Τρίτη 30 Μαΐου 2023

Αρβανίτικα κάλαντα Πρωτοχρονιάς

 


Μίρε τε να βίνιε βιτ ιρί,           Καλώς να ’ρθει η νέα χρονιά,

μίρε τε να πλικιένιε!              καλώς να μας αρέσει!

Σι νέστρε θόινε παλαιά           Σαν αύριο λέγαν παλαιά

τσίλι τε βίνιε επάρε               όποιος να έρθει πρώτος

κέγκα τε θοτ περ τε ευλογίς      τραγούδι να πει για να ευλογήσει

στεπίν δε νοικοκίρατ              σπίτι και νοικοκύρη

τε γίπνι γκα σεντούκ(ι) παράτε  να (του) δώσετε απ’ το σεντούκι παρά

δε βέζε εδέ πούλιετ.               και αυγά μα και πουλάδες.

Ουθόμι περ τε γκιέγκιενι         Λέμε για να τα ακούσετε

θάμετε ε σεν Βασίλιτ             τα θαύματα του Αϊ Βασίλη

ις νι νιερί με αρετή,               (που) ήταν ένας άνθρωπος με αρετή,

νι σουμ γλυκομίλι.                ένας πολύ γλυκομίλητος.

Νιέ ντρου τεθάτε κέι περ μπαστούν,  Ένα ξερό ξύλο είχε για μπαστούνι,

ε κέι γκα πλιακεσίρα,             το είχε για τα γερατειά,

εδέ αι νιέ ιθάτε ντρού             κι αυτό το ξύλο το ξερό

βλαστάρ τενιόμε χιούσι          βλαστάρι χλωρό βλάστησε

εδέ ντε μάλι ντε άι βλαστάρ     και στην κορφή του βλασταριού

ντι ζόγκε εκελαιδίσεν            δυο πουλιά κελαηδούσαν

τσε κέινε σίτε σι διαμάντ,        που είχαν τα μάτια σα διαμάντια,

διαμάντε ε Σεν Σοφίσε.          διαμάντια της Αγιά Σοφιάς.

Μπλίδουνι βλέζερ,μπλίδουνι    Μαζευτείτε αδέρφια,μαζευτείτε

ντε Σεν Δημήτρη τε βένι,        στον Αϊ Δημήτρη να πάτε,

γκα κλίσα τε μος λίψενι,        απ΄ την εκκλησιά μη λείψετε,

σπίρτιν εμίρ τε κένι.             ψυχή καλή να έχετε.

Εδέ παστάι γκα λιτουργί        Και μετά από τη λειτουργιά

τραπέζι εμάδε στρόνι            τραπέζι μεγάλο στρώστε

πο αν ίστε δε ντόνι φτωχό,      κι αν είναι και κάνας φτωχός,

τριγκόνενι τε βίνιε,              στείλτε του για να έρθει,

αν ίστε δε ντόνι ισκλιέπουρι    αν είναι και κάνας κουτσός

ε νεκ μούντ τε βίνιε,             και δεν μπορεί να έρθει,

κιάλγιανι ατιέ γιούβε φαΐν     πηγαίντε του εσείς εκεί φαΐ

πα δε το ίδιο ίστε.               και πάλι το ίδιο είναι.

Ουθάμε καλημέριν             Είπαμε το καλημέρι

με γκόλια εδέ με λίρε,          με το στόμα και τη λύρα,

πλιότ τε γιένι με παράτε,      γεμάτοι να είστε με παράδες,

τε κένι πάντα γκρούρε!        να έχετε πάντα στάρια!

Ουθάμε καλημέριν            Είπαμε το καλημέρι

με γκόλια εδέ με λίρε,         με το στόμα και τη λύρα,

παράτε νεκ να νιάξενε,       οι παράδες δεν μας νοιάζουνε,

πο γιού τε γιένι μίρε.          μόνο εσείς να είστε καλά.

Εδέ γκα μοτ, εδέ γκα μοτ     Και του χρόνου, και του χρόνου

τε γιέμι μίρε!                        να είμαστε καλά!

(Από Μεσόγεια Αττικής)



Κυριακή 28 Μαΐου 2023

Το πραγματικό όνομα του κρατιδίου των Σκοπίων

 


Σκόπια: Αυτό ήταν το όνομα που είχαν επί χρόνια.Προδόθηκαν από τα γραμματόσημα-χάρτες



Τα Σκόπια ξεκίνησαν να έχουν ψευτο-«Μακεδονική» συνείδηση από την εποχή που ιδρύθηκε η μεγάλη Γιουγκοσλαβία, μετά από μια προπαγάνδα που ενορχηστρώθηκε από τον Γιόσιπ Μπροζ Τίτο.
Στην Ενωμένη Γιουγκοσλαβία, όμως, όλα τα χρόνια μέχρι και τη διάλυσή της η περιοχή των Σκοπίων ουδέποτε αναγνωρίστηκε ως «Μακεδονία», αντιθέτως λεγόταν «Vardaska».
Και οι αποδείξεις είναι ουκ ολίγες, και για του λόγου το αληθές παρακάτω θα σας παραθέσουμε μερικές εξ αυτών:









https://www.tideon.org

Τρίτη 23 Μαΐου 2023

Η συνθήκη (ειρήνη) της Φοινίκης, 205 π.Χ.


