Στα παλιά χρόνια,όταν δεν υπήρχε αναπτυγ-μένη βιοτεχνία
και βιομηχανία παιχνιδιών,τα παιδιά κατασκεύαζαν μόνα τους με τα πιο πρόχειρα
διαθέσιμα υλικά τα παίχνιά τους.Αυ-τά διέθεταν πρωτοτυπία,προσωπική σφραγίδα και
πάνω από όλα ψυχή και μεράκι.Είναι άξιο κοινωνιολογικής αναφοράς η πλήρης
εξάρτηση των σημερινών παιδιών από το απόλυτα οργα-νωμένο μάρκετινγκ.Ο τωρινός
πιτσιρικάς,σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές,δεν είναι πια κα-θόλου
δημιουργός,μα εκπαιδευμένος καταναλωτής.Ο ελεύθερος χρόνος,οι διαδικασίες
(εκ)μάθησης και οι τρόποι ανάπτυξης συμπεριφορών μετατίθενται ανεπίστρεπτα(;)
στη σφαίρα της εμπορικής δραστηριότητας…
Θυμάμαι,στο χωριό μου (Βαρνάβας),όπου βρίσκαμε οικοδομικά
υλικά (αφθονούσαν λόγω της αστι-κοποίησης και ανοικοδόμησης στην μεταβατική
δεκαετία 1965-1975) δεν χάναμε ευκαιρία: το τούβλο γινόταν αμάξι! Το δεύτερο
τούβλο,περίτεχνα βαλμένο πάνω στο πρώτο,ήταν καρότσα.Είχαμε φορ-τηγό! Πάνω στους
λοφίσκους της οικοδομικής άμμου με τα τούβλα/αυτοκίνητά μας χαράσσαμε
δρόμους,κάναμε μεταφορές,κτίζαμε σπίτια και γέφυρες.Γεμάτοι στη σκόνη,ματωμένοι
από μικρο-τραυματισμούς,που ούτε καν αισθανόμασταν,βουτηγμένοι στην έπαρση της
δημιουργικής εργασίας εκτοξεύαμε τη φαντασία μας,συμμετείχαμε στην προκοπή που
βλέπαμε ακμαία γύρω μας,δυνα-μώναμε τα άγουρα κορμιά μας και φουντώναμε την
αδηφάγα λαχτάρα μας να ξανοιχτούμε στον κόσμο και την δράση! Άλλοι κόσμοι…
Επινοούσαν ακόμα,τα
παιδιά του χτες,ομαδικά παιχνίδια που ανέπτυσσαν υγιώς και με αρμονία την συλλογικότητα
και την κοινωνικότητα,προωθούσαν την ψυχο-οργανική ευεξία και την θετική
δι-άθεση ανιχνεύοντας τον χώρο και καλλιεργώντας την συμβίωση.
Μόνο από την πρώτη αυτή αποτύπωση (ένα απλό παράδειγμα
της περασμένης πραγματικότητας) αντιλαμβάνεται κανείς πόσο έχει υποχωρήσει στις
ημέρες μας η παιδική ευστροφία και δημιουρ-γικότητα παγιδεύοντας τα νέα άτομα σε
μία απονευρωτική αδράνεια/υποτέλεια.
Ένα από εκείνα τα παλιά παιδικά παιχνίδια θα παρουσιάσω
εδώ,τώρα˙ ήταν το φίτσιο.
Πώς παιζόταν
Η ομάδα των παιδιών (αγόρια και κορίτσια˙ υπήρχε
αδελφοσύνη και αθωότητα,δεν ήματαν πονη-ρεμένοι) δεν έπρεπε να είναι πολύ μεγάλη,γιατί
το παιχνίδι γινόταν δυσχερές.Ένας αριθμός πέντε έως εφτά παιδιών ήταν ιδανικός.Με
την διαδικασία του α μπε μπα μπλομ (η ομάδα σχημάτιζε κύ-κλο.Ένας άρχιζε να τα βγάζει,να λέει,δηλαδή,το γνωστό παιδικό τραγουδάκι με τα άνευ νοήματος
στιχάκια:
α μπε μπα μπλομ
του κίθε μπλομ
α μπε μπα μπλομ
του κίθε μπλομ
μπλιμ μπλομ
ακουμπώντας σε κάθε συλλαβή ένα παιδί,κατά την φορά του κύκλου.Το
παιδί,στο οποίο θα τύχαινε η τελευταία συλλαβή,έβγαινε) οριζόταν ο μπάστακας.Ο μπάστακας τοποθετούσε έναν μικρό τε-νεκέ σε κεντρικό σημείο και τα
υπόλοιπα παιδιά απλώνονταν γύρω από τον τενεκέ κρατώντας μία πέτρα,κατά κανόνα
ίσια,στο χέρι τους.Με τις πέτρες αυτές στόχευαν τον τενεκέ και ρίχνοντάς τες
πάνω του αποσκοπούσαν να τον πετάξουν όσο πιο μακριά γινόταν από εκεί που τον
είχε τοπο-θετήσει αρχικά ο μπάστακας.
