακεδόνες,οι διπλανοί τους Σκιπτάρ/Τουρκαλβανοί, καταγόμενοι απ΄ την Δακία (σημερινή Μολδαβία),με ανάλογου μεγέθους μανιακή εμμονή παρι-στάνουν τους Ιλλυριούς,τους απόγονους των Πελασγών και δεν διστάζουν να εκτίθενται με γε-λοιότητες όπως η παραπάνω,αλλά και χειρότερες (ο Όμηρος ήταν δικός τους,αυτοί έκαναν το 1821...).
Με τον παλαβό του χωριού γελάς και προσπερνάς.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια να σχετίζονται με την ανάρτηση και να είναι ευπρεπή.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.