 Η ΣΥΝΘΗΚΗ Ή Η ΕΙΡΗΝΗ ΤΗΣ ΦΟΙΝΙΚΗΣ

Dr.Ing. Αθανάσιος Νάτσης
Αναπληρωτής Καθηγητής Γ.Π.Α.
Η πρώτη επαφή σε διπλωματικό επίπεδο των Ρωμαίων με τους Μακεδόνες, τους Ηπειρώτες και άλλους Έλληνες, που ήταν και η τελευταία στην οποία κάθισαν στο ίδιο τραπέζι οι Ρωμαίοι με τους Έλληνες, σαν ισότιμοι συζητητές, ήταν η συνθήκη της Φοινίκης. Την επαφή την επέλεξαν και την πέτυχαν οι Ηπειρώτες και κατέληξε σε συνθήκη ειρήνης. Η συνθήκη αυτή, γνωστή στους αρχαίους συγγραφείς σαν «ειρήνη της Φοινίκης», παίρνοντας έτσι το όνομα της πρωτεύουσας της Ομοσπονδίας του «Κοινού των Ηπειρωτών», στην οποία υπογράφηκε, το 205 π.χ., έβαλε τυπικά τέρμα στο λεγόμενο πρώτο Μακεδονικό πόλεμο έχοντας επιβάλει μια θνησιγενή ειρήνη, μεταξύ Ρωμαίων και Μακεδόνων, με τη ρύθμιση κάποιων ασήμαντων ανακατατάξεων σε περιοχές της Ηπείρου και της Ιλλυρίας.
Έτσι το 205 π.χ., μάλλον προς το τέλος του, οι δύο αρχηγοί των αντίπαλων στρατών κατέφθασαν στη Φοινίκη. Εκεί προηγήθηκαν της διάσκεψης χωριστές επαφές των Ηπειρωτών στρατηγών της χρονιάς εκείνης, που ήταν και οι αρχιτέκτονες της συνάντησης δηλαδή των αρχηγών Αέροπου, Δέρδα και Φίλιππου, με τους «υψηλούς» καλεσμένους τους. Για πρώτη και τελευταία φορά από ότι ξέρουμε, μας παραδίδονται τα ονόματα και των τριών «στρατηγών», δηλαδή της ανώτατης συλλογικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του «Κοινού των Ηπειρωτών». Στη διάσκεψη παρευρέθησαν, όπως μας πληροφορεί ο Τίτος Λίβιος, αντιπρόσωποι των Ηπειρωτών, που ήταν και οι οικοδεσπότες, επίσης ο Αμύνανδρος, βασιλιάς των Αθαμάνων, ενός μικρού ανεξάρτητου ηπειρωτικού φύλου, και αντιπρόσωποι των Ακαρνάνων. Όλοι αυτοί οι «ξένοι» που συμμετείχαν χαρακτηρίσθηκαν ως «παρατηρητές» ή απλούστερα, σαν μάρτυρες αυτών που επρόκειτο να συμφωνηθούν ή έστω να συζητηθούν .
Πρόεδρος της διάσκεψης ήταν ο Ηπειρώτης στρατηγός Φίλιππος, που πάντα κατά τον Τίτο Λίβιο, ζήτησε από τον συνώνυμο του βασιλιά της Μακεδονίας και το Ρωμαίο στρατηγό να «βάλουν τέρμα στον πόλεμο, (προς) χάρη των …Ηπειρωτών »
Η συνθήκη της Φοινίκης θεωρήθηκε ως το «τέλος» ενός απλού επεισοδίου (όπως χαρακτηρίσθηκε ο Μακεδονικός πόλεμος), του Β’ Καρχηδονιακού πολέμου.
Έτσι, η συνθήκη δεν έτυχε της προσοχής των ιστορικών, παλιών και νέων, ενώ η Ιστορία την προσπέρασε με αδιαφορία.
Η μελέτη, όμως, της συνθήκης, των περιστατικών που τη συνόδεψαν, του πολιτικού κλίματος της εποχής και της ιστορίας των επόμενων και τελευταίων σαράντα χρονών της ελευθερίας των Ηπειρωτών, μας έπεισε, ότι στη Φοινίκη δεν έληξε απλά κάποιος πόλεμος, που είχε εκφυλισθεί από μόνος του, αλλά οι Έλληνες εκεί άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου, που ανέτρεψαν πολύ εύκολα το οικοδόμημα της ελευθερίας στην Ελλάδα, μια που τα θεμέλια του τα είχαν υποσκάψει, ασυνείδητα αλλά με υπομονή και μεθοδικότητα, οι ίδιοι οι Έλληνες.
Πιστεύουμε πως πρόκειται για μια από τις σοβαρότερες πράξεις διεθνούς δικαίου που υπέγραψαν ποτέ οι Έλληνες, και μάλιστα με αχαραχτήριστη ελαφρότητα. Υποθήκευσαν την ελευθερία τους στους Ρωμαίους και τους έδωσαν τη νομική βάση για τις μελλοντικές στρατιωτικές τους επεμβάσεις στον Ελλαδικό χώρο. Το πότε και το πώς, αφήνονταν στη διακριτική ευχέρεια των Ρωμαίων. Με την συνθήκη της Φοινίκης, στους Ρωμαίους αναγνωρίσθηκαν σφαίρες επιρροής, που περιλαμβάνουν περιοχές καθαρά Ελληνικές του τριγώνου μεταξύ των Τζουμέρκων της Ηπείρου, της Μεσσηνίας και της Τροίας. Η συνθήκη είχε και άλλες προεκτάσεις οι οποίες απετέλεσαν τη «νομική κάλυψη» για την καταστροφή της Ηπείρου μια γενιά αργότερα. Το περίεργο της ιστορίας είναι, ότι οι ιστορικοί της αρχαιότητας, ακόμα και ο Πολύβιος, εξακολούθησαν να θεωρούν, ακόμα και μετά την καταστροφή της Ηπείρου, ότι οι Ρωμαίοι, όταν ενεργούσαν το μεγάλο και πρωτοφανή εξανδραποδισμό, τιμωρούσαν τους παραβάτες της «συμμαχίας» των Ηπειρωτών με τους Ρωμαίους. (Πόσο επίκαιρο είναι το φαινόμενο αυτό στις ημέρες μας από τις μεγάλες δυνάμεις.)
Τέλος, μια άλλη αφανής συνέπεια της συνθήκης είναι, ότι στη Φοινίκη χάθηκε και η τελευταία ευκαιρία να ενωθούν οι Έλληνες απέναντι στον ισότιμο, ακόμα τότε, γείτονα από τη Δύση. Μετά από αυτήν ήταν πρακτικά και νομικά αδύνατη η ένωση των Ελλήνων χωρίς τη συγκατάθεση των Ρωμαίων ή χωρίς την ένοπλη σύγκρουση μαζί τους. Αυτό και μόνο είναι αρκετό να χαρακτηρίσει τη συνθήκη σαν ορόσημο σοβαρό στην Ελληνική Ιστορία.
Το κείμενο της συνθήκης της Φοινίκης δεν διασώθηκε. Ο Τίτος Λίβιος, μοναδική πηγή μας για το περιστατικό, παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη της συνθήκης κατανοείται από πολλές πλευρές, δεν ακολούθησε τη συνήθεια του να αναφέρει τους όρους των συνθηκών με τις οποίες τελείωναν οι πόλεμοι της ιστορίας του, είτε ατόφιους είτε περιληπτικά. Εδώ αναφέρει μόνο λίγες φράσεις, και αυτές όχι σαν κείμενο συνθήκης, αλλά σαν ρωμαϊκές προτάσεις για συζήτηση, που διατυπώθηκαν από τον Ρωμαίο αρχιστράτηγο στον αντίπαλο του και οι οποίες, αφού έγιναν δεκτές, απετέλεσαν το περιεχόμενο της συνθήκης.