Όταν ο τενεκές απομακρυνόταν από κάποια πέτρα,ο μπάστακας
ήταν υποχρεωμένος να τον ξα-ναβάλει στην θέση του.Την ίδια ώρα τα υπόλοιπα
παιδιά έπρεπε να μαζέψουν τις πέτρες τους.Αν ο μπάστακας προλάβαινε να
ξαναβάλει τον τενεκέ στη θέση του και να ακουμπήσει με το χέρι του (να χτυπήσει) κάποιο από τα άλλα παιδιά που δεν είχε ακόμα μαζέψει
την πέτρα του,τότε αυτό το παιδί (το χτυπημένο) γινόταν ο νέος μπάστακας και το παιχνίδι συνεχιζόταν με την ίδια
διαδικασία ώσπου να ερχόταν η κούραση ή η βαρεμάρα.
Ετιμολογία
Φίτσα λεγόταν χαϊδευτικά στα αρβανίτικα η Σοφία (Σοφία → Τσοφί → Φίτσα).Το φίτσιο δεν είχε, προφανώς,καμία
σχέση με αυτό το γυναικείο όνομα.Η ονομασία του είναι ηχομιμιτική (υπάρχουν και οι όροι ηχοποίητη ή πεποιημένη,γι΄
αυτό το φαινόμενο παραγωγής λέξεων από ήχους˙ βλέπε:
γδούπος,θρόισμα,παφλασμός,κακαρίσματα,γάβγισμα,βελάζω,μουγκρητό,γκαρίζω κ.λπ.) από
το σύρ-σιμο (φρσσσσστ ή όπως αλλιώς
το αποδίδει κανείς) του τενεκέ στο έδαφος,όταν χτυπιόταν από πέτρα κάποιου
παίκτη.
Στην ταινία Πανδώρα (του Γιώργου Σταμπουλόπουλου,2006˙ από κει και η εισαγωγική φωτο-γραφία)
υπάρχει στην αρχή της σκηνή με παιδιά να παίζουν φίτσιο ή κάτι παρόμοιο (δείτε
όλη την καλή ταινία πατώντας τον τίτλο της,λίγο πριν˙ για να δείτε μόνο την
συγκεκριμένη σκηνή πατήστε εδώ).Η υπόθεση της ταινίας τοποθετείται κάπου στην
Πελοπόννησο,την δεκαετία του 1950.Έχει γυριστεί στην Αρκαδία (Λεωνίδιο και
Πούλιθρα) και φαίνεται ότι ο (Μωραΐτης,εκ του επωνύμου του) σκηνοθέτης και
σεναριογράφος της Πανδώρας μετέφερε
σ΄ αυτήν προσωπικές μνήμες και βιώ-ματα.
Θέλω να καταλήξω στο ότι το παιχνίδι του φίτσιο παιζόταν σε πολλές περιοχές κι
όχι μόνο σε αρβανιτοχώρια,όπως ο Βαρνάβας.Βέβαια,σε αρκετές περιοχές της
Πελοποννήσου είχαν εγκατα-σταθεί αρβανιτόφωνοι Έλληνες από την Ήπειρο,αλλά η
λαογραφική πατρότητα ενός παλιού παι-χνιδιού ούτε θα μας απασχολήσει ούτε έχει
νόημα.Ο πολιτιστικός πλούτος και ταυτότητα της Πα-τρίδας μας υφίστανται ως
ενιαία,αδιατάρακτα,γνήσια και συνεχή.Αρβανίτικος δήθεν πολιτισμός δεν υπήρξε
ποτέ (βλέπε,σχετικά,εδώ).
Γιάννης Βασ. Πέππας, φιλόλογος - συγγραφέας
Διαβάστε,ακόμα:
Τεχνοπιστολέρος
Το ψωμί στην αρχαιότητα
Καλιακούτσα: ο αρχαιοελληνικός "εφεδρισμός" των Αρβανιτών
Διαβάστε,ακόμα:
Τεχνοπιστολέρος
Το ψωμί στην αρχαιότητα
Καλιακούτσα: ο αρχαιοελληνικός "εφεδρισμός" των Αρβανιτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια να σχετίζονται με την ανάρτηση και να είναι ευπρεπή.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.