Ο Τίτος Λίβιος (ΧΧΙΧ,7,13), λοιπόν γράφει: «P. Sempronios conditiones pacis dixit, ut Parthini et Dimallum, et Bargullum et Eugenium Romanorum essent, Atintania, si missis Romam legatis ab Senatu impetrasset, ut Macedoniae accederet».
Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο Π. Σεμπρώνιος προτείνει σαν όρους της ειρήνης «… να παραμένουν (στην κυριολεξία, «να είναι») στα χέρια των Ρωμαίων η περιοχή των Παρθίνων, η Διμάλη, το Bargullum και το Ευγένιον». Ο Ρωμαίος εξακολουθούσε να επιμένει για την Ατιντανία «ας έστελνε ο Φίλιππος αντιπροσώπους στη Ρώμη, για να ζητήσει να παραχωρηθεί από την Σύγκλητο στη Μακεδονία». Δηλαδή εκείνο «που έπαιρνε» ο βασιλιάς εξαρτιόνταν στην κυριολεξία από τη Συγκλητική έγκριση. Στην επιφύλαξη αυτή του ανθύπατου, συναντάμε κάτι που δεν το βρίσκουμε πουθενά γραμμένο, αλλά που διαχέεται μέσα από όλη την ρωμαϊκή παράδοση: Να μη παραχωρείται ούτε μια σπιθαμή γης στον αντίπαλο χωρίς την έγκριση της Συγκλήτου ή αργότερα του Αυτοκράτορα. Για να γίνει αντιληπτή η ρωμαϊκή πρόταση, πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στις περιοχές που αναφέρονται σε αυτή.
Η περιοχή των Παρθίνων, ήταν Ιλλυρικό φύλο, βρίσκονταν στη σημερινή βορειοδυτική Αλβανία. Τα ερείπια της Διμάλης, που τελευταία προσδιορίσθηκε με βεβαιότητα από τους Αλβανούς αρχαιολόγους, στα βορειοδυτικά του Βερατιού (της αρχαίας ελληνικής Αντιπάτρειας) και στη νότια πλευρά της μεγάλης καμπής (τόξου) του Άψου ποταμού, σημαδεύουν μια θέση με μεγάλη στρατηγική σημασία.
Το Bergullum και το Ευγένιον (Eugenion) μας είναι άγνωστα.
Η Ατιντανία, που θα την «έδιναν» οι Ρωμαίοι στο βασιλιά της Μακεδονίας, ήταν μια σχετικά μεγάλη εδαφική έκταση που απλωνόταν περίπου από την σημερινή γραμμή των ελληνο-αλβανικών συνόρων, στην περιοχή της Πωγωνιανής, μέχρι την συμβολή των ποταμών Αώου και Δρίνου κοντά στο Τεπελένι. Με βάση τα παραπάνω πρέπει να δεχθούμε πως στον Φίλιππο δεν αφήνονταν διέξοδο στη θάλασσα, τουλάχιστον μεταξύ των δύο ποταμών Άψου και Αώου.
Το μόνο σημείο διεξόδου του βασιλιά προς την Αδριατική, από Μακεδονία δια μέσου της Ιλλυρίας, φαίνεται πως ήταν η Λισσός, το Λες της βόρειας Αλβανίας, η κατοχή της οποίας δεν συζητήθηκε στη Φοινίκη και της οποίας κάτοχος εμφανίζεται και μεταγενέστερα ο βασιλιάς. (Ο DE SANCTIS, “ Storia dei Romani” Vol.III. p.498, Milano 1917, σελ. 436, εκφράζει την άποψη, ότι ο Φίλιππος, κρατώντας την Ατιντανία, εξασφάλιζε τις διαβάσεις («ι passi») από τη Μακεδονία στην κεντρική Ιλλυρία, και από εκεί στην κτήση του στη Λισσό. Από την αξιολόγηση των λύσεων που προτάθηκαν από τον ανθύπατο και που τελικά απετέλεσαν το περιεχόμενο της συνθήκης, ας δούμε την εικόνα της περιοχής, όπως είχε διαμορφωθεί από τη στρατιωτική κατάσταση πριν από την διακοπή των εχθροπραξιών.
Οι Ρωμαίοι είχαν στα χέρια τους, από παλιότερα, την Κέρκυρα, το Δυρράχιο (Επίδαμνο) και την Απολλωνία, την περιοχή του Ωρικού, των Παρθίνων και της Διμάλης, χωρίς να λογαριάσουμε τα άγνωστα Βαργύλιο και Ευγένιο. Βλέπουμε τους Ρωμαίους να εξουσιάζουν την σημερινή κεντρική Αλβανία και ένα μέρος της νότιας, μέχρι το Τεπελένι, και φυσικά τις βορειότερες περιοχές. Ο Φίλιππος διατήρησε το διάδρομο του, στενών οπωσδήποτε, ανάμεσα στα ποτάμια Άψο και Αώο, στερημένος όμως από το στρατηγικό σημείο στήριξής του, τη Διμάλη που βρισκόταν στα χέρια των Ρωμαίων.
Από τη μελέτη της ιστορίας της Ηπείρου προκύπτει, ότι η συνθήκη της Φοινίκης, εκτός από τις γνωστές τρεις διαστάσεις που αναφέρθηκαν, τη μεθοριακή, που στέκονταν στον αέρα, την de jure αναγνώριση των ρωμαϊκών βάσεων στον ηπειρωτικό βορρά και στις ελληνικές αποικίες της Αδριατικής, και τις σφαίρες επιρροής στον ελλαδικό χώρο, που διατηρήθηκαν και μεταβλήθηκαν σε δορυφορικές, είχε και μια άλλη, τετάρτη διάσταση. Η διάσταση αυτή δεν προκύπτει από το κείμενο της συνθήκης, γίνεται όμως ολοφάνερη από τις ύστερα από πολλά χρόνια εφαρμογές της, και πέρασε εντελώς απαρατήρητη από την ιστοριογραφία. Η τέταρτη αυτή διάσταση ήταν η της μελλοντικής φιλίας και συμμαχίας, που οι συνέπειες αυτής της συμμαχίας υπήρξαν για την Ήπειρο συγκλονιστικές και το παράδοξο, σε εποχές που η συνθήκη της Φοινίκης, δεν αποτελούσε πια ούτε ανάμνηση. Η ύπαρξη αυτών των αρχών της φιλίας και της συμμαχίας προς τους Ρωμαίους, αποτελούσε, όπως αποδείχθηκε ύστερα από τριάντα χρόνια, κοινό μυστικό στην Ήπειρο.
Αθανάσιος Νάτσης, Η αρχαία Φοινίκη, σσ. 37- 41, Εκδόσεις Ελίκρανον 2017
Φωτογραφία: Άποψη της Φοινίκης σήμερα

Τετάρτη 17 Μαΐου 2023

Η συμμετοχή των Αλβανών στην Ιταλική εισβολή και κατοχή της Ελλάδας

 


Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

Συγκλονιστικές μαρτυρίες: Η συμμετοχή των Αλβανών στην Ιταλική εισβολή και στην κατοχή της Ελλάδας. Το έργο των ΑλβανώνSS περιελάμβανε δολοφονίες ορθοδόξων ιερέων, καταστροφές ορθοδόξων ναών, βιασμούς, κλοπές....

Ο πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, που άρχισε την 28η Οκτωβρίου 1940, επεκτάθηκε αυτόματα και μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας. Η Αλβανία, συνδεδεμένη την εποχή εκείνη με καθεστώς “προσωπικής ένωσης” με την Ιταλία, είχε δεχθεί με νόμο του Κοινοβουλίου της (Αλβανικός Νόμος, 10 Ιουνίου 1940) ότι:
 “Το Βασίλειο της Αλβανίας αναγνωρίζει ότι θα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τα κράτη τα οποία θα βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση με το Βασίλειο της Ιταλίας”.
Συνεπώς με την κήρυξη του πολέμου από την Ιταλία εναντίον της Ελλάδας βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση με την πατρίδα μας. Γι’ αυτό η Ελλάδα με το Βασιλικό Διάταγμα (ΒΔ) της 10ης Νοεμβρίου 1940, το οποίο εκδόθηκε σε εφαρμογή του ΑΝ (Αναγκαστικού Νόμου) 2636/1940 “Περί δικαιοπραξιών εχθρών και μεσεγγυήσεως εχθρικών περιουσιών”, όρισε ως εχθρικά κράτη “την Ιταλία μαζί με τις κτήσεις, τα αυτοκρατορικά της εδάφη και τις αποικίες, καθώς και την Αλβανία”.
Ο Ιταλός στρατηγός Βισκόντι Πράσκα σε διαταγή του της 21ης Οκτωβρίου 1940 αποκαλύπτει ότι είχε αναθέσει σε ειδικούς αξιωματικούς, συνοδευόμενους από Αλβανούς οδηγούς, να εκτελούν αναγνωρίσεις στην άμεση περιοχή των συνόρων.
Περαιτέρω η διαταγή καθόριζε ότι έπρεπε να οργανωθούν ειδικά τμήματα αποτελούμενα ως επί το πλείστον από Αλβανούς, πλαισιούμενους μόνο από Ιταλούς, και επιφορτισμένα με την εξουδετέρωση των μεμονωμένων Ελλήνων σκοπών και με την αποκοπή των τηλεφωνικών γραμμών.
Η προκήρυξη που διάβασε ο πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου Βερλάτσι, στις 28 Οκτωβρίου 1940, αναφέρει μεταξύ άλλων και τα εξής: “…Οι στρατιώτες του ένδοξου Ιταλικού Στρατού, στις τάξεις του οποίου περιλαμβάνονται πολλές μονάδες Αλβανών στρατιωτών…”.
Ο Ιταλός ιστορικός Μάριο Τσέρβι γράφει: “Στις ιταλικές μεραρχίες περιλαμβάνονταν επίσης αλβανικά τμήματα (…). Εκπαιδεύτηκαν ακόμα και Αλβανοί, που θα ήθελαν να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις”.
Ο Γερμανός καθηγητής Χ. Ρίχτερ σημειώνει: “…Η συνολική δύναμη του Ιταλικού Στρατού στην Αλβανία δύο ημέρες πριν από την επίθεση ανερχόταν σε 140.000 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων (…) και των Αλβανών εθελοντών”.
Ο Αμερικανός καθηγητής του πανεπιστημίου Χάρτφοντ, Μπ.Φίσερ, στην ανακοίνωση του κατά το Συνέδριο του ΙΜΧΑ (Ίδρυμα Μελετών της Χερσονήσου του Αίμου), τον Οκτώβριο του 1990, ανέφερε σχετικά τα εξής: “Ο Μουσολίνι είχε δώσει διαταγές να υπάρχουν δύο αλβανικά τάγματα σε κάθε ιταλική μεραρχία, που χρησιμοποιήθηκαν για την εισβολή στην Ελλάδα, και επί πλέον είχαν σχηματιστεί τρία τάγματα Αλβανών μελανοχιτώνων, που είχαν το σύνθημα “Πεθαίνουμε όλοι για τον Ντούτσε”.
Διάφορες μυστικές διαταγές επιχειρήσεων του διοικητή της Μεραρχίας “Τζούλια”, στρατηγού Μάριο Τζιρότι, χρονολογούμενες από τις 21 Οκτωβρίου 1940 και μετά, οι οποίες έπεσαν αργότερα στα χέρια του Ελληνικού Στρατού, αποκαλύπτουν ότι είχε αναθέσει εργασίες σε ειδικούς αξιωματικούς, συνοδευόμενους από ντόπιους Αλβανούς, φέροντες ενδυμασίες χωρικών…
Κατά την αρχική προέλαση της Μεραρχίας “Τζούλια” στον τομέα της Πίνδου οι επιτιθέμενοι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν Αλβανούς οι οποίοι γνώριζαν ελληνικά και φώναζαν στους Ελληνες στρατιώτες να παραδοθούν, λέγοντας ότι ο αγώνας τους ήταν πλέον μάταιος εφόσον στην Αθήνα είχε γίνει επανάσταση, η κυβέρνηση Μεταξά είχε πέσει, η νέα κυβέρνηση είχε συμμαχήσει με τον Άξονα κ.ά.
Στις 2 Νοεμβρίου 1940 τάγμα Αλβανών επιτέθηκε στο Καλπάκι απεγνωσμένα, χωρίς επιτυχία. Αλβανοί αυτόμολοι παρείχαν πληροφορίες στον Ελληνικό Στρατό.
Ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, διοικητής της VIII Μεραρχίας η οποία αντιμετώπισε την κύρια προσπάθεια της ιταλικής επίθεσης, γράφει για τη συμμετοχή αλβανικών δυνάμεων στον τομέα της Μεραρχίας: “Συμμετείχαν τρία τάγματα μελανοχιτώνων (Ι, II, III), δύο αλβανικά τάγματα πεζικού (“Γκράμος” και “Ντρίνος”), αλβανική ορειβατική πυροβολαρχία (“Νταϊτι”), τάγμα Αλβανών εθελοντών και σώματα άτακτων Αλβανών”.
Όπως καταγγέλλει ο υποστράτηγος, κατά τον Οκτώβριο του 1940 ο Αλβανός υπουργός Δικαιοσύνης συγκροτούσε συμμορίες με σκοπό να δράσουν στο ελληνικό έδαφος.
Ο αντιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού κατά τον πόλεμο 1940-41, σημειώνει: “Όλες οι ιταλικές μεραρχίες πεζικού ήταν ενισχυμένες σε πεζικό με τάγματα Αλβανών…”.
Ο Β. Πράσκα στο τμήμα του βιβλίου του “Εξέλιξη των επιχειρήσεων από 28 έως 31 Οκτωβρίου 19?, ανακεφαλαιώνοντας γράφει για τη συμμετοχή των αλβανικών μονάδων τα εξής: “…Φάλαγγα “Σολίνας” II Τάγμα της 1ης Λεγεώνας Αλβανών εθελοντών. (…) Κεντρική Φάλαγγα και Διοίκηση Μεραρχίας “Φερράρα” Ι Τάγμα Αλβανών Εθελοντών. (…) Παραλιακό Συγκρότημα… Τα τμήματα διαπεραιώθηκαν με την κάτωθι σειρά… 6) Τα τάγματα Αλβανών εθελοντών “Πεσκοσόλιντο” και “Κιαραβάλλε”. (…) “Τα αλβανικά τάγματα εθελοντών, προπορευόμενα του 3ου Συντάγματος Γρεναδιέρων και κινούμενα…”…”Τα τάγματα Αλβανών εθελοντών, επίσης, ήλεγχαν πλήρως την αμαξιτή οδό (Ηγουμενίτσας-Βάρφανης).
Στην επίθεση εναντίον του υψώματος 1289 του Λαπιστέτ, στις 09.30 της 4ης Νοεμβρίου 1940, έλαβε μέρος ένα από τα πιο επίλεκτα τμήματα των Αλβανών, το τάγμα “Τιμόρ”, το οποίο και κατόρθωσε να το καταλάβει. Με άμεση αντεπίθεση των Ελλήνων το τάγμα “Τιμόρ” αναδιπλώθηκε και διασκορπίστηκε στην κοιλάδα με άτακτη φυγή. Υποχρεώθηκαν να επέμβουν οι βερσαλιέροι για να σταματήσουν τους Αλβανούς.
Στην αναφορά που ακολούθησε διαπιστώθηκε ότι από τη δύναμη των 1.200 ανδρών του τάγματος είχαν απομείνει μόνο μερικές εκατοντάδες. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο απαρηγόρητος, όπως γράφει ο Μ. Τσέρβι, διοικητής του Τάγματος.
Αλβανικό τάγμα στις 25 Νοεμβρίου 1940 συμμετείχε με τα ιταλικά στρατεύματα στην επίθεση για την κατάληψη του σταυροδρομιού παρά το Δελβινάκι.
Οι Αλβανοί αρχικά κατέλαβαν το χωριό αλλά την επόμενη με αντεπίθεση των Ελλήνων αυτό ανακαταλήφθηκε. Το αλβανικό τάγμα είχε απώλειες και αρκετοί άνδρες του συνελήφθησαν αιχμάλωτοι.
Στις 12 Νοεμβρίου αυτομόλησε στις ελληνικές γραμμές λόχος Αλβανών στρατιωτών με τους αξιωματικούς του.
Κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, οπότε οι Ιταλοί είχαν εισχωρήσει στο ελληνικό έδαφος σε μερικούς τομείς, Αλβανοί με μια σημαία τους εισήλθαν στην Κόνιτσα μαζί με τους Ιταλούς, τον Διαμαντή και τον εξωμότη Ματούση. Ο Διαμαντής μάλιστα εκφώνησε λόγο λέγοντας ότι θα απελευθερώσει την Κόνιτσα και θα σχηματίσει την Ομοσπονδία της Πίνδου.
Η απάντηση του Μουσολίνι (22/11) σε επιστολή του Χίτλερ (20/11) αναφέρει μεταξύ των άλλων: Η αποτυχία των Ιταλών οφείλεται και στη λιποταξία των αλβανικών δυνάμεων, οι οποίες στασίασαν εναντίον των Ιταλών…”.
Αποκαλυπτικά είναι τα όσα γράφει στο ημερολόγιο του ο Φερνάντε Κομπιόνε, έφεδρος υπολοχαγός πεζικού της 51ης Ορεινής Μεραρχίας “Σιέννα”: “…Κατά το χρονικό διάστημα από 28 Οκτωβρίου ως 14 Νοεμβρίου 1940, οπότε ιταλικά τμήματα είχαν εισχωρήσει σε περιοχές της Ελλάδας, οι Τσάμηδες υποδέχονταν σε όλα τα χωριά τους Ιταλούς ως ελευθερωτές, με ζητωκραυγές και ενθουσιασμό…”.
Ο Ιταλός ιστορικός Μ. Τσέρβι γράφει: “Όπως αναφέρει ο στρατηγός Β. Πράσκα σε συζήτηση του με τον Πρίκολο (σ.σ. Αρχηγός του Επιτελείου της Αεροπορίας), ένας εθελοντής, πληγωμένος βαριά, πριν ξεψυχήσει αναφώνησε “Είμαι ευχαριστημένος που πεθαίνω για να μπορέσει ο (Αρχηγός του Επιτελείου της Αεροπορίας) να περάσει”.
Κατά τη διάρκεια της ιταλικής εαρινής επίθεσης (Μάρτιος 1941) ο Μουσολίνι επισκεπτόταν διάφορες μονάδες για να τονώσει το ηθικό των ανδρών, στη ζώνη του Δέβολη και στην περιοχή του Βερατίου. Μεταξύ άλλων επισκέφθηκε ομάδες ταγμάτων και εθελοντών Αλβανών, των ιδίων για τους οποίους αρχικά εκείνος και ο Τσιάνο πίστευαν ότι είχαν προκαλέσει τις πρώτες ιταλικές ήττες. Κατά τις συνομιλίες που είχε μαζί τους έμεινε ενθουσιασμένος από το παράστημα και το πολεμικό τους μένος.
Ο Γερμανός συγγραφέας Βίλιμπαλντ Κόλεγκερ, σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 1942, για τη στάση των Αλβανών κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41 γράφει τα εξής: “…Οι Ελληνες αναγκάζονταν να πολεμούν εναντίον Αλβανών συμμοριτών, κατά τη στιγμή που Αλβανοί εθελοντές προσέρχονταν αθρόα στις ιταλικές φάλαγγες. Δεν αγνοούσαν οι απόγονοι του Σκεντέρμπεη ποίοι ήταν οι πραγματικοί φίλοι τους. (…) Αγωνίσθηκαν με επιμονή και γενναιότητα όπου και αν τοποθετήθηκαν. (…). Απειράριθμες υπήρξαν οι περιπτώσεις απονομής τιμητικών διακρίσεων σε Αλβανούς…”.
Ο Μ. Τσέρβι γράφει ότι ο τοποτηρητής Τζακομόνι πληροφορούσε τον βασιλιά της Ιταλίας: “…Εδώ και έναν μήνα οι Αλβανοί είναι εξαιρετικά έμπιστοι και άριστα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον, το φρόνημα τους στέκεται ψηλά, η δε εργατικότητα και η αποδοτικότητα των υπαλλήλων κρίνεται εξαιρετική…”.
Ο Τζακομόνι είχε οργανώσει, όπως γράφει ο Μ. Τσέρβι, ομάδες Αλβανών για τη διενέργεια δολιοφθορών, που ο ρόλος τους ήταν να εισχωρούν στο ελληνικό έδαφος και να προβαίνουν σε καταστροφή του τηλεφωνικού δικτύου, να καταστρέφουν φυλάκια, να αφοπλίζουν φρουρούς, να προκαλούν ταραχές στα μετόπισθεν, να διενεργούν δολοφονικές απόπειρες εναντίον στρατηγών του εχθρικού στρατοπέδου και να προπαρασκευάζουν και να υποκινούν κινήματα ανάμεσα στη λαϊκή μάζα”. Ο Ιταλικός Στρατός δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να επωφεληθεί από τη δραστηριότητα τους.
Ο στρατηγός Μπαντόλιο στα απομνημονεύματα του αναφέρει: “Οι Ελληνες δεν έδειξαν καμμία διάθεση συνεργασίας. Αντίθετα οι Αλβανοί στρατιώτες, που υπό μορφή ταγμάτων συμμετείχαν στις δικές μας μεραρχίες, αποδείχθηκαν άπιστοι και δόλιοι, καθώς επιδόθηκαν σε πράξεις δολιοφθοράς εναντίον μας, ή πέρασαν στις τάξεις των Ελλήνων…”.
Ο στρατηγός Αλ. Εδιπίδης γράφει ότι “Τμήματα αλβανικά, άρτια συγκροτημένα και με ομοιογενή στελέχη (αξιωματικοί και στρατιώτες Αλβανοί) πολέμησαν στις 27 Νοεμβρίου στο Φράσερι προς την Κλεισούρα).
Ο πρεσβευτής Άδωνις Κύρου σημειώνει: “…Όταν, τέλος, εξερράγη ο Ελληνο-Ιταλικός πόλεμος, συμμετέσχον εις αυτόν παρά το πλευρόν των Ιταλών με ενθουσιασμόν και ανθελληνικήν λύσσαν άπειροι Αλβανοί – ενώ ουδείς εξ αυτών εσκέφθη να προσδράμη εις βοήθειαν του νικηφόρου Ελληνικού Στρατού, καίτοι ούτος, συμφώνως προς την ραδιοφωνικήν διακήρυξιν του Ιωάννου Μεταξά, ήρχετο προς αποκατάστασιν της αλβανικής ελευθερίας, ανεξαρτησίας και ακεραιότητας…”.
Όταν ο Ελληνικός Στρατός προήλαυνε εντός του αλβανικού εδάφους, τα περισσότερα σώματα στρατού των Αλβανών είχαν διαλυθεί, ενώ στα πρόσωπα των λιγοστών Αλβανών που εκινούντο στους δρόμους, ανάμεσα στους Ιταλούς, ζωγραφιζόταν άγριος θυμός εναντίον ενός στρατεύματος που το νόμιζαν παντοδύναμο και το έβλεπαν να οπισθοχωρεί μπροστά στις ελληνικές δυνάμεις.
Η Αγγλίδα ιστορικός Μ. Βίκερς τοποθετείται διαφορετικά: “…Η αλβανική κοινή γνώμη αρχικά πανηγύρισε για τον ελληνικό θρίαμβο, η στάση της όμως άλλαξε όταν η Αθήνα άρχισε να φανερώνει τις προθέσεις της να προσαρτήσει τη νότια Αλβανία…”(!!!).
Ενώ υπάρχουν όλα τα παραπάνω περί συμμετοχής των Αλβανών στον πόλεμο, οι Αλβανοί ιστορικοί, διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα, προσπάθησαν μεταπολεμικά να μας πείσουν ότι δεν συμμετείχαν με το μέρος των Ιταλών ή ότι συμμετείχαν λίγα τμήματα δια της βίας.
Συγκεκριμένα οι Αλβανοί ιστορικοί Σ. Πόλο και Α. Πούτο γράφουν σχετικά τα εξής: “Τα δύο αλβανικά τάγματα που στάλθηκαν με τη βία στον πόλεμο του 1940 αρνήθηκαν να πολεμήσουν. Οι Ιταλοί τους έκλεισαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην κεντρική Αλβανία. (….) Στην ελληνική κυβέρνηση η πορεία των γεγονότων φαινόταν πως έδινε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει τα παλαιά προσαρτιστικά σχέδια τους για τις περιοχές της Κόρτσας (σ.σ. Κορυτσάς) και του Γκιροκάστρ (σ.σ. Αργυρόκαστρου)”.
Σε άλλο σημείο συνεχίζουν: “Το 1940 ήταν μοναδική ευκαιρία να ενωθεί με τον Ελληνικό Στρατό ο Αλβανικός”.
Έτσι εξηγείται η κατηγορηματική άρνηση του Ελληνικού Στρατηγείου στην πρόταση των Αλβανών αντιφασιστών πατριωτών να σχηματίσουν δύο τάγματα και να πολεμήσουν με την εθνική τους σημαία στο πλευρό των ελληνικών δυνάμεων εναντίον των Ιταλών εισβολέων !
Στην πραγματικότητα οι Αλβανοί έδειξαν πλήρη δυσπιστία και απροθυμία να συνεργαστούν με τον Ελληνικό Στρατό. Αντιθέτως συνεργάστηκαν με τους Ιταλούς. Ο Ιταλός παρατηρητής Τζακομόνι βεβαίωσε κατηγορηματικά και με συγκεκριμένα στοιχεία, ενώπιον του Ανώτατου Ιταλικού Δικαστηρίου, τα εξής: “Και οι Αλβανοί βοήθησαν παντού και πάντα τον Ιταλικό Στρατό, χωρίς να σημειωθεί πουθενά οποιοδήποτε επεισόδιο.
1941 – ΛΗΞΗ Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα (Απρίλιος 1941) και την υπογραφή της συνθηκολόγησης με τη Γερμανία ο Ελληνικός Στρατός αποχώρησε από τη Βόρεια Ήπειρο χωρίς παρενόχληση των Ιταλών. Μετά την είσοδο των γερμανικών και των ιταλικών στρατευμάτων στη χώρα μας ιταλικές δυνάμεις παρέμειναν στην Αλβανία ως στρατός κατοχής.
Στις 3 Μαΐου 1941, λίγο μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα, όπως γράφει ο ιστορικός Δημ. Μιχαλόπουλος, “ειδική επιτροπή”, που είχε συγκροτηθεί με εντολή της αλβανικής κυβέρνησης, υπέβαλε στο Βασιλικό Υπουργείο Εξωτερικών στη Ρώμη υπόμνημα στο οποίο περιέχονταν οι διεκδικήσεις της Αλβανίας σε βάρος της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας.
Όσον αφορά την Ελλάδα στις διεκδικήσεις περιλαμβάνονταν, εκτός από την Τσαμουριά, τα Ιωάννινα και η Πρέβεζα “μαζί με τις περιφέρειες τους”, δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της Ηπείρου. Τα Τίρανα ζητούσαν τότε την “ένωση” των εδαφών αυτών, όπως και ορισμένων άλλων ελληνικών περιοχών (στη Δυτική Μακεδονία κυρίως), με το αλβανικό κράτος. Η κατοχή της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα δεν επέφερε την πραγματοποίηση των αλβανικών επιδιώξεων.
Οι Αλβανοί κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής, αν και υπήρχαν ομάδες αντίστασης, ουσιαστικά συνεργάζονταν με τους Ιταλούς. Όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία, το 1943, η Αλβανία καταλήφθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα. Και πάλι οι Αλβανοί, ιδίως οι Τσάμηδες, συνεργάστηκαν με τα στρατεύματα κατοχής, σε βάρος των Ελλήνων. Η Μ. Βίκερς γράφει ότι “κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Αλβανία οι Γερμανοί σχημάτισαν μια αλβανική μεραρχία SS.
Στις 17 Απριλίου 1944 δημιουργήθηκε μια μονάδα 35 αποτελούμενη αποκλειστικά από Αλβανούς, με την ονομασία 21 Waffen – Gebirgs – Division der SS «Skanderberg» (albanische Nr.1). Οι στολές τους ήταν ίδιες με τις στολές των γερμανικών SS, αλλά τα σύμβολα τους ήταν αλβανικά. Η μονάδα αυτή δημιουργήθηκε με οδηγίες του ίδιου του Χάινριχ Χίμλερ και απαρτιζόταν από 11.398 στρατιώτες αλβανικής καταγωγής, οι οποίοι προέρχονταν από τον Αλβανικό Στρατό, τις ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας, αλλά και παραστρατιωτικές ομάδες και συμμορίες εγκληματιών.
Ήταν υπό τις διαταγές και τον έλεγχο του Αλβανού κατοχικού πρωθυπουργού Ξαφέρ Ντεβά. Δημιουργήθηκε προκειμένου τα γερμανικά στρατεύματα να μεταφερθούν από την Ελλάδα και τα κεντρικά Βαλκάνια στην Αδριατική και να ενισχύσουν την άμυνα, η οποία είχε αποδυναμωθεί μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών και την απόσυρση των στρατευμάτων τους από την περιοχή. Η δημιουργία της SS Skanderbey Division αποτέλεσε τη μεγαλύτερη ευκαιρία για τη δημιουργία της “Μεγάλης Αλβανίας”.
Το έργο των ΑλβανώνSS περιελάμβανε δολοφονίες ορθοδόξων ιερέων, καταστροφές ορθοδόξων ναών, βιασμούς, κλοπές αλλά και πλήρη κάλυψη των γερμανικών στρατευμάτων κατά την αποχώρηση τους από την Ελλάδα και αργότερα από τη Σερβία.
Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι οπαδοί του Μπάλλι Κομπετάρ (Εθνικιστικό Κόμμα) είχαν επίσης συνεργασθεί με τους Γερμανούς.
Ολοκληρώνοντας αξίζει να αναφέρουμε ότι η εχθρική στάση των Αλβανών έναντι της χώρας μας είχε συνέχεια. Ενα χαρακτηριστικό γεγονός αφορά την προσπάθεια συνεργασίας των ανταρτικών δυνάμεων του Ναπολέοντα Ζέρβα ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ με τις ΜΑΒΗ (Μονάδες Απελευθέρωσης Β. Ηπείρου). Η προσπάθεια αυτή απέτυχε λόγω επέμβασης του Κ.Κ. Αλβανίας, το οποίο διέλυσε τελικά τις ΜΑΒΗ -μάλιστα τα περισσότερα στελέχη τους δολοφονήθηκαν.
Σε μια άλλη περίπτωση έγινε προσπάθεια ενοποίησης της Αλβανίας με την Ελλάδα. Συγκεκριμένα ορισμένοι Αλβανοί προύχοντες κατά την κατοχή ήλθαν σε συνεννόηση με Ελληνες πολιτικούς στη Θεσσαλονίκη για την ίδρυση Ελληνο-Αλβανικής Ομοσπονδίας. Η κίνηση αυτή απέτυχε λόγω αντίδρασης της αριστεράς της Αλβανίας. Όλοι όσοι συμμετείχαν δολοφονήθηκαν.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Από την αναγνώριση της Αλβανίας ως ανεξάρτητου κράτους μέχρι την κατάληψη της από τους Ιταλούς (Απρίλιος 1939), οι σχέσεις της με την Ελλάδα ήταν σχετικά καλές. Στη συνέχεια, όμως, η ιταλική προπαγάνδα στήριξε τις αλυτρωτικές διαθέσεις της Αλβανίας. Ο αλβανικός Τύπος δημοσίευε άρθρα κατά της Ελλάδας και καλλιεργούσε το όνειρο της “Μεγάλης Αλβανίας”.
Με την επίθεση των Ιταλών κατά της Ελλάδας, τονΟκτώβριο του 1940, αλβανικά τάγματα πεζικού και εθελοντών και σώματα άτακτων είχαν ενταχθεί στους ιταλικούς σχηματισμούς και έλαβαν ενεργά μέρος στις επιχειρήσεις. Εκτιμάται ότι συμμετείχαν 8-10 τάγματα Αλβανών. Η συμπεριφορά των Αλβανών πολιτών έναντι των Ελλήνων στρατιωτών το 1940-41 ήταν εχθρική, ενώ προς τους Ιταλούς φιλική.
Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα από τον Απρίλιο του 1939 και μετά, πείθουν ότι οι Αλβανοί μισούσαν και εξακολουθούν να μισούν κάθε τι ελληνικό και ορθόδοξο χριστιανικό. Υπήρξαν πάντα εχθροί της Ελλάδας. Συνεργάσθηκαν με τον Άξονα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πάντα είχαν και εξακολουθούν να έχουν ως απώτερο σκοπό την ίδρυση της “Μεγάλης Αλβανίας”.
Δυστυχώς έναντι των “καλών υπηρεσιών” των Αλβανών η Ελλάδα το 1971 αποκατέστησε τις διπλωματικές σχέσεις της με τη γείτονα, με την ελπίδα ότι θα προστατεύονταν καλύτερα τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας της Βόρειας Ηπείρου. Επίσης το 1987 η Ελλάδα, ενεργώντας μονομερώς, κατάργησε την εμπόλεμη κατάσταση με την Αλβανία, καθεστώς που ίσχυε από τον Νοέμβριο του 1940, χωρίς να εξασφαλίσει εγγυήσεις για την ελληνική μειονότητα της Βόρειας Ηπείρου.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: (1) Εκδ. ΔΙΣ/ΓΕΣ: Ο ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1940-1941, Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ, Α9ήναι, 1960. (2) Εκδ. Υπουργείου Εξωτερικών: 1940-1941,ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ, Αθήνα, 1980. (3) Παπάγου Αλεξ.: Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ 1940-1941, εκδ. “Οι Φίλοι του Βιβλίου”, Α9ήναι, 1945. (4) Κατσιμήτρου Χαρ.: Η ΗΠΕΙΡΟΣ ΠΡΟΜΑΧΟΥΣΑ, εκδ. ΓΕΣ, Μήνα, 1982. (5) Τσέρβι Μ.: Ο ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, έκδοση Αlvin Redma Hellas, Α9ήνα, 1987. (6) Κόρου Αδωνι: ΧΡΟΝΙΚΟΝ 1940-1944. (7) Κύρου Αλ.: ΟΙ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΓΕΙΤΟΝΕΣ ΜΑΣ, Α9ήναι, 1962. (8) Σιωμοπούλου Στυλ.: Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΜΕΡΑΡΧΙΑ “TΖΟΥΛΙΑ” ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ, Ηπειρωτική Εστία, 1994. (9) Τριαντάφυλλου Κ.: ΤΑ ΑΠΟΡΡΗΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1940-41, Πάτρα, 1981. (10) Τσιρπανλή Ζαχ.: ΠΩΣ ΕΙΔΑΝ OI ΙΤΑΛΟΙ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940-41, Αθήνα, 1974. (11) Ζαούση Αλεξ.: OI ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ 1939-1945, εκδ. Παπαζήση, 1987. (12) Richter Heinz: Η ΙΤΑΛΟ-ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, Γκοβόστης, 1998. (13) Μιχαλοπούλου Δημ.: ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΑΣ 1923-1928. (14) Πράσκα Βισκόντι: ΕΓΩ ΕΙΣΕΒΑΛΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Γκοβόστης, 1999. (15) Vickers Miranda: ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ, εκδ. Οδυσσέας, 1997. (16) ΡοΙΙο S. – Ρυtο Α.: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ, εκδ. Ομάδα. (17) Νικολάου Χαρ.: ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ -ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ, εκδ. Φλώρου, 1996. (18) Ημερήσιος Τύπος της εποχής. [ Χαράλαμπος Νικολάου, Ταξίαρχος ε.α., τ. καθηγητής Στρατιωτικής Ιστορίας ΣΣΕ, e-e-e.gr]

http://ellinonea.blogspot.com/2011/10/ss.html?fbclid=IwAR2ZWqsZ7-cKxCid04tUqE7M4VqpbNKxeypXjjBc2vZNBXVKcJn-dAE57cw

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

Κυριακή 14 Μαΐου 2023

Ο νεο-οθωμανισμός με απλά λόγια...

 Ο τάφος του σουλτάνου Μουράτ Α΄ στο Κόσσοβο



Ο τάφος του σουλτάνου Μουράτ Α΄ στο Κόσσοβο θεωρείται το σύμβολο της Τουρκικής και μουσουλμανικής ύπαρξης στα Βαλκάνια. Τον τάφο επισκέπτονται αυτοί που φτάνουν στο Κόσσοβο ο οποίος στάθηκε όρθιος με τις αποκαταστάσεις για αιώνες. Ο τάφος εξυπηρετεί τον Οθωμανικό πολιτισμό και την ιστορία στα Βαλκάνια.
Οι ειδικοί που ενδιαφέρονται σε αυτά που απέμειναν από το Οθωμανικό κράτος αναφέρουν συχνά ότι τις βαλκανικές πόλεις στολίζουν τα Οθωμανικά έργα. Στον πρώτο πόλεμο στο Κόσσοβο στις 28 Ιουνίου 1389 έπεσε μάρτυρας ο σουλτάνος Μουράτ Α΄ και ο ίδιος ενταφιάστηκε στην περιοχή. Ο τάφος είναι μεταξύ των παλαιότερων Οθωμανικών έργων στο Κόσσοβο και έχει γίνει το σύμβολο των Τούρκων και των μουσουλμάνων. Αναφέρεται ότι ο σουλτάνος Μουράτ Α΄ πριν από μια μέρα του πρώτου πολέμου στο Κόσσοβο έχει προσευχηθεί για να κερδίσει τον πόλεμο χωρίς να έχει απώλειες στρατιωτών αλλά ήταν έτοιμος να χάσει τη ζωή του ο ίδιος. Ο θεός απάντησε στην προσευχή του σουλτάνου Μουράτ Α΄ όπου ο ίδιος έπεσε μάρτυρας στον πρώτο πόλεμο στο Κόσσοβο. Για τον ίδιο ετοιμάστηκαν δύο τάφοι ο πρώτος τάφος βρίσκεται στην περιοχή Τσεκιργκέ της Προύσας όπου ενταφιάστηκε το σώμα του ίδιου και στον τάφο στο Κόσσοβο τα όργανα του σώματος του στον τάφο που ετοιμάστηκε από τον γιο του Γιλντιρίμ Βαγιαζήτ. Ο τάφος βρίσκεται σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων από την Πρίστινα τον οποίο μπορούν να επισκεφτούν οι άνθρωποι. Στον τάφο υπάρχει και ένα ειδικό βιβλίο το οποίο υπογράφουν όσοι φτάνουν όπως οι  γραφειοκράτες από την Τουρκία επίσης οι μουσουλμάνοι και οι Τούρκοι από διάφορα μέρη του κόσμου.
Ο τάφος δέχθηκε μεγάλη επισκευή τον 17ο αιώνα την περίοδο του Μελέκ Αχμέτ πασά. Αργότερα μια δεύτερη ανακαίνιση πραγματοποιήθηκε την περίοδο του σουλτάνου Aμπντουλμετζίντ που έφτασε μέχρι τις ημέρες μας. Από την άλλη για την φιλοξενία των επισκεπτών ολοκληρώθηκε το κτίριο το 1896 με την εντολή του II. Αμπντουλχαμίτ του Β΄ το οποίο ονομάζεται ως “Selamlık Binası”.  Το σχετικό κτίριο το 1906 και το 1911 δέχθηκε επισκευή και η επόμενη επισκευή ήταν στις 16 Ιουνίου 1911 με αφορμή την επίσκεψη του σουλτάνου Ρεσάντ. Το 1912 με τη λήξη της κυριαρχίας της Οθωμανικής περιόδου στα Βαλκάνια ο τάφος του σουλτάνου Μουράτ Α΄ δέχθηκε μερικές φορές επιθέσεις και λεηλατήθηκε. Το 1960-61 και το 1968-70 ο τάφος ανακαινίστηκε μερικώς από τη Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας.  Το 1992 ο υπουργός Πολιτισμού της Τουρκίας Ναμίκ Κεμάλ Ζεϊμπέκ επισκέφτηκε τον τάφο και ανέφερε ότι χρειάζεται ανακαίνιση όπου ξεκίνησαν οι μερικώς επισκευές. Ο σουλτάνος Μουράτ Α΄ τελευταία το 2005 δέχθηκε εκτενή επισκευή η οποία διήρκησε 8 μήνες και τα έξοδα της ανακαίνισης ανέλαβε η Διεύθυνση των Θρησκευμάτων και το Ίδρυμα της Διεύθυνσης των Θρησκευμάτων. Η ανακαίνιση έγινε σύμφωνα με την αρχική μορφή του τάφου. Επίσης με τις αρχαιολογικές ανασκαφές αποκαλύφθηκαν τα παλιά θεμέλια του τάφους. Η Υπηρεσία Συνεργασίας και Συντονισμού της Τουρκίας TİKA με το σχέδιο που συνέχισε πραγματοποίησε μια άλλη ανακαίνιση το 2009 στον ίδιο τον τάφο. Το κτίριο που ονομαζόταν ως Selamlık Binası και φιλοξενούσε τους επισκέπτες μετατράπηκε σε σπίτι πολιτισμού. Με το πρωτόκολλο που υπογράφηκε με το υπουργείο Πολιτισμού, Νεολαίας και Αθλητισμού του Κοσσόβου, το 2010 η Υπηρεσία Συνεργασίας και Συντονισμού της Τουρκίας TİKA ανέλαβε την επιχείρηση του συγκροτήματος του τάφου του σουλτάνου Μουράτ Α΄.
http://milletgazetesi.gr/view.php?id=5546
17/9/2016

Πηγήhttps://tourkikanea.gr/%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%ba%ce%b9%ce%ba%ce%b7-%ce%b5%ce%be%cf%89%cf%84%ce%b5%cf%81%ce%b9%ce%ba%ce%b7-%cf%80%ce%bf%ce%bb%ce%b9%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%b7/kossova-2/?fbclid=IwAR3C-i3Zk3A6RUpQr9ziMld_I7tKS1swBiOgX1syGQjFyoEOPCmO9yfP_